Υπάρχουν σειρές που τις κουβαλάς και μετά το τελευταίο επεισόδιο. Που σου αφήνουν κάτι. Κι υπάρχουν κι εκείνες που απλώς τελειώνουν. Δυστυχώς, η Γη της Ελιάς κατάφερε να περάσει από την πρώτη κατηγορία στη δεύτερη. Και δεν ήταν το κοινό που άλλαξε. Ήταν η σειρά.
Ξεκίνησε σαν μια όμορφη ιστορία. Η υπέροχη Μάνη, με το μυστήριο και τη γη της, οι παλιές βεντέτες, οι ανομολόγητοι έρωτες, οι οικογενειακοί δεσμοί, όλα ήταν εκεί. Και στην αρχή, λειτούργησαν. Καθίσαμε, επενδύσαμε, δεθήκαμε. Ποιος θα ξεχάσει τη σχέση της Μυρτάλης με την Ιουλία; Την ψυχρότητα του Ιάκωβου; Τον Νικήτα που πάλευε με τον εαυτό του; Υπήρχε κάτι το αυθεντικό, υπήρχε κάτι ζωντανό.

Και μετά, κάτι ράγισε. Οι χαρακτήρες άρχισαν να αλλάζουν, όχι γιατί έπαιρναν μέρος στην εξέλιξη της σειράς, αλλά γιατί έπρεπε να προσαρμοστούν σε μια νέα, πρόχειρα γραμμένη πλοκή. Οι δολοφονίες έγιναν ρουτίνα. Οι συγκρούσεις ήταν πλέον τεχνητές, σαν να χρειαζόταν απλώς “κάτι να συμβαίνει”. Τα ζευγάρια χώριζαν και τα ξαναβρίσκανε χωρίς λόγο. Οι νέοι χαρακτήρες έμπαιναν με ταχύτητα μεγαλύτερη απ’ όσο φτιάχνονταν οι παλιοί. Και οι παλιοί… στο τέλος έσβηναν. Όχι με συγκίνηση, αλλά με μια βιασύνη ανεξήγητη.
Ο θάνατος του Μιλτιάδη, για παράδειγμα –ενός χαρακτήρα που κουβαλούσε ψυχή, φθορά, αλήθεια, δεν προκάλεσε καμία αντίδραση. Καμία αναμονή, κανένα δραματικό βάθος. Έγινε κι αυτό, πάμε παρακάτω. Ο Νίκος Κοσώνας έδωσε έναν ρόλο από τους λίγους που δεν έμοιαζαν με ρόλο. Ήταν άνθρωπος. Και τον χάσαμε έτσι. Ήσυχα, άδοξα, χωρίς καμία έμπνευση.

Και το φινάλε του 4ου κύκλου; Δεν ήταν φινάλε. Ήταν ένα αμήχανο τελευταίο επεισόδιο, με ανθρώπους που απλώς λένε ατάκες, έτσι για να τις πούνε. Δεν υπήρξε λύτρωση, δεν υπήρξε κάθαρση. Υπήρξαν μόνο χαμηλοί τόνοι, ένα ψεύτικο χαμόγελο και μια υποψία πως όλοι, και οι συντελεστές και οι θεατές, θέλαμε απλώς να τελειώσει. Αυτό είναι το πιο θλιβερό: όχι ότι δεν έκλαψες στο τέλος, αλλά ότι ένιωσες σαν να είχες σταματήσει να παρακολουθείς καιρό πριν, και να μένεις από συνήθεια.
Ο Ε’ κύκλος και μεγάλος επίλογος της δραματικής σειράς «Η γη της ελιάς» έρχεται το φθινόπωρο στο νέο πρόγραμμα του MEGA. Όμως, έχει χάσει τους πιο θερμούς οπαδούς της. Και δεν είναι ότι μιλάμε για κακή σειρά. Το αντίθετο θα έλεγα. Είναι όμως μια σειρά που αρνήθηκε να σταματήσει όταν έπρεπε. Που κουράστηκε, αλλά δεν ήξερε να το πει. Και κάπου εκεί, μέσα στην κόπωση και την επανάληψη, χάθηκε.
Ίσως, τελικά, δεν είναι το τέλος που καθορίζει μια ιστορία, αλλά το πώς σε αφήνει. Κι εμάς, μας άφησε χωρίς κάτι να πούμε. Κι αυτό πονάει περισσότερο απ’ το να είχε τελειώσει με πόνο.
