Να ξεκινήσουμε από τα βασικά; Ο Πάνος Ρούτσι ζητά το αυτονόητο: εκταφή του γιου του, Ντένις, ώστε να γίνει ταυτοποίηση της σορού και πλήρεις τοξικολογικές εξετάσεις. Στο μεταξύ, το σώμα του πληρώνει το τίμημα. Εξετάστηκε από γιατρό, η οποία διαπίστωσε εμφανή κατάπτωση, απώλεια 18–20% της μυϊκής μάζας και συνέστησε άμεσα διακοπή της απεργίας πείνας και μεταφορά σε νοσοκομείο για χορήγηση ορού. Παρ’ όλα αυτά, ο ίδιος δηλώνει ότι θα μείνει στο Σύνταγμα «μέχρι να δικαιωθεί».

Σε αυτό το σκηνικό, δύο «γαλάζιες» παρεμβάσεις –από τον Νίκο Δένδια και τον Δημήτρη Μαρκόπουλο– διαφοροποιούν τη θέση τους από την ηχηρή κυβερνητική σιωπή και τάσσονται υπέρ του αιτήματός του. Η κυβέρνηση, όμως, επιμένει στην αποστασιοποιημένη γραμμή ότι «το θέμα ανήκει αποκλειστικά στη Δικαιοσύνη». Θεσμικά ορθό; Ναι. Αρκεί; Όταν ένας πατέρας λιγοθυμά στο πεζοδρόμιο, η σιωπή μοιάζει περισσότερο με άρνηση πολιτικής ευθύνης παρά με σεβασμό των θεσμών.

 


 

Να τα πάρουμε από την αρχή: 

Ιατρική εικόνα: Εξαντλημένος, καταβεβλημένος, με σοβαρή απώλεια μυϊκής μάζας (18–20%). Η σύσταση είναι σαφής: λήξη της απεργίας πείνας και ενυδάτωση με ορό σε νοσοκομείο.

Η απόφαση του ίδιου: Παρά τον κίνδυνο, ο Ρούτσι παραμένει στο Σύνταγμα. Αυτό δεν είναι «επικοινωνία». Είναι η έσχατη πράξη ενός γονιού που θεωρεί ότι χωρίς την εκταφή δε θα μάθει ποτέ την αλήθεια.

Τι σημαίνει πρακτικά η εκταφή; Πρόκειται για διαδικασία που μπορεί να αποσαφηνίσει κρίσιμα ζητήματα ταυτοποίησης και να επιτρέψει εξειδικευμένες τοξικολογικές/ιστοπαθολογικές αναλύσεις. Δε «ξαναγράφει» κατ’ ανάγκη την υπόθεση· κλείνει όμως τα τελευταία κενά βεβαιότητας. Αυτό ακριβώς διεκδικεί ο πατέρας.

 


 

Τι δήλωσαν Δένδιας και Μαρκόπουλος

Νίκος Δένδιας: «Δε διανοούμαι να απαγορευτεί το δικαίωμα ενός πατέρα να διερευνήσει τον θάνατο του παιδιού του». Η διατύπωση είναι καθαρή, σχεδόν προστατευτική του «δικαιώματος αναζήτησης της αλήθειας».

Δημήτρης Μαρκόπουλος: Καλεί «η Δικαιοσύνη να κάνει αυτό που πρέπει άμεσα, πριν να είναι αργά», ενώ σημειώνει ότι δεν πρέπει «να υπάρξουν άλλα λάθη».

 

 

Ενώ διατυπώνονται ξεκάθαρα πολιτικά μηνύματα υπέρ του αιτήματος, η κεντρική κυβερνητική στάση παραμένει σε «θεσμική σιγή». Ναι, η υπόθεση είναι της Δικαιοσύνης. Όμως, το κράτος διαθέτει και εργαλεία επιτάχυνσης και διευκόλυνσης διαδικασιών, καθώς και την υποχρέωση να θωρακίσει την πρόσβαση των πολιτών στα αποδεικτικά μέσα, όταν δεν προσκρούει σε ανυπέρβλητα νομικά εμπόδια. Η επίκληση του θεσμικού πλαισίου δεν μπορεί να ισοδυναμεί με πολιτική ακινησία – ιδίως όταν το ρολόι της υγείας χτυπά αντίστροφα.

 


 

Τα νομικά:

Δίκη: Η πρόεδρος Εφετών Λάρισας έδωσε το «πράσινο φως» για άμεσο προσδιορισμό της δίκης που αφορά 36 μη πολιτικά πρόσωπα. Αυτό δείχνει κινητικότητα στον βασικό κορμό της υπόθεσης.

Ευρωπαϊκή εποπτεία: Στην Αθήνα βρίσκεται η Ευρωπαία εισαγγελέας, Λάουρα Κοβέσι, η οποία προαναγγέλλει συνέντευξη Τύπου με ερωτήσεις και για τα Τέμπη (και τον ΟΠΕΚΕΠΕ). Η παρουσία της επιβάλλει επιπλέον θεσμική πίεση για διαφάνεια, ακεραιότητα αποδείξεων και ταχύτητα.

 

Πού «κουμπώνει» η εκταφή;

Ενισχύει την αποδεικτική αλυσίδα (ιδίως αν υπάρχουν αμφιβολίες ή κενά).

Μειώνει τις σκιές στη δημόσια σφαίρα. Σε τραγωδίες υψηλής κοινωνικής έντασης, η αίσθηση ότι «όλα ελέγχθηκαν» είναι μέρος της δικαιοσύνης.

Η καθυστέρηση βλάπτει διπλά – υπονομεύει την υγεία του απεργού και φθείρει το κύρος των θεσμών.

 

Η επίσημη γραμμή «μιλάει» για τήρηση αρμοδιοτήτων. Όμως η σιωπή, όταν απέναντι έχει έναν πατέρα που λιώνει στο πεζοδρόμιο, ακούγεται εκκωφαντική. Κανείς δε ζητά κυβερνητική παρέμβαση στη δικαιοσύνη. Ζητά όμως το ελάχιστο πολιτικό σθένος να διασφαλιστεί ότι τα νόμιμα αιτήματα εξετάζονται άμεσα, καθαρά, χωρίς γραφειοκρατικούς λαβύρινθους.

Με τη δίκη να προσδιορίζεται και το ευρωπαϊκό βλέμμα στραμμένο στη χώρα, η υπόθεση μπαίνει σε νέα φάση. Κι όσο ο Πάνος Ρούτσι αδυνατίζει στο Σύνταγμα, το ελάχιστο που οφείλουμε –πολιτεία, θεσμοί, κοινωνία– είναι να μην αφήσουμε την αλήθεια να χαθεί πίσω από διαδικαστικούς ψιθύρους. Η Δικαιοσύνη πρέπει να πράξει «άμεσα, πριν να είναι αργά».