Υπάρχουν σκηνές στον κινηματογράφο που μένουν χαραγμένες στη μνήμη και μάλιστα, είναι ικανές να επηρεάσουν ολόκληρη την κοσμοθεωρία μας. Στην ταινία Η Παναγία των Παρισίων της Disney, ο δικαστής Φρολό τραγουδά την «Κόλαση», μια δραματική εξομολόγηση που ισορροπεί ανάμεσα στην επιθυμία και την καταστροφή και σίγουρα συνιστά μια τέτοια σπουδαία στιγμή με τη δική της σημασία. Ο Φρολό, λοιπόν, νιώθει ακατανίκητη έλξη για την Εσμεράλδα, αλλά αντί να αναγνωρίσει αυτό το συναίσθημα, το αντιμετωπίζει ως δαιμονικό πειρασμό και η ενοχή που κουβαλάει όλη του τη ζωή, τον μεταμορφώνει σε ένα άκαρδο και σκληρό πλάσμα που θεωρεί ότι πρέπει να κυριαρχεί απέναντι στους ανθρώπους. Το αποτέλεσμα εδώ, είναι ο έρωτας να μετατρέπεται σε εμμονή και η εμμονή σε μίσος.

 

 

Αν και στη συγκεκριμένη ταινία εμπλέκονται τα ρατσιστικά κίνητρα, και η αίσθηση της αυτοτιμωρίας που διακατέχει τον συγκεκριμένο άνθρωπο μετά το “αγάπησα τον εχθρό μου” αλλά και το “καταπάτησα τα θρησκευτικά μου καθήκοντα και πιστεύω”, σε μια πιο γενική εκδοχή, πραγματεύεται το πόσο εύκολα μπορούμε και συγχέουμε την αγάπη με την προσκόλληση. Μια προσκόλληση που μπορεί να περάσει στην παθογένεια, την καταδίωξη, την καταστροφή

Ο έρωτας μοιάζει με εκείνη τη στιγμή που βλέπουμε κάποιον και νιώθουμε πως κάτι άλλαξε. Είναι η φλόγα που φουντώνει γρήγορα και μας γεμίζει ενθουσιασμό. Στα social media, αυτό συχνά εκφράζεται με ατελείωτο scrolling στο προφίλ του άλλου, με καρδιές στα stories ή με τη γνωστή ανυπομονησία για το πότε θα απαντήσει στο μήνυμα. Αυτό δεν είναι πρόβλημα από μόνο του, ασφαλώς, ούτε ορίζει κάποια παθογένεια, αλλά περισσότερο σημείο των καιρών μας σε σχέση με την αρχή του έρωτα. Είναι το σύγχρονο “θα έρθω κάτω από το σπίτι σου”, ή “θα σου πετάξω πετραδάκια στο παράθυρό σου”. Το ζήτημα είναι τι κάνουμε μετά: αφήνουμε το συναίσθημα να εξελιχθεί σε κάτι πιο ώριμο ή κολλάμε τόσο πολύ που αρχίζουμε να χάνουμε τον εαυτό μας;

 

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.

 

Η αγάπη, από την άλλη, είναι κάτι διαφορετικό. Είναι η ικανότητα να βλέπουμε τον άλλο όπως πραγματικά είναι και να τον αποδεχόμαστε. Στην πράξη σημαίνει ότι δε χρειάζεται να στέλνουμε 50 μηνύματα τη μέρα για να βεβαιωθούμε ότι μας αγαπά· σημαίνει εμπιστοσύνη, σεβασμός και διάθεση να αφήνουμε χώρο.

Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά: η αγάπη αφήνει τον άλλον ελεύθερο, η εμμονή θέλει να τον κρατάει φυλακισμένο. Το πρόβλημα είναι ότι κι αυτή, ξεκινά συχνά με τον ίδιο ενθουσιασμό που έχει κι ο έρωτας, αλλά καταλήγει σε σκοτεινά μονοπάτια, αναλόγως και με το πόσο σκοτεινά είναι τα κίνητρα. Είναι όταν το «μου αρέσεις» γίνεται «χωρίς εσένα δεν υπάρχω». Είναι το «αν δε σε έχω εγώ, τότε κανείς». Είναι όταν η ζήλια, η ανασφάλεια και η ανάγκη ελέγχου παίρνουν τη θέση του σεβασμού. Στην πραγματική ζωή, αυτό φαίνεται σε σχέσεις όπου ο ένας ψάχνει συνεχώς το κινητό του άλλου, απαιτεί να ξέρει πού βρίσκεται ανά πάσα στιγμή ή θυμώνει αν δεν πάρει απάντηση αμέσως. Κι αυτή είναι η αρχή, μιας αλυσίδας συμπεριφορών που μπορούν να ξεφύγουν σε καταστροφικό βαθμό. Και φυσικά δεν είναι αγάπη· είναι φόβος μεταμφιεσμένος σε πάθος. Και ο φόβος, όπως μας δείχνει το τραγούδι του Φρολό, οδηγεί μόνο στην καταστροφή.

 

Η Παναγία των Παρισίων» παραμένει η πιο τολμηρή Ταινία της Ντίσνεϋ -  ελculture - Θέατρο, Μουσική, Τέχνη & Πολιτισμός

 

Στον κόσμο του Φρολό, η αγάπη λείπει παντελώς. Δεν τον ενδιαφέρει η Εσμεράλδα ως πρόσωπο με όνειρα και δικαιώματα· τη βλέπει σαν αντικείμενο που πρέπει να κατακτήσει και δαιμονοποιεί ο ίδιος την επιθυμία του, για να έχει άλλοθι για τις πράξεις του. Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι μια σκηνή από ταινία του ’90 μιλάει κατευθείαν στη σημερινή μας πραγματικότητα.  Στον κόσμο των dating apps, των «seen» και των emojis, είναι εύκολο να μπερδέψουμε την έντονη έλξη με κάτι πιο βαθύ. Κι όμως, η ουσία παραμένει ίδια: ο έρωτας είναι υπέροχος, αλλά μόνο όταν δε χάνει την ισορροπία του και δε μετατρέπεται σε εμμονή.

 

5 λεπτομέρειες από ταινίες της Disney που μικρός ούτε καν είχες αντιληφθεί! - Neopolis

 

Ο Φρολό δεν είναι απλώς ένας κακός χαρακτήρας· είναι η προσωποποίηση του τρόπου με τον οποίο ορισμένοι άνθρωποι μεταφράζουν την έλξη σε κίνδυνο και την επιθυμία σε απειλή. Το τραγούδι αυτό, είναι ένας καθρέφτης που μας θυμίζει τη διαφορά ανάμεσα στον αληθινό έρωτα και στη σκοτεινή προσκόλληση. Ο έρωτας μπορεί να εξελιχθεί σε αγάπη όταν δίνει χώρο, σεβασμό και ελευθερία. Αν όμως γίνει εμμονή, τότε η φλόγα που θα έπρεπε να μας ζεσταίνει καίει τα πάντα γύρω της. Κι ίσως αυτή να είναι η μεγαλύτερη αλήθεια που μας αφήνει το τραγούδι: η αγάπη δεν είναι να πεις «δικός μου» ή «δικιά μου», είναι να πεις «ελεύθερος δίπλα μου».

 

Παρθένα Μαρία, η ευσέβειά μου είναι γνωστή,
εκκλησιάζομαι και κοινωνώ
Παρθένα Μαρία, η αγνότητά μου στη ψυχή
είναι παράδειγμα για τους πιστούς
Μα πως, Παναγία, πως για αυτούς χορεύει ωραία;
Το κορμί της πως πετάει φωτιές;
Τη νιώθω, τη βλέπω, ο ήλιος στα μαλλιά της δύει
και χάνω τα μυαλά μου, ο λογικός

Σκοτάδι κι ανάβει, ο πόθος μου ορμεί
σημάδι του Άδη, σαν χάδι στο κορμί

Μα, είμαι αθώος! Δε φταίω εγώ!
Φταίει η τσιγγάνα, αυτή φωτιά είναι, θα καώ!
Δε φταίω εγώ που ο δυνατός είναι ο διάβολος και όχι ο Θεός

Παρθένα Μαρία, τη μάγισσα ετούτη εδώ
μην την αφήνεις τις ψυχές να καίει
Τη λένε Εσμεράλδα, την κόλαση να πάει να βρει,
αλλιώς, μόνο για μένα να αναπνέει

Σκοτάδι του Άδη, τσιγγάνικη καρδιά
Απόψε το βράδυ θα ανάψω πυρκαγιά

Ο Θεός μαζί της.
Ή θα υποκύψει ή θα την πετάξω στη φωτιά.

Συντάκτης: Μαρίνα Παναγοπούλου