Κάπου ανάμεσα στα ghosting, στις «δεν είμαι έτοιμος για σχέση» ατάκες και στα ξεψυχισμένα first dates με καφέδες που κρυώνουν πριν καν ζεσταθεί η συζήτηση, γεννήθηκε μια νέα ψυχολογική κατάσταση: ο ετεροπεσιμισμός. Είναι εκείνη η φάση στο dating όπου κυριολεκτικά δεν έχεις απλώς κουραστεί, έχεις περάσει σε άλλη διάσταση. Δεν απογοητεύεσαι πια. Δε νευριάζεις. Δεν περιμένεις. Απλά κοιτάς γύρω και λες: «Παιδιά, πραγματικά… δεν αξίζει κανείς τον κόπο». Και δεν είναι πως δε θες σχέση. Θες. Απλά όχι με κάποιον που θα σου πει «θα σε πάρω σε λίγο» και θα χαθεί για τρεις μέρες, επειδή «έμπλεξε». Όχι με κάποιον που νομίζει ότι επικοινωνία είναι τέσσερα emojis τη μέρα. Όχι με κάποιον που θεωρεί φυσιολογικό να σε έχει standby μέχρι να δει αν προέκυψε κάτι καλύτερο το Σάββατο βράδυ.
Τι είναι όμως ο ετεροπεσιμισμός; Και γιατί έχει γίνει τόσο viral; Πρόκειται λοιπόν για έναν συνδυασμό κούρασης, ρεαλισμού και ξενέρωσης – όλα σε ένα! Δεν είναι μίσος προς το αντίθετο φύλο· είναι απλά η συνειδητοποίηση ότι το dating έχει καταντήσει κωμωδία. Ότι δεν υπάρχει καμία όρεξη να μπεις ξανά στο ίδιο μοτίβο: γνωριμία, ενθουσιασμός, επαφή, ghosting, επαναφορά τύπου “hey stranger”, drama, διάψευση. Repeat.
Είναι η στιγμή που βλέπεις κάποιον αντικειμενικά όμορφο, έξυπνο, ενδιαφέρον και αντί να ενθουσιαστείς, το πρώτο συναίσθημα είναι… κάτι μεταξύ βαρεμάρας και υποψίας. Σαν να λες μέσα σου: «Τέλειος φαίνεται. Άρα κάτι θα πάει στραβά». Από την άλλη, δεν μπαίνεις καν στον κόπο να ανοίξεις dating app, γιατί ξέρεις τι σε περιμένει: άλλα πέντε “hey, what’s up?” που δεν οδηγούν πουθενά. Βλέπεις παντού κόκκινες σημαίες πριν καν εμφανιστούν. Μερικές φορές πριν καν εμφανιστεί ο άνθρωπος (creepyyyyy). Επίσης, έχεις κατά κάποιο τρόπο αναπτύξει ένα περίεργο superpower: καταλαβαίνεις από το πρώτο voice note αν θα καταλήξεις να τσακωθείς με κάποιον. Και παρόλο που οι φίλοι σου λένε «δώσε μια ευκαιρία», εσύ σκέφτεσαι: «Έχω δώσει ήδη 567, ευχαριστώ!». Τέλος, δεν κάνεις πια overthinking – αυτό κι αν είναι νέο. Έχεις περάσει πια στο στάδιο του “underthinking”. Το βλέμμα που λέει: «Δε θα μπω καν στη διαδικασία».
Πώς φτάσαμε όμως όλοι σε αυτήν την κατάσταση; Πολύ απλά, γιατί με τόσες επιλογές όλοι νομίζουν ότι μπορούν να βρουν κάτι «λίγο καλύτερο». Και τελικά καταλήγουμε όλοι μόνοι, επειδή κανείς δε νιώθει ποτέ αρκετά «τέλειος» για να δεσμευτεί κάποιος μαζί του. Επίσης, όταν το commitment έχει γίνει taboo, το ξενέρωμα είναι αναμενόμενο. Πώς να ενθουσιαστείς με κάποιον που κάνει σαν να είναι crime να του αρέσεις λίγο παραπάνω; Ακόμα, δεν υπάρχει πια ξεκάθαρο ενδιαφέρον. Υπάρχουν breadcrumbs. Μικρά ψίχουλα προσοχής, τόσο λίγα για να μη φύγεις αλλά ποτέ αρκετά για να νιώσεις ότι είσαι επιλογή ή προτεραιότητα. Τέλος, κάθε failed talking stage σου κλέβει λίγη ενέργεια. Στο τέλος δε μένει και πολύ κουράγιο για να ξαναμιλήσεις σε άτομο για το αγαπημένο χρώμα και τις σειρές που βλέπει ο άλλος.
Και ναι, όλη αυτή η κατάσταση είναι εξουθενωτική και έχει φυσικά συνέπειες! Πλέον σε διακατέχει μονίμως μια απαλή, σταθερή αδιαφορία. Όχι μίσος. Όχι απογοήτευση. Απλά… τίποτα. Γίνεσαι πιο επιλεκτικός χωρίς να το προσπαθείς. Θέλεις κάποιον που να είναι «εύκολος» — όχι με την έννοια του απλού, αλλά του ξεκάθαρου. Εκτιμάς πια την ηρεμία πιο πολύ από τον ενθουσιασμό. Σταμάτησες να romanticize-άρεις ανθρώπους που σου έδωσαν… ένα χαμόγελο και μια καλημέρα – γιατί είναι απλά ένα χαμόγελο και μια καλημέρα!
Στο τέλος όμως, είναι πραγματικά έτσι; Δεν αξίζει κανείς πια; Εδώ είναι το twist. Ο ετεροπεσιμισμός δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν αξιόλογοι άνθρωποι. Σημαίνει ότι έχεις κουραστεί τόσο πολύ που δεν έχεις ενέργεια να φιλτράρεις άλλο. Δεν θες να κυνηγάς, να αποδεικνύεις, να εξηγείς, να διορθώνεις. Χάνεις το ενδιαφέρον, άρα και να βρεθεί το σωστό άτομο, δεν θα έχεις τη δύναμη να το κυνηγήσεις, να το εξερευνήσεις ή στο τέλος να το αγαπήσεις. Να ξέρεις όμως – στο λέω γιατί το μόνο που θες είναι έναν άνθρωπο που θα κάνει το αυτονόητο: θα δείξει ότι θέλει. Κι επειδή αυτό έχει γίνει πια σπάνιο στις μέρες μας, γίνεται πιο εύκολο να πεις: «Δεν αξίζει κανείς».
Ο ετεροπεσιμισμός λειτουργεί ως μηχανισμός αυτοπροστασίας. Είναι σαν ψυχικό firewall. Δεν είναι ότι δε θες αγάπη. Είναι ότι θες να μη χάσεις άλλο κομμάτι του εαυτού σου σε ανθρώπους που δε σου δίνουν χώρο. Και στην πραγματικότητα, πολλές φορές, ο ετεροπεσιμισμός είναι το τελευταίο στάδιο πριν βρεις κάποιον πραγματικά αξιόλογο. Όταν έχεις ηρεμήσει, σταματήσει να κυνηγάς και έχεις ανεβάσει τα standards. Δεν είναι καταδίκη· είναι ξεκούραση. Κάπως έτσι πρέπει να το βλέπεις.
Ο ετεροπεσιμισμός είναι κάτι σαν μια ήσυχη επανάσταση: «Δε θα δώσω παραπάνω απ’ ό,τι λαμβάνω. Δε θα με πείσω ξανά ότι κάποιος “θα αλλάξει”. Δεν θα κουραστώ άλλο για κάτι που δε με γεμίζει». Και κάπως έτσι, ανάμεσα σε λύπες, ghosting και κουρασμένα ραντεβού, βρίσκεις τελικά χώρο για κάτι αληθινό. Γιατί όταν σταματάς να κυνηγάς το «οτιδήποτε», αφήνεις χώρο για τον σωστό.
