Γράφει η Σταυρίνα.

 

Έχεις αισθανθεί ποτέ ότι βρίσκεσαι τόσο κοντά με κάποιον, που να σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι, γιατί εσύ και το άλλο πρόσωπο έχετε δύο ξεχωριστά σώματα, δύο διαφορετικά δέρματα; Αν το εξηγούσαμε μεταφυσικά, είναι σαν μερικές ψυχές, να ενώνονται εν αγνοία τους. Γι’ αυτό, όταν γνωρίζεις ένα άτομο πρώτη φορά, αισθάνεσαι σαν να το γνωρίζεις καιρό. Ίσως όντως να είναι έτσι. Ίσως δεν είναι τελικά η πρώτη σας συνάντηση. Όταν δύο μυαλά κολλούν και δύο ψυχές ενώνονται, δύο καρδιές δεν έχουν άλλη επιλογή από το να ερωτευτούν. Το λες κι αναπόφευκτο.

Για την ακρίβεια, ο δεσμός μεταξύ δύο ψυχών είναι πιο αρχαίος κι από τον ίδιο τον πλανήτη. Έτσι κι εμένα, η δική μου ψυχή τρέφεται από τη δική σου και σαν μεθυσμένη θα χορεύει στον ρυθμό της μελωδίας σου, φωτιζόμενη από χιλιάδες αστέρια που εκρήγνυνται, πηγαίνοντας με φόρα εκεί που η αγάπη δεν πεθαίνει ποτέ. Αναμένοντας καρτερικά να βρεθούμε στη γη, πιστεύω πως θα υπάρχουμε μέχρι να συναντηθούμε. Κι αν με ρωτάς, δε θα ‘ναι τυχαίο.

Η ψυχή δεν έχει ηλικία. Δε γνωρίζει από δείκτες ρολογιών και προθεσμίες. Δεν την ορίζεις και δεν την κυβερνάς. Όλα τα βιώματα, ο πόνος, οι εμπειρίες, όλη η ζωή που ζήσαμε πριν βρεθούμε, μάς προετοίμαζε γι’ αυτή τη συνάντηση. Δεν ήταν τυχαίο, μην απατάσαι, δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τη μοίρα. Ίσως να προσπαθήσουμε μα θα ‘ναι μάταιο, είμαστε ήδη ένα. Και δε θα το άλλαζα με τίποτα σ’ αυτόν τον κόσμο. Καρδιά με καρδιά, κορμί με κορμί, μια ένωση τόσο δυνατή που δε λυγίζει, προορισμένοι να ζήσουμε μαζί, σε όποιο σώμα και αν βρεθούμε μέσα στα σύμπαντα. Μια τραγική ειρωνεία από αυτές που το κοινό γνωρίζει μα οι ήρωες αγνοούν.

Σε φωνάζω μόνιμή μου κατοικία γιατί νιώθω ασφάλεια όταν βρίσκομαι κοντά σου. Ο χρόνος παγώνει μα, κι όμως ,τρέχει σαν μανιακός. Όλα βγάζουν νόημα και το μυαλό μου δε με πνίγει πια, σαν να ξέρω ότι είσαι ο πιο πολύτιμος θησαυρός μου, μια αγάπη πλασμένη μόνο δική μου, ο άνθρωπός μου. Και ναι, χρησιμοποιώ δύο λέξεις βαριές, για πάντα και ποτέ. Και δε φοβάμαι. Και ξέρεις γιατί; γιατί δε με νοιάζουν ξένες γνώμες, τις πολεμώ και τις διαλύω. Αρκεί να βγάζουμε νόημα εμείς- άσε τους άλλους. Εφήμερες σχέσεις βρίσκονται παντού, είναι δεδομένο ότι όπου κι αν γυρίσεις να κοιτάξεις θα δεις και μία, μα σαν εμάς κανείς.

Μπροστά τους πολλοί βρήκανε τα 40 κύματα, ανεμοστρόβιλους, τσουνάμι, βροχές και καταιγίδες, ακόμα κι ανέμους, ψάχνοντας εκείνο που εμείς οι θεότρελα τυχεροί ήδη ζούμε. Εκείνοι, που έγιναν τρομοκράτες, έπειτα, προσπαθώντας να περιορίσουν την ανάγκη μου να αισθανθώ, να βιώσω, να ζήσω. Για να με βασανίσουν, με γέμισαν αμφιβολίες και θέλησαν να με πείσουν ότι η αγάπη δεν υπάρχει. Διέδωσαν φήμες ότι κρατά μόνο για μια στιγμή κι ότι είναι, λέει, προσωρινή. Δεν τους πίστεψα μέσα μου ποτέ. Νομίζω ότι πάντα γνώριζα ότι υπάρχουν κι άλλα που πρέπει να γνωρίζω.

Οι δειλοί κρύβονται μέσα σε επαφές δίχως ουσία, δίχως βάθος, δίχως νόημα, καταραμένοι να βαδίζουν μια ζωή συμβιβασμένη και ρηχή. Δεν είμαστε όμως αυτοί, έτσι δεν είναι; Είμαστε το άλλο το είδος, το σπάνιο, εκείνο που η ψυχή μας διψάει για το κάτι παραπάνω. Ποια θα είναι η επιλογή σου; Φθηνά κρεβάτια κάποιες παγωμένες τυχαίες νύχτες που διαρκούν όσο μια παράνομη επιθυμία, ή εκείνη η ένωση που διαρκεί εις τους αιώνες των αιώνων; Κάνε σοφή επιλογή. Θα περιμένω, να έρθεις να με βρεις. Πιστεύω σε σένα, μα πιο πολύ πιστεύω σ’ εμάς. Πάρε το ρίσκο κι έλα. Θ’ αγαπήσω κάθε κομμάτι του εαυτού σου, ό,τι ήσουν, ό,τι είσαι κι ό,τι κάποτε θα γίνεις- είσαι κομμάτι μου πια, μην το ξεχνάς.