Όταν δε γνωρίζεις την ίδια σου την ιστορία -το πώς και το γιατί- ανάμεσα στα χρόνια, ζεις μονάχα απ’ τη μια στην άλλη μέρα. Γιατί στο κάτω–κάτω της γραφής, κάτι, κάποτε, θα πρέπει να δημιουργήθηκε απ’ το τίποτα. Ακόμα και το νόμισμα έχει δύο όψεις. Όσο κι αν στριφογυρίζει στα δάχτυλά σου, δεν πρόκειται να το περιορίσεις.

Ακόμα κι αν προσπαθήσεις να το μεγαλώσεις και να καθορίσεις τη μια όψη του μπροστά σου, τόσο θα μεγαλώνει και θα καθορίζεται ταυτόχρονα κι η άλλη. Έτσι είναι ο παράδεισος και η κόλαση. Ενός και του ίδιου πράγματος. Είναι σαν να προσπαθείς να καταλάβεις πώς ζεις, χωρίς να καταλάβεις, την ίδια στιγμή, πως κάποτε θα φύγεις απ’ αυτή τη ζωή.

Αγαθή συνείδηση, αλλά στην τελική, παράδεισος χωρίς κόλαση υφίσταται; Όχι πως θα έπρεπε να σε προβληματίζει ιδιαίτερα. Πιθανόν φίλους, συγγενείς και έρωτες θα’ χεις και στα δύο μέρη. Άλλωστε κανένας δε γνωρίζει αν υπάρχει μετά θάνατον ζωή. Όλοι θα το καταλάβουμε αφού φύγουμε, όπως είπε και ο Γούντι Άλεν. Κι αν κάτι είναι βέβαιο, αφορά τον εγκέφαλο. Και τότε ίσως τα καταλάβεις όλα πλήρως. Ή μήπως όχι;

Κι ήρθαν στο παιδικό μυαλό σου δύο κόσμοι διαφορετικοί. Σ’ έναν πλανήτη που δεν ήταν σφαιρικός. Χάθηκες ανάμεσα σε κήπους ανθισμένους και ταυτόχρονα σε καζάνια που βράζουν. Μέχρι να γνωρίσεις πως στους ώμους σου, αριστερά και δεξιά, υπάρχει και κάτι άλλο. Αλλά δε φαίνεται. Αλλά με τον τρόπο τους σε τραβάνε προς τα πάνω ή προς τα κάτω. Από εσένα εξαρτάται.

Για να φτάσεις στο σημείο να βαδίζεις σε μία Γη, απομένοντας την αιώνια επιβράβευση ή τα παντοτινά μαρτύρια. Κι αν η κρίση είναι πάνσοφη, καθορίζεται, απ’ τα δικά σου ανθρώπινα πεπραγμένα. Επομένως ο Παράδεισός σου, η Κόλασή μου; Ή το αντίθετο; Ή μήπως και τα δύο ταυτόχρονα; Κοντολογίς, έννοιες οι οποίες έχουν ριζώσει, περισσότερο απ’ όσο μπορείς να θυμηθείς.

Κι άθελά σου μπήκες στον κόσμο της κοσμολογίας, της εσχατολογίας, της υπέρβασης, των πιστεύω κι έμαθες για θεούς, δαίμονες, αγίους και προγόνους. Έμαθες για φρικτά βασανιστήρια και τιμωρίες. Έμαθες για το δρόμο που θα πάρουν οι ενάρετοι και οι δίκαιοι αλλά και αυτόν που θ’ ακολουθήσουν οι δειλοί και οι εγκληματίες. Και στο τέλος έμπλεξες και τη φαντασία σου για έναν κόσμο που δεν ξέρεις. Παράδεισος ή κόλαση; Κάρμα, Νιρβάνα, Σαμσάρα ή Ναράκα; Ή τελικά ένα νόμισμα, που αν δεν το έχεις, μένεις εγκλωβισμένος κάπου στη μέση;

Ούτως ή άλλος, το “game over”, κάποια στιγμή θα’ ρθει. Και θα ήθελες κάποια πράγματα να τα είχες κάνει διαφορετικά. Δεν έχει σημασία το σωστό και το λάθος, το ηθικό και το ανήθικο, ή αν ήταν καλό ή κακό. Έχει να κάνει με το ίδιο το παιχνίδι της ζωής. Φυσικά δεν είναι επιτραπέζιο για να’ χει έξτρα πίστες και ευτυχώς, δεν υπάρχει κατηγορία, με ψήφο κοινού. Γιατί εκεί τα πράγματα θα’ τανε δύσκολα.

Αν σου έλεγαν πάντως να ψηφίσεις, τι θα διάλεγες και γιατί; Άφησε στην άκρη οτιδήποτε έχει σχεδιαστεί μόνο και μόνο για να ενισχύσει το ενοχικό σου στοιχείο και απάντησε αυτό που πραγματικά αισθάνεσαι.

Γιατί αν η ζωή σου ήτανε κόλαση και ήρθε κάποιος και την έκανε απόλαυση, αν περιμένεις στου παραδείσου τα μπουζούκια να πας, ή είναι ωραία τελικά στον παράδεισο, το μόνο που πραγματικά έχει νόημα είναι να βρεις το δρόμο που θα σου δείξει τη ζωή που θέλεις να ζήσεις. Και αυτός θα’ ναι ο Παράδεισός σου. Όσο για το διαφορετικό..το ξέρεις.

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου