Έφτασε η μεγάλη μέρα. Αύριο παντρευόμαστε. Το πίστευες ότι μπορούσε να γίνει; Απίστευτο μου φαίνεται ακόμη.
Εσύ κι εγώ με δόξα και τιμή κι ενώπιων Θεού κι ανθρώπων.

Αν ζούσαμε στη Νέα Υόρκη θα ‘πρεπε να σου γράψω όρκους αγάπης, πίστης κι αφοσίωσης και το ίδιο θα ‘πρεπε να κάνει κι εσύ. Εδώ δε συνηθίζεται αυτό. Καλύτερα βέβαια, γιατί θα ντρεπόμουν αφάνταστα μπροστά σε τόσο κόσμο να σου πω πόσο σημαντικός και πολύτιμος είσαι για ‘μένα.

Θα το κάνω εδώ όμως για να μη χαθεί ποτέ και για να μην ξεχάσω κι εγώ η ίδια τα γιατί που με οδήγησαν να σε παντρεύομαι, να με παντρεύεσαι, να παντρευόμαστε.

Πριν από λίγο άδειασε το σπίτι. Θείοι, θείες, κουμπάροι, φίλοι, όλοι εδώ ήταν. Πολύ γέλασα κι άλλο τόσο συγκινήθηκα. Μας αγαπάνε απ’ ότι κατάλαβα.

Λέγαμε ιστορίες από τα παλιά, με προειδοποιούσαν για το τι έχω να τραβήξω σαν παντρεμένη, πως ήταν οι δικοί τους γάμοι τότε κι ευχές ευχές ευχές. Πόσο χαρούμενη μ’ έκαναν.

Ξέρω πως κάτι παρόμοιο έγινε και στο δικό σου σπίτι κι εύχομαι να πέρασες τόσο καλά όσο εγώ και να κατάλαβες κι εσύ πόσο ευτυχισμένος είσαι που αύριο θα γίνουν οι δυο σάρκες μας μία.

Δε θα σου πω πως οι λόγοι που σε διάλεξα είναι οι κλασσικοί. Ναι! Ασφαλώς και σ’ αγαπάω, σε θαυμάζω, σ’ εμπιστεύομαι, σ’ εκτιμώ και σε υπολογίζω και θεωρώ ότι είσαι ό, τι καλύτερο συνάντησα στο δρόμο μου. Δεν είναι μόνο αυτά όμως. Είναι κι άλλα που θα σου τα πω για να ξέρεις κάθε λεπτομέρεια.

Θέλω να γίνω γυναίκα σου γιατί δεν μπορώ να φανταστώ να κοιμάμαι χωρίς να ροχαλίζεις δίπλα μου. Το μισώ το ροχαλητό και το ξέρεις μα δεν μπορώ πια να ζήσω χωρίς αυτό.

Θέλω γιατί φτιάχνεις το καλύτερο παστίτσιο του κόσμου και θέλω να το τρώω πολύ συχνά.

Κι ακόμη γιατί ξέρεις να μαστορεύεις τα πάντα κι έτσι δε θα ανησυχώ ποτέ επειδή χάλασε κάτι.

Γιατί με μαλώνεις που αφήνω άπλυτα πιάτα το βράδυ κι εγώ γελάω με την παστρικότητα σου κι ας αφήνεις το μπάνιο σαν τη λίμνη των Ιωαννίνων.

Κι όταν μου κάνεις όλα τα χατίρια και με κακομαθαίνεις μου θυμίζεις έναν ακόμη λόγο που σου είπα το «I do».

Θέλω να γίνεις ο άντρας μου γιατί όταν μου λες να μη φοβάμαι, εγώ δε φοβάμαι εκτός αν πρόκειται για κάτι ακρίδες το καλοκαίρι. Αυτές θα τις φοβάμαι για πάντα.

Επίσης, ξέρω πόσο άγχος είχες για το τι σχέση θα ‘χω με την οικογένεια σου. Κι όταν μας βλέπεις να πίνουμε καφέ με τη μαμά σου, δεν το δείχνεις, αλλά εγώ βλέπω πως γυαλίζουν τα μάτια σου από χαρά κι ικανοποίηση ή καλύτερα από ανακούφιση.

Ξέρεις και γιατί ακόμη; Γιατί κι εσύ μ’ έκανες περήφανη στους δικούς μου γονείς και θα ‘ναι κι αυτοί ήσυχοι που θα ‘μαι μαζί σου. Ο μπαμπάς μου λέει σ’ όλους: «Κάναμε έναν πολύ καλό γαμπρό» και κορδώνεται σαν παγόνι.

Δεν μπορώ να φανταστώ άλλον για πατέρα των παιδιών μου, το ξέρεις; Κι αυτό εδώ το τετράμηνο πραγματάκι στην κοιλιά μου θέλω να έχει τα πάντα από ‘σένα.

Αρκετά το κούρασα κι αυτό όμως τόση ώρα. Ας κοιμηθώ. Να μας περιμένεις αύριο. Θα έρθουμε πακετάκι.

Α! Σ’ ευχαριστώ για όλα τα πριν και για όλα τα μετά.