Γράφει ο Δημήτρης 

Ξημέρωνε 26 Απριλίου. Το ρολόι έλεγε 03.45”. Αλήθεια, σου λέει κάτι αυτή η ημερομηνία; Μια τέτοια μέρα μου ζήτησες να χωρίσουμε. Μια τέτοια μέρα αποφάσισες πως εμείς οι δυο δεν μπορούμε να είμαστε μαζί. Θυμάσαι; Από τότε έχουν περάσει δυο χρόνια. Καμιά φορά ξέρεις, μου φαίνεται σαν να έχουν περάσει δυο αιώνες. Όταν εκείνα τα αξημέρωτα τα βράδια έρχεσαι στη σκέψη μου και αναλογίζομαι πόσα πράγματα συνέβησαν μέσα σ’ αυτά τα δυο χρόνια. Όταν ξυπνάω το πρωί και συνειδητοποιώ πως το προηγούμενο βράδυ πάλι παραβίασες την πόρτα του ύπνου μου και μπήκες στο όνειρό μου. Και σκέφτομαι πόσες αλλαγές άραγε να έγιναν στη ζωή σου από εκείνη τη μέρα; Ο άνθρωπος εκείνος που πήρε τη θέση μου. Κάποιοι σου επέβαλλαν να πάρει τη θέση μου. Και πήγατε και ένα βήμα παραπέρα. Εκείνο το βήμα που εμείς ποτέ δεν κάναμε. Ανέβηκες μαζί του τα σκαλιά της εκκλησίας. Τα σκαλιά που ήμασταν έτοιμοι να ανεβούμε μαζί. Η ιστορία σας όμως δεν κράτησε πολύ. Κι έτσι από νιόπαντρη βρέθηκες φρεσκοχωρισμένη. Δε μου έκανε εντύπωση, να σου πω την αλήθεια. Ο άνθρωπος αυτός δεν ήταν για σένα. Δε θα σου πω ακόμα πως δεν ικανοποιήθηκα. Πως δεν καταλάγιασε έστω και λίγο ο πληγωμένος μου εγωισμός. Γιατί άνθρωπος είμαι κι εγώ. Με τον δικό μου εγωισμό.

Τόσα γεγονότα μέσα σε μόλις δυο χρόνια. Και μετά βλέπω τη ζωή τη δική μου αυτά τα δυο χρόνια. Προσπάθησα να προχωρήσω. Πριν ακόμα συνέλθω από το χτύπημα του χωρισμού μας. Η σκέψη σου όμως, τα αισθήματα που έχω ακόμα για σένα το κάνουν κάπως δύσκολο ακόμα και τώρα. Τι κι αν αυτά στο πέρασμα του χρόνου άλλαξαν; Προσαρμόστηκαν στην πραγματικότητα. Όχι, μη με παρεξηγείς. Δεν έπαψα να σε αγαπάω. Αυτό δε θα γίνει ποτέ. Το ξέρεις πως δε θα γίνει ποτέ. Απλώς η αγάπη μου για σένα έγινε ανθρώπινη. Μάλλον αυτά τα δυο χρόνια που έχω να σε δω εξάλειψαν το ερωτικό της αγάπης μου για σένα. Υποθέτω τουλάχιστον. Γιατί αν ποτέ ξανασυναντηθούμε δεν ξέρεις πώς θα λειτουργήσει το συναίσθημα. Η καρδιά πάντα ήταν και πάντα θα είναι αυτόνομη. Μένει ανεπηρέαστη από εγωισμό και λογική. Κάνει του κεφαλιού της. Όπως και να ‘χει, όσο κι αν προχωράω χωρίς εσένα πια, η σκέψη σου είναι πάντοτε εδώ. Τα μάτια σου, η φωνή σου ακόμα κι όταν μου ζητούσες να χωρίσουμε ακόμα ηχεί στο μυαλό μου. Αυτά τα ημερολογιακά δυο χρόνια από τον χωρισμό μας σε μένα φαντάζουν δυο στιγμές. Σαν να ήταν μόνο δυο στιγμές.

Η ζωή σου προχώρησε με γρήγορους ρυθμούς. Δεν αναλώθηκες στο διαζύγιό σου. Και καλά έκανες. Ο νέος σου σύντροφος είναι και συνεργάτης σου, κάτι που σε βοηθάει και στο κυνήγι της κατάκτησης της καριέρας που τίποτα δεν έβαλες ποτέ πάνω από αυτή. Η δική μου προχωράει, έστω και με πιο αργούς ρυθμούς. Άλλες βλέπεις οι δικές μου προτεραιότητες. Αλήθεια, με θυμάσαι άραγε καθόλου; Έστω και λίγο, για λίγες στιγμές μονάχα. Όταν ακούς εκείνο το τραγούδι που ακούγαμε όταν ήμασταν ερωτευμένοι; Όλα αυτά που κάναμε μαζί. Όταν μου έκανες τη χάρη και κάναμε κάτι που ήξερες πως με ευχαριστεί. Μια συναυλία ας πούμε που ήξερες πως μου αρέσει να πηγαίνω. Όταν συναντάς κάποιον από τους κοινούς μας φίλους. Ξέρω πως προσπαθείς να τους πείσεις πως είσαι καλά από τότε που χωρίσαμε, πως προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου τον ίδιο πως είσαι καλά από τότε που χωρίσαμε. Όταν ακόμα μπαίνεις στο σπίτι που φτιάξαμε μαζί με τόσα όνειρα και τόσες προσδοκίες από τη ζωή μας; Αναρωτήθηκες ποτέ τι κάνω; Πώς είμαι;

Θα σου πω εγώ λοιπόν κι ας μη σε νοιάζει. Ακόμα κι αν δε διαβάσεις ποτέ αυτές τις γραμμές. Είμαι καλά. Τώρα πια είμαι καλά. Κι αν βρεθεί και για μένα εκείνος ο άνθρωπος που θα συνεχίσουμε μαζί, θα τον αγαπήσω διπλά. Μια για αυτόν και μια για σένα. Και θα δοθώ ξανά όπως δόθηκα σε σένα. Με ό,τι μου απέμεινε. Με ό,τι μου άφησες. Όσο για εσένα, πάντα θα νοιάζομαι. Πάντα θα είμαι εκεί για ό,τι χρειαστείς, γιατί πάντα είσαι μέρος της ζωής μου. Με έκανες με τον τρόπο σου αυτό που έχω γίνει και δε θα μετανιώσω ποτέ για αυτά που έζησα μαζί σου. Γιατί εσύ θα είσαι πάντα εσύ…