Γράφει η Σωτηρία.

Αναζητούσες μια αφορμή. Ήταν εύκολο με τη συμπεριφορά μου, σου έδωσα την αφορμή στο πιάτο. Ξέρεις, η αφορμή πιάνεται από κάτι, ένα γεγονός, μια συμπεριφορά, ένα λόγο που ενώ πιο πριν δεν ήταν σημαντικός, μέσα στην ανάγκη σου να δραπετεύσεις γίνεται αιτία. Αιτία χωρισμού. Βολική αιτία χωρισμού, αν θες να ρίξεις την ευθύνη οπουδήποτε αλλού πέραν του εαυτού σου.

Μήνες ψαχούλευα ερωτήματα που δεν μπορούσε κανείς να μου απαντήσει. Αναλογίστηκα τα κακώς μας κείμενα και είπα πως δε φέρθηκα σωστά. Μετάνιωσα για τα λάθη, μετάνιωσα και για τα σωστά που έβλεπες εσύ λάθη, αμφισβήτησα και την αλήθεια στην τελική. Γέμισα με ενοχές που έδωσε το τέλος η δική μου στάση. Με χρέωσα σωρό ευθύνες για να γλιτώσω εσένα από όλο αυτό. Ενοχοποίησα όσα κομμάτια μου στέκονταν ακόμα όρθια για να με τιμωρήσω, να με καταστρέψω που σ’ έδιωξα. Αναζητούσα απελπισμένα να επανακτήσω αυτά που έχασα, να κερδίσω πίσω αυτά που είχα εδώ, να αποκτήσω όσα στην πραγματικότητα δε μου ανήκαν ποτέ.

Κάποτε είχες τον έλεγχο των κρυφών επιθυμιών μου. Με κοίταγες και μου ξόρκιζες τα κακά. Τα χέρια σου με κοίμιζαν μες την ασφάλεια και τα μάτια σου μου έλεγαν πολύ περισσότερα απ’ όσα άρθρωνες με το στόμα. Όλα τα ζήσαμε μα κάτι όνειρα τ’ αφήσαμε μισά, ίσως ούτε και στα μισά τους φτάσαμε. Για όλα αυτά αρνιόμουν να πείσω τον εαυτό μου πως υπήρξα ο λόγος που οι στιγμές μας δε συνέχιζαν. Ήταν αδύνατο να δεχτώ πως ήμουν υπεύθυνη που το τερματίσαμε. Γιατί εγώ ήμουν υπεύθυνη, σε θυμάμαι καλά να το λες. Σε θυμάμαι όπως έφευγες όταν τα μάτια σου με κατηγορούσαν.

Ύστερα κοίταξα λίγο γύρω μου και επιβεβαίωσα το γεγονός πως οι άνθρωποι βρίσκουν φτηνές δικαιολογίες να φεύγουν. Τόσο φτηνές που αρκούνται σ’ αυτές αν δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τον εαυτό τους, αν δεν μπορούν να στηρίξουν τις επιλογές τους. Οι ίδιες δικαιολογίες που δίνουν όταν δε θέλουν να διεκδικήσουν ή αν δεν είναι σε θέση να συνεχίσουν. Κι έτσι τα παρατάνε. Παρατάνε φιλίες χρόνων, σχέσεις μεγάλες, δουλειές, οικογένειες, παιδιά, παρατάνε ανθρώπους.

Έτσι ήταν η φυγή σου. Τοποθετημένη ευπρεπώς σε περιττές δικαιολογίες, στολισμένη με κατηγορίες, αδιαφορία, αποστροφή. Κάπου εκεί φοβήθηκα όσα αγάπησα σ’ σένα. Φοβήθηκα που τα είδα να αλλάζουν πρόσωπο και να γίνονται λόγος να σε μισήσω.

Κάπου εκεί είδα ανώφελη την αγάπη και την επιμονή μου. Απαλλάχτηκα από τις τύψεις που με φόρτωσες. Σε απομυθοποίησα τόσο που μοιάζεις με μηδενικό. Ένα μηδενικό που δε θα πρόσθετα ποτέ ξανά στην πολυάριθμη ζωή μου, γιατί δε θα άλλαζε καθόλου τη μαθηματική πράξη.