Αν κάποιος μας έλεγε ότι στη Θεσσαλονίκη ένας ηλικιωμένος άντρας πέρασε πάνω από επτά ώρες στο κρατητήριο επειδή έκοψε ένα… κλαδάκι δεντρολίβανου από το παρτέρι ενός νοσοκομείου, θα νομίζαμε πως κάνει πολύ, αλλά πολύ κακό χιούμορ. Κι όμως. Ο παππούς βρέθηκε στο νοσοκομείο για να επισκεφθεί έναν συγγενή του, και καθώς έκανε τη βόλτα του, έκοψε ένα μικρό κλαδί —σε μια στιγμή που μια όμορφη μυρωδιά μπορεί να σου φέρει χαρά και όμορφα συναισθήματα. Ο σεκιούριτι όμως τον είδε και τον κατήγγειλε για κλοπή δημόσιας περιουσίας.
Αποτέλεσμα; 7 ώρες ταλαιπωρίας στα κρατητήρια, λες και μιλάμε για κάποιον που διέπραξε σοβαρό αδίκημα. Ο εισαγγελέας τελικά τον άφησε ελεύθερο, όμως το περιστατικό ξεπερνάει κάθε όριο λούμπεν γραφικότητας. Είναι ενδεικτικό μιας κοινωνίας που έχει χάσει εντελώς το μέτρο.
Την ίδια στιγμή που βλέπουμε εγκλήματα, βία, διαφθορά που φτάνει στο επίπεδο να μας τραβήξει η Ευρώπη το αυτί, και καθημερινές αδικίες να περνούν στο ντούκου και να είναι άλλη μια Παρασκευούλα στη χώρα αυτή, ένας ηλικιωμένος άνθρωπος σέρνεται στο τμήμα επειδή έκοψε ένα βότανο από ένα παρτέρι. Όχι γιατί έκανε κάτι τρομερό, αλλά γιατί το σύστημα έχει μάθει να “δείχνει δύναμη” στους αδύναμους, στους ανυπεράσπιστους, στους εύκολους στόχους, την ίδια στιγμή που προστατεύει φραπέδες και υπουργούς που “δεν ήξεραν”.
Αυτό δεν είναι “προστασία του πολίτη”. Είναι κακοποίηση της λογικής. Και όταν η λογική πάψει να έχει θέση στη δικαιοσύνη, τότε το κράτος παύει να είναι κράτος δικαίου και γίνεται απλώς ένα θέατρο παραλογισμού. Στη χώρα μας, κοντεύουμε να ξεχάσουμε τι ακριβώς σημαίνει αυτό το κράτος δικαίου κι απλά ξυπνάμε άλλη μια μέρα, με άλλη μια στιγμή παραφροσύνης.
Γιατί τελικά, σε μια χώρα που φυλακίζει έναν παππού για ένα κλαδάκι δεντρολίβανου, δεν υπάρχει ούτε ίχνος διάκρισης, ούτε ίχνος ευαισθησίας — μόνο μια γραφειοκρατία που έχει ξεχάσει τι στο καλό έχει τελικά σημασία, όταν μιλάμε για παραπτώματα.