Γράφει ο Ορέστης Αραβιάδης.

 

Όλοι, σε κάποια φάση αυτοανακάλυψης που αναζητήσαμε συμβουλές, έχουμε ακούσει ατάκες όπως «βρες τον εαυτό σου», «χάσε τον εαυτό σου για να τον βρεις». Κι ενώ μπορεί εκ πρώτης να ακούγονται κάπως χαοτικές και γενικόλογες, υπάρχει μια συγκεκριμένη οπτική που εξηγεί αυτές τις φράσεις και αρκετοί ενστερνίζονται. Υποδεικνύει πως οι άνθρωποι έχουμε ένα σύνολο χαρακτηριστικών και καλούμαστε να τα ανακαλύψουμε στη διάρκεια της ζωής μας.

Ο τρόπος να τα ανακαλύψουμε είναι, κατά τρόπο που κάποιος θα έλεγε περίεργο, να «χαθούμε» μέσα σε νέες εμπειρίες και κόσμους. Αυτό το χάσιμο για τον καθένα έχει διαφορετική ερμηνεία, όμως κάποιες από τις πιο συνηθισμένες είναι να βγεις από το comfort zone σου (ό,τι και να σημαίνει αυτό για σένα), να ταξιδέψεις μόνος σου, ή ακόμα και να δοκιμάσεις να αλλάξεις συνήθειες ώστε να εντοπίσεις αλλαγές σε σένα. Με λίγα λόγια, να σπάσεις αυτό το «κουτάκι» που έχεις και που σε κρατάει στα γνωστά σου μονοπάτια.

Παρ’ όλ’ αυτά, υπάρχει ένα σημείο το οποίο υπονοείται σε αυτήν την ιδέα. Αυτό είναι ότι ο χαρακτήρας μας είναι προκαθορισμένος κι εμείς καλούμαστε να τον βρούμε ή να τον φέρουμε στο προσκήνιο. Όμως, τι κι αν η προσωπικότητά μας, στην πραγματικότητα, αλλάζει ανάλογα με τη φάση ζωής στην οποία βρισκόμαστε, την κατάσταση που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε και, φυσικά, τα άτομα τα οποία περνάνε από τη ζωή μας με τον έναν ή τον άλλον τρόπο; Τι κι αν οι άνθρωποι δεν έχουμε μία συγκεκριμένη και ορισμένη (από τη γέννησή μας) ψυχοσύνθεση, αλλά είμαστε έργα τέχνης τα οποία δε σταματούν να μεταμορφώνονται; Σε κάποιους (συμπεριλαμβανομένου και εμού) αυτή η άποψη ταιριάζει περισσότερο.

Αν σκεφτούμε τις αλλαγές που βιώνει ένα άτομο κατά τη διάρκεια της ζωής του και ειδικότερα στις έντονα μεταβατικές περιόδους, μοιάζει λογικό να μεταβάλλεται ο εσωτερικός του κόσμος, είτε με αργούς, είτε με ραγδαίους ρυθμούς. Αυτές οι μεταβολές δεν τελειώνουν ουσιαστικά ποτέ, καθώς όσο μεγάλος κι αν είναι ένας άνθρωπος, σίγουρα θα εμφανιστούν μπροστά του νέα ερεθίσματα ή καταστάσεις που δεν έχει ξαναζήσει.

Αν το αναλύσουμε και σε ένα δεύτερο επίπεδο, υπάρχουν δύο πλευρές που αφορούν την αέναη αλλαγή του ψυχισμού μας. Κάπως έτσι, μπορεί αυτή η σκέψη να είναι καθησυχαστική, καθώς αυτό σημαίνει ότι δεν οδεύουμε προς κάποια τελική εκδοχή του «εαυτού». Γιατί, πολύ απλά, μία τέτοια εκδοχή μας δεν υφίσταται. Εκεί ακριβώς έρχεται κι ανθίζει μια αγνή αίσθηση γαλήνης στο μυαλό, αφού δεν υπάρχει κάποιο end goal με βάση το οποίο θα κριθούμε (από κάποιον ή κυρίως από εμάς) για το αν και πότε θα το φτάσουμε.

Από την άλλη πλευρά, μπορεί αυτή η συνεχής προσαρμογή του χαρακτήρα μας να μας στρεσάρει έντονα, γιατί αυτό σημαίνει ότι πάντα θα καλούμαστε να ισορροπούμε στη ζωή ενώ ταυτόχρονα αλλάζουμε κάτι. Σαν να καλούμαστε να συνηθίσουμε ένα διαρκές αίσθημα αβεβαιότητας, το οποίο δύσκολα μπορούμε να ερμηνεύσουμε. Κι ως γνωστόν, οι μεταβατικές περίοδοι δεν είναι και οι πιο εύκολες να επεξεργαστούν συναισθηματικά.

Αξίζει, λοιπόν, να ξεκινήσουμε να αναρωτιόμαστε σε ποια από τις δύο απόψεις συγκλίνουμε. Γιατί ίσως τότε, να έχουμε κάνει το πρώτο βήμα για να ζήσουμε με πιο ουσιαστικό τρόπο.

Συντάκτης: Guest Pillowfighter
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου