Η ενσυναίσθηση αποτελεί μία από τις σημαντικότερες κοινωνικοσυναισθηματικές δεξιότητες, που συμβάλλουν ουσιαστικά στη δημιουργία ενός θετικού και υποστηρικτικού μαθησιακού περιβάλλοντος. Στο πλαίσιο της σχολικής τάξης, δεν περιορίζεται απλώς στην ικανότητα κατανόησης των συναισθημάτων των άλλων, αλλά επεκτείνεται στην ενεργή ανταπόκριση σε αυτά, με σεβασμό, κατανόηση και διάθεση για συνεργασία. Η ανάπτυξη της ενσυναίσθησης αποτελεί βασικό παράγοντα για την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και της αμοιβαίας αποδοχής μεταξύ μαθητών, ενώ ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι καθοριστικός στη διαμόρφωση ενός τέτοιου κλίματος.
Ο εκπαιδευτικός, ως πρότυπο συμπεριφοράς και φορέας αξιών, έχει την ευθύνη να καλλιεργεί την ενσυναίσθηση τόσο μέσα από τη διδασκαλία όσο και μέσα από τη στάση και τη συμπεριφορά του. Η καθημερινή του αλληλεπίδραση με τους μαθητές προσφέρει αμέτρητες ευκαιρίες για την ανάπτυξη της συναισθηματικής νοημοσύνης. Με τον τρόπο που ακούει, αντιδρά, επιλύει συγκρούσεις και ενθαρρύνει τη συμμετοχή, διδάσκει έμμεσα στους μαθητές πώς να αντιλαμβάνονται και να σέβονται τα συναισθήματα των άλλων. Αυτή η στάση ενισχύει το αίσθημα ασφάλειας και εμπιστοσύνης μέσα στην τάξη, κάνοντας τη μάθηση πιο ανθρώπινη και ουσιαστική διαδικασία.
Η ενσυναίσθηση συμβάλλει καθοριστικά και στην πρόληψη ή αντιμετώπιση φαινομένων σχολικού εκφοβισμού. Όταν οι μαθητές μαθαίνουν να αναγνωρίζουν και να κατανοούν τα συναισθήματα των συμμαθητών τους, μειώνεται η πιθανότητα εκδήλωσης επιθετικών ή αποκλειστικών συμπεριφορών. Ο εκπαιδευτικός, μέσα από ομαδικές δραστηριότητες, παιχνίδια ρόλων και συζητήσεις, μπορεί να καλλιεργήσει την ικανότητα των παιδιών να «μπαίνουν στη θέση του άλλου» και να αναπτύσσουν μια πιο ανθρώπινη, ουσιαστική στάση απέναντι στη διαφορετικότητα.
Επιπλέον, η ενσυναίσθηση συνδέεται άμεσα με τη βελτίωση της μαθησιακής επίδοσης. Οι μαθητές που νιώθουν ότι ο εκπαιδευτικός τους κατανοεί και τους υποστηρίζει, δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τη μάθηση, περισσότερη αυτοπεποίθηση και διάθεση συνεργασίας. Αυτή η θετική σχέση αποτελεί τη βάση για την καλλιέργεια κινήτρων και την ενίσχυση της εσωτερικής παρακίνησης. Ένας εκπαιδευτικός που προσεγγίζει με ενσυναίσθηση τους μαθητές του μπορεί να προσαρμόσει τη διδασκαλία στις ανάγκες και τις δυνατότητές τους, συμβάλλοντας έτσι στη συμπεριληπτική εκπαίδευση και την αποδοχή της ποικιλομορφίας.
Η ανάπτυξη της ενσυναίσθησης στην τάξη απαιτεί συνεργασία ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές. Μέσα από προγράμματα κοινωνικοσυναισθηματικής αγωγής, βιωματικά εργαστήρια και δράσεις συνεργασίας, μπορεί να ενισχυθεί η επικοινωνία και η αλληλοκατανόηση μεταξύ όλων των μελών της σχολικής κοινότητας. Η ενσυναίσθηση δεν είναι έμφυτη ιδιότητα, αλλά δεξιότητα που καλλιεργείται σταδιακά μέσα από εμπειρίες, παρατήρηση και ανοιχτό διάλογο.
Στη σύγχρονη εκπαιδευτική πραγματικότητα, με τις ποικίλες κοινωνικές και πολιτισμικές προκλήσεις, η ενσυναίσθηση είναι απαραίτητο εφόδιο για κάθε εκπαιδευτικό. Η διαχείριση διαφορετικών μαθησιακών αναγκών, η ένταξη μαθητών από ποικίλα πολιτισμικά περιβάλλοντα και η υποστήριξη παιδιών που αντιμετωπίζουν ψυχοκοινωνικές δυσκολίες απαιτούν ευαισθησία, κατανόηση και προσαρμοστικότητα. Η ενσυναίσθηση λειτουργεί ως θεμέλιο της παιδαγωγικής σχέσης και συμβάλλει στην οικοδόμηση ενός σχολείου που προάγει όχι μόνο τη γνώση, αλλά και την ανθρώπινη επικοινωνία και αλληλεγγύη.
Συνοψίζοντας, η ενσυναίσθηση στην τάξη αποτελεί βασικό παράγοντα για τη δημιουργία ενός θετικού μαθησιακού κλίματος και την ενδυνάμωση των διαπροσωπικών σχέσεων. Ο εκπαιδευτικός, μέσα από τη συνειδητή καλλιέργεια αυτής της δεξιότητας, μπορεί να διαμορφώσει ένα περιβάλλον όπου κάθε μαθητής νιώθει αποδεκτός, σεβαστός και ικανός να εξελιχθεί. Έτσι, η εκπαίδευση αποκτά ουσιαστικό ανθρωπιστικό χαρακτήρα, ανταποκρινόμενη στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας.
