«Όταν πας φοιτητής θα δεις τι πάει να πει ζωή». Αυτή είναι η φράση που πλαισιώνει κάθε φαντασία γύρω από την έννοια της φοιτητικής ζωής πριν καν πατήσω στο πανεπιστήμιο. Μια περίοδος που κάθε στόμα την κάνει να φαντάζει το απόλυτο όνειρο. Η αλήθεια είναι πως όντως, αν είσαι στην κατηγορία που πέρασε μακριά από τον τόπο του, δεν μπορείς να ξαναδείς το πατρικό σου με το ίδιο μάτι για πολλούς λόγους. Ένας από αυτούς είναι γιατί στο φοιτητικό σου σπίτι, ζεις πραγματικά μεγάλες στιγμές.

Το μεγαλύτερο κομμάτι μου υπήρξε το φοιτητικό σπιτάκι μου- βλέπεις είναι απίστευτο πώς ένας χώρος 40τ.μ και τέσσερις τοίχοι σε κάνουν να νιώθεις την απόλυτη ελευθερία, ασφάλεια κι ανεξαρτησία παράλληλα. Ξαφνικά, είσαι υπεύθυνος για το τι θα φας, για το τι ώρα θα γυρίσεις κι ως δια μαγείας τα ρούχα μένουν στ’ άπλυτα αν δεν τα βάλεις στο πλυντήριο- κοιτά κάτι πράγματα περίεργα! Ξυπνάς την ώρα που θες, περιφέρεσαι γυμνός, καπνίζεις μέσα στο σπίτι ή και όχι, με διαπασών τη μουσική ή στην απόλυτη ησυχία, πλένεις τα πιάτα ή τ’ αφήνεις να στοιβάζουν, στην τάξη ή στην αταξία, η μικρή ζώνη ιδιοκτησίας σου είναι υπό την εξουσία σου για να κανείς ό,τι θες όποτε θες, όπως θες, όπως σου ταιριάζει καλύτερα, γιατί εδώ δεν υπάρχουν περιορισμοί και πρέπει εσύ σε ορίζεις.

Μια γκαρσονιέρα μ’ έναν καναπέ ένα τραπέζι κι ένα κρεβάτι, που γενικά δε θα σου γέμιζε το μάτι, κρατάει φυλαγμένα γέλια, κλάματα, φωνές, τσακωμούς, τα βραδιά με τους φίλους, τα τραγούδια, τα γενέθλια, τα μεθύσια, εκείνες τις φιλοσοφικές συζητήσεις μέχρι το πρωί, το σεξ, τους έρωτες, τα διαβάσματα της τελευταίας στιγμής για την εξεταστική, τους χωρισμούς, τους τσακωμούς, τους αποχωρισμούς- γιατί όλο κάποιος έφευγε αλλά εσύ έμενες.

Κρατάει τα πιο μεγάλα μυστικά· αυτό το σπίτι σε είδε στα καλύτερα και στα χειρότερά σου, ξέρει πώς είσαι όταν ξυπνάς και πώς όταν βγαίνεις υπέρλαμπρος, σε είδε να γελάς, να κλαις και να φωνάζεις, ξέρει τα πάντα, τη φωτεινή μεριά σου, τα σκοτάδια σου. Ήταν πάντα εκεί, σιωπηλά. Εκεί μέσα έμεινες μόνος, από εκεί ξεκίνησες ν’ ανακαλύπτεις τον εαυτό σου κι έπειτα τον κόσμο.

Και μετά από 5 χρόνια που ήδη έχεις ξενιτευτεί τα 2 πίσω στο πατρικό, γιατί global pandemic it was, ήρθε η ώρα να πάρεις πτυχίο να χαρεί και η μάνα σου και να τα μαζέψεις όλα οριστικά. Μα πώς αφήνεις αυτόν τον χώρο που στην πραγματικότητα φαίνεται το τίποτα, μα είναι τα πάντα; Που είναι συνώνυμο του τόπου, των φίλων, των εμπειριών, που ό,τι κι αν γινόταν μόλις έβαζες το κλειδί στην πόρτα  και γύριζες στη βάση σου ξαφνικά ήταν όλα καλά; Πού είναι κομμάτι σου πια;

Έρχεται κι η ώρα να πακετάρεις- τι να πρωτοβάλεις μέσα; Όλα τ’ αντικείμενα έχουν ιστορία να πουν, επομένως δε γίνεται να μείνουν πίσω, ούτε να πάνε πάνε άλλου. Χωράει μια κούτα τη ζωή σου; Χωράει όλη την ανεμελιά σου; Χωράει τα πιο όμορφα χρόνια σου, τέλος πάντων, μια κούτα;

Δύσκολο να φεύγεις, να γυρίζεις πίσω, ή να πηγαίνεις κάπου αλλού. Δύσκολο να κλειδώνεις και να μην ξαναγυρίζεις στην ίδια γειτονιά, δύσκολο να τ’ αφήνεις όλα πίσω. Αλλά έτσι λένε, κάθε αρχή και δύσκολη. Εγώ με τον απόλυτο συναισθηματισμό μου, θα πω και κάθε τέλος δυσκολότερο.

Να κρατάτε τα πιο όμορφα σε μια βαλίτσα, να εξοπλίζεστε με τις αναμνήσεις σας και να πηγαίνετε για τα επόμενα. Κι εκείνα ωραία θα είναι.

Ρεθυμνάκι, σ’ αγαπώ και σ’ ευχαριστώ για όλα, εις το επανιδείν.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Αναστασία Διαμαντοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου