Είναι φορές που με υπερβαίνει το πείσμα σου. Που νιώθω την ανάγκη -που σταδιακά γίνεται λύσσα- να σου πω να ηρεμήσεις, να κάνεις πίσω. Πως πνίγομαι και θέλω χώρο κι αν πας πιο ‘κει θα θέλω κι άλλο και λίγο ακόμα, αν απομακρυνθείς. Είναι στιγμές που δε θέλω να έχω καμία ωριμότητα, που δε θέλω να καθίσω να βρω τις κατάλληλες λέξεις για να ανοίξουμε συζήτηση, μην τυχόν και τρομάξεις από τα «θέματα ενηλίκων». Που δε θέλω να πρέπει να προνοήσω για να γίνει κάτι κι έτσι απλά και μαγικά να έχει ήδη λυθεί.

Θέλω να είμαι εγώ το ανώριμο στοιχείο στη σχέση μας, να παθαίνω εγώ τις κρίσεις ταυτότητας, εγώ να ασχολούμαι με την τέχνη κι εσύ να φέρνεις τα λεφτά. Πολύ βολικό θα ήταν αυτό, για μένα, να ψάχνομαι σε μουσικές και ποίηση και λέξεις, να μη με νοιάζει πώς θα βγει ο μήνας κι ο χρόνος κι η ζωή. Σε ζηλεύω όταν τ’ αφήνεις όλα και με διαολεμένο τρόπο την τελευταία στιγμή βρίσκεις λύση, όσο εγώ αρρωσταίνω. Θέλω να είμαι στ’ αρχίδια μου με τη σοβαρότητα και την ευθύνη, μα δε μ’ αφήνει το δέρμα μου να γίνω. Κι έτσι, εγώ γεμίζω ψυχοσωματικά κι εσύ ψυχράδα.

 

 

Δεν είναι ότι μ’ αρέσει να είμαι τα όχι στα ναι σου. Δεν το απολαμβάνω κι ας νομίζεις το αντίθετο. Δεν τη βρίσκω, όπως λες, με το να σκέφτομαι το χειρότερο δυνατό σενάριο, με το να βρίσκω τον ψύλλο στ’ άχυρα με μαεστρία και να χαλάω τη χαρά με μίζερες κουβέντες. Μα αν έχεις προγραμματιστεί να είσαι κάτι ανάμεσα σε Εμπενίζερ και τη μάνα μου, δύσκολα μπορείς να κάνει το γαμήδι το φορμάτ. Κι είναι φορές που πραγματικά θέλω να σου δώσω χάδι και καταλήγω στον απέναντι καναπέ. Δεν ξέρω γιατί το κάνω. Σαν να θέλω χώρο που όμως ξέρω πως δε χρειάζομαι.

Τα έχεις όλα μου λένε, και δεν τα εκτιμάς. Σ’αγαπάει κι εσύ ταλαιπωρείσαι χωρίς λόγο. Ναι, ισχύει. Τα θέλω όλα και νιώθω ενοχές γι’ αυτό, κρατώ μεγάλη αχαριστία και ταυτόχρονα μια φιλοδοξία που είναι ασίγαστη. Βουλιμία και στα αισθήματα λοιπόν, όπως και στο φαγητό που δεν μπορώ να αφήσω πίσω μου. Κι εγώ σ’ αγαπώ και δε στο δείχνω όπως θέλεις. Χωρίς την τρυφεράδα που ζητάς, την ανεμελιά που σου λείπει. Σ’ αγαπώ τετράγωνα κι απόλυτα κι αισθάνομαι πως κάτι δε μου έχω συγχωρήσει. Αρχίζει να αχνοφαίνεται σιγά-σιγά, μα το κρύβω πριν τη μύτη του δω για να το τραβήξω στο φως.

Θα ήθελα πολύ να είμαι αυτό που θες. Θα ήθελα πολύ να είσαι αυτό που θέλω. Κι όμως, μέσα στο ανικανοποίητο, ξέρω πως είσαι ο άνθρωπός μου. Εκείνος που δεν του φέρομαι σωστά, γιατί τέτοιος μαλάκας είμαι. Εκείνος που δε μου φέρεται σωστά, γιατί με υπερ-υπολογίζει κι υποτιμά την ίδια του τη σκέψη. Άνιση η ευθύνη, όταν μπορείς και δε θέλεις να μεγαλώσεις και δεν μπορείς και θέλεις να μικρύνεις. Να ξέρεις όμως, πως δε θα τα παρατήσω. Δεν είναι πείσμα, δεν είναι καν βίτσιο. Είναι επιλογή πολύ συνειδητή, που έκανα από τότε που σε γνώρισα. Κι έτσι όπως σ΄ακούω από το μέσα δωμάτιο, θέλω να σε ρωτήσω:

Τι θα γίνει, θα ξεκολλήσουμε τώρα;

 

Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου