Έπειτα από αρκετά ποτήρια κρασί και μια μικρή ζαλάδα, σε κοίταξα, επιθυμώντας για μία φορά ακόμη να σε φιλήσω. Το βλέμμα σου έπεσε στο δικό μου και η ερώτησή σου με αιφνιδίασε.

«Γιατί με ερωτεύτηκες;»

Οι δύο μας, ποτέ δεν ξεφεύγαμε σε συναισθηματικές υπερβολές και λόγια περίσσια. Αρκούμασταν στη συντροφιά που κρατούσε ο ένας στον άλλον. Ακόμη και εάν πολλές φορές είχα αποτυπώσει με λόγια ετούτη την ερώτηση στο μυαλό μου, δεν έμοιαζαν ποτέ αρκετά σε αυτά που βίωνα όσο ήμουν μαζί σου. Κατέφυγα, όπως άλλωστε συνηθίζαμε να κάνουμε και οι δύο σχεδόν στα πάντα, στην λογοτεχνία –σε αυτό που εξαρχής μας εξίταρε και μας έφερε κοντά-.

«Είσαι πάντα, πάντα στο νου μου. Δε μου δίνεις χαρά, όπως δε μου δίνει χαρά ο εαυτός μου, αλλά είσαι μέσα μου, σαν τον ίδιο τον εαυτό μου» σου είπα.

Γέλασες, βγάζοντας έναν μικρό ήχο ευθυμίας που τόσο αγαπούσα, με το απόφθεγμά που χρησιμοποίησα από το Ανεμοδαρμένα ύψη της Emily Bronte .

Μα γνωρίζοντας και η ίδια πως η λογοτεχνία ήταν ανεπαρκής απάντηση, για να σου δώσω, αποφάσισα να σου αναλύσω μία και μόνο φορά γιατί σε επέλεξα μέσα από το τσούρμο των ανθρώπων.

Σ’ ερωτεύτηκα διότι λατρεύω τον τρόπο που γελάς. Τη δεξιά πλευρά του χείλους σου που ανεβαίνει λίγο παραπάνω από την αριστερή. Μου αρέσει ο τρόπος που μιλάς. Αυτός ο μη καθωσπρέπει, ο αντισυμβατικός τρόπος που σε κάνει αυτομάτως να ακούγεσαι περίεργος και ιδιότροπος στους άλλους. Για μένα σε κάνει μοναδικό και αναντικατάστατο. Ακόμη και όταν όλοι λένε «ουδείς αναντικατάστατος».

Αγαπώ την προσπάθεια σου να γίνεις κοινωνικά αποδεκτός, ενώ παράλληλα προσπαθείς να παλέψεις ενάντια σ’ αυτές τις συμβάσεις που τροφοδοτούν την κοινωνία μας. Την αγαπώ, επειδή για ‘μένα είσαι ό,τι πιο αποδεκτό υφίσταται σε αυτή τη πολυδιάστατη κοινωνία.

Σ’ ερωτεύτηκα επειδή προσπαθείς επανειλημμένα να γίνεις αστείος. Ακόμη κι εάν αποτυγχάνεις σε αυτό, κάθε φορά ερωτεύομαι την προσπάθεια σου αυτή. Όσο σκληρά κι αν το προσπαθείς, επειδή το κάνεις μόνο για μένα, μου είναι αρκετό. Τρελαίνομαι για τα κομμάτια εκείνα του εαυτού σου που όλος ο κόσμος αρνείται να δει σε σένα. Σ’ αντίθεση μ’ όλους τους άλλους, κόντρα σ’ αυτούς, όλα όσα εκείνοι δε μπορούν να βλέπουν, σε μένα είναι τόσο οφθαλμοφανή.

Δε σ’ ερωτεύτηκα ούτε για την εμφάνιση, ούτε για τίποτα απ’ αυτά που θεωρούνται όμορφα από εξωτερικής άποψης. Ερωτεύτηκα πρωτίστως το μυαλό σου και δευτερευόντως όλα αυτά που περικλείουν το εγώ σου. Ύστερα συνήθισα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά σου, μέχρι που ένιωσα πόθο ακόμη και γι’ αυτά.  Κι όλα όσα σου λέω, δεν είναι αρκετά για να εκφράσω αυτά που αισθάνομαι. Είναι ένα μικρό δείγμα απ’ όλα όσα αποτελούν τους λόγους που σε διάλεξα. Σε ερωτεύτηκα επειδή είσαι εσύ και εγώ είμαι εγώ. Για απλούς και σύνθετους λόγους. Άλλοι από αυτούς εξηγούνται και άλλοι όχι.

Αυτά σου είπα για το λόγο για τον οποίο σ’ ερωτεύτηκα. Κι εσύ γέλασες μ’ αυτή μου την ευχέρεια στο να χειρίζομαι το λόγο. Kαι λαμβάνοντας υπόψη σου την αμηχανία που θα ένιωθα σ’ ενδεχόμενη απάντησή σου, απλώς έσκυψες και με φίλησες. Και στο φιλί σου αυτό πήρα την πιο όμορφη απάντηση.

 

Επιμέλεια κειμένου: Ελευθερία Παπασάββα.