Ό,τι και να περίμενε το κοινό της Δευτέρας 11 Αυγούστου στην Ανατολική Τάφρο Χανίων, σίγουρα δεν ήταν αυτό. Η παράσταση «Ο θάνατος του εμποράκου» είχε μπει στο πιο έντονο σημείο της, οι ηθοποιοί έδιναν ψυχή και σώμα στη σκηνή και ξαφνικά, από έξω, φωνές και φασαρία έκοψαν τη μαγεία σαν μαχαίρι.
Μιλάμε για τόσο δυνατές φωνές και τόσο έντονη οχλαγωγία, που οι ηθοποιοί δυσκολεύονταν να βρουν τον ρυθμό τους, ενώ οι θεατές κοιτούσαν γύρω τους εκνευρισμένοι, προσπαθώντας να πιάσουν τις ατάκες μέσα από τον θόρυβο. Παρόμοια περιστατικά έχουν καταγραφεί και στο παρελθόν μάλιστα, πράγμα που αποτελεί υψίστη ασέβεια, όχι μόνο προς τους επαγγελματίες ηθοποιούς που εκείνη τη στιγμή δίνουν την ψυχή τους στο σανίδι, μα και για το κοινό το οποίο έχει δώσει τα χρήματά του για να παρακολουθήσει μια θεατρική παράσταση- πόσω δε μάλλον τη συγκεκριμένη, που είναι μία από τις καλύτερες των τελευταίων ετών με ένα κείμενο- αριστούργημα του Μίλερ. Ένα έργο με βαρύνουσα σημασία, που πραγματεύεται τη σύγχυση που νιώθει ο γονέας αλλά και ο σύγχρονος άνθρωπος όταν αποτυγχάνει να επιβιώσει οικονομικά και καταλήγει φυλακισμένος της ζωής και του μυαλού του.

Στο τέλος, ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης, εμφανώς φορτισμένος, άφησε στην άκρη τον ρόλο του και μίλησε σαν άνθρωπος που αγαπά το θέατρο αλλά δεν αντέχει άλλο την ασέβεια:
«Αν θέλετε να έχετε φεστιβάλ εδώ και να βλέπετε παραστάσεις, και να βοηθάτε κι εμάς να προσφέρουμε το 100% από αυτό που μπορούμε, πρέπει να πείσετε τον δήμο σας να σταματήσει αυτό το πράγμα που γινόταν απ’ έξω. Την ώρα που πάμε να ερμηνεύσουμε, να μας κράζουν απ’ έξω. Ντροπή τους.
Ειλικρινά λυπάμαι που κάνω αυτή την κατάθεση, αλλά δε γίνεται. Απηυδήσαμε όλοι μας, ένας θίασος ολόκληρος. Αν θέλουν να μας κράξουνε, δε χρειάζεται να ξανάρθουμε».
Το κοινό απάντησε με θερμό χειροκρότημα, σαν να ήθελε να πει «είμαστε μαζί σας». Κι η αλήθεια είναι ότι αν η πόλη θέλει να συνεχίσει να φιλοξενεί σπουδαίες παραστάσεις σε έναν τόσο ιδιαίτερο χώρο, κάτι πρέπει να αλλάξει. Γιατί είναι λυπηρό στη χώρα που γέννησε το θέατρο να έχουμε τέτοια περιστατικά που δείχνουν ότι εμείς οι ίδιοι πρώτα απ’ όλα δε σεβόμαστε την ιστορία μας και την κουλτούρα μας.
Η θέαση μιας παράστασης σε ένα καλοκαιρινό φεστιβάλ, κάτω από τον έναστρο ουρανό, είναι μια εμπειρία που αξίζει να ζει κάθε πόλη της Ελλάδας. Ας το θυμόμαστε αυτό, την επόμενη φορά που θα επιλέξουμε να μη σεβαστούμε θιάσους που ταξίδεψαν μέχρι την πόλη μας, μόνο και μόνο για να εκλάβουν φωνές κι ασέβεια από εμάς. Ή έστω, κάποιους από εμάς.