Υπάρχει μια μεγάλη παρεξήγηση γύρω από τον έρωτα. Μια σύγχυση θα τη χαρακτηρίζαμε καλύτερα, που σέρνεται από γενιά σε γενιά, από τραύματα σε τραύματα, από μοναξιές σε μοναξιές: πως για να αγαπήσεις αληθινά πρέπει να διεκδικήσεις, να κερδίσεις, να δέσεις, να κρατήσεις, να μην επιτρέψεις να «φύγει» αυτό που φοβάσαι ότι θα χάσεις.

Και κάπως έτσι, μέσα σε αυτόν τον ατέρμονο και φαύλο κύκλο, η αγάπη – το πιο ελεύθερο αερικό που υπάρχει στον κόσμο – γίνεται κλουβί. Όχι επειδή έτσι είναι. Αλλά επειδή έτσι τη μάθαμε.

Η αλήθεια, όμως, μέσα από τα δικά μου μάτια, είναι απλή και λαμπερή, σχεδόν απενεχοποιητικά καθαρή: Ο άνθρωπος δεν ερωτεύεται για να καταπιεί τον άλλον, τον ερωτεύεται όμως για να καταφέρει να τον αναγνωρίσει. Για να τον δει, να τον συναντήσει εκεί κάπου στα μισά. Να τον αναγνωρίσει σαν κάτι βαθιά οικείο, σαν μια ψυχή που δε χρειάζεται χειρισμό, έλεγχο ή κατοχή για να ανθίσει. Ο έρωτας δεν είναι πράξη κυριαρχίας, είναι όμως, λοιπόν, μια καθαρή πράξη αναγνώρισης.

Πολλές φορές οι άνθρωποι μπερδεύουν δυστυχώς την ασφάλεια με την κατοχή και σκέφτονται: «Αν είναι δικός μου, δεν θα φύγει», «Αν τον κρατήσω κοντά, δε θα τον χάσω», ή «Αν τον περιορίσω, θα νιώσω ασφαλής». Μόνο που δεν κατάλαβαν πως αυτό που κρατιέται με το ζόρι δεν μένει ποτέ. Και αυτό εν τέλει που μένει από φόβο, δεν είναι ποτέ αληθινό και αυθεντικό.

Σε μια υγιή σχέση, ο άλλος δεν υπάρχει για να μας γεμίσει, δεν είναι η προσωπική μας αποθήκη αγάπης, επιβεβαίωσης και προσοχής, αλλά είναι ένα άλλο σύμπαν που απλώς επιθυμεί και επιλέγει αυτόβουλα να συναντήσει το δικό μας.

Ξέρετε, υπάρχει ένας χρυσός κανόνας – όπως τον αποκαλώ εγώ –: «Αγαπώ χωρίς να καταναλώνω. Συνδέομαι χωρίς να καταπίνω. Αγκαλιάζω χωρίς να φυλακίζω». Και αυτή ακριβώς η αυτογνωσία λειτουργεί ως έδαφος για να ανθίσει ένας δεσμός. Υγιής σχέση σημαίνει να κουβαλάει ο καθένας το δικό του φως, όχι να ζει ο ένας μόνο από το φως του άλλου. Σκεφτείτε πως όταν ο έρωτας γίνεται ή μετατρέπεται σε ανάγκη, τότε γεννιούνται η ζήλια, ο έλεγχος, οι ανασφάλειες, οι δοκιμασίες, οι ψυχικές ταλαιπωρίες. Απεναντίας όμως, όταν ο έρωτας γίνεται συνειδητή επιλογή, τότε γεννιέται το θαύμα: δυο άνθρωποι που μπορούν να είναι μόνοι τους, αλλά επιλέγουν να είναι μαζί.

Το πρόβλημα, να σας πω την αλήθεια, δεν είναι ποτέ ο έρωτας, και ας τα ρίχνουν όλοι πάνω σε αυτόν. Το πραγματικό πρόβλημα – αν θέλουμε βέβαια να είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας – είναι ο φόβος που βάζουμε γύρω του. Να τον ονοματίσουμε κιόλας αν επιθυμείτε… Λέγεται φόβος της εγκατάλειψης, φόβος της απόρριψης, φόβος ότι αν δεν «κρατήσουμε» τον άλλον, θα χαθεί. Όμως, να σας πω κάτι πέρα για πέρα αληθινό; Ο έρωτας ο πραγματικός δε χάνεται. Οι άνθρωποι χάνονται από τον ίδιο τους τον εαυτό, όχι από τον άλλον.

Η αυτογνωσία μας μαθαίνει πως ο σύντροφός μας δεν είναι θεραπευτής, σωτήρας ή κενό που πρέπει με το στανιό να γεμίσουμε. Ο σύντροφός μας είναι συνοδοιπόρος, είναι καθρέφτης, είναι σημαντικός για την εξέλιξή μας, αλλά δεν είναι ο σωτήρας των προβλημάτων και των εσωτερικών μας μαχών.

Αναγνώριση εξάλλου σημαίνει: ΣΕ ΒΛΕΠΩ… Το να αναγνωρίζεις έναν άλλον άνθρωπο πραγματικά και ουσιαστικά σημαίνει να τον βλέπεις όπως ακριβώς είναι: με τα όριά του, τις ανάγκες του, τις ιδιαιτερότητές του, τα όνειρά του, τις ρωγμές του. Σημαίνει να τον αγαπάς χωρίς να θες να τον αλλάξεις σε κάτι που είναι πιο βολικό για εσένα. Χωρίς να του τραβάς την ενέργεια, τον χρόνο, την ελευθερία του. Χωρίς να τον χρειάζεσαι για να νιώσεις εσύ ότι υπάρχεις. Και όλα αυτά γιατί η αγάπη δεν είναι πείνα, δεν είναι δίψα, δεν είναι κατανάλωση. Η αγάπη όμως είναι αναγνώριση, είναι χώρος και είναι αναπνοή. Γι’ αυτό λοιπόν η αναγνώριση είναι τόσο σημαντική, επειδή είναι ακριβώς εκείνη η στιγμή που δυο ψυχές συναντιούνται πραγματικά – όχι για να αλληλοκαταστραφούν, αλλά για να αλληλοφωτιστούν.

Όσο πιο ελεύθερη λοιπόν είναι η σχέση, τόσο πιο ασφαλής γίνεται. Όσο πιο αυθεντική και συνειδητή είναι η σύνδεση, τόσο πιο βαθιά και σταθερή γίνεται. Δε χτίζεται επομένως με ματιές ελέγχου, αλλά με ματιές κατανόησης. Δε χτίζεται με πνιγμό, αλλά με οξυγόνο. Γιατί η αγάπη που καταπίνει κάποια στιγμή κουράζει, η αγάπη όμως που αναγνωρίζει στο τέλος ωριμάζει.

Για τον λόγο αυτό, το μήνυμα που πρέπει να αλλάξει μέσα μας σιγά σιγά είναι πως ήρθε η στιγμή να σταματήσουμε να κατηγορούμε τον έρωτα για πληγές που άνοιξαν οι φόβοι μας. Ο έρωτας δε φταίει, η αγάπη δε φταίει, ο τρόπος που αγαπήσαμε φταίει. Ο τρόπος που προσκολληθήκαμε, ο τρόπος που ξεχάσαμε τον εαυτό μας και ο τρόπος που πιστέψαμε ότι πρέπει να «κρατήσουμε», αντί να αφήσουμε τον άλλον να έρθει επειδή θέλει – όχι επειδή απλώς δεν έχει επιλογή.

Να θυμάστε πως εκεί που η αγάπη είναι φως, δε χρειάζεται να νιώθουμε το βάρος. Ας μάθουν λοιπόν οι άνθρωποι να ερωτεύονται για να συναντήσουν τον άλλον, όχι για να τον καταπιούν. Ας μάθουν να αφήνουν την αγάπη να ανασαίνει, να απλώνεται, να γίνεται γέφυρα και όχι κλουβί. Γιατί η αγάπη που βασίζεται στην αναγνώριση και όχι στην κατοχή είναι η μόνη που αντέχει. Είναι η μόνη που εξελίσσει και η μόνη που απελευθερώνει και τους δυο. Και στο τέλος της ημέρας, ο πιο υγιής έρωτας είναι αυτός που μας κάνει να μοιάζουμε περισσότερο με τον φωτεινό μας εαυτό – όχι με τη φοβισμένη εκδοχή μας.

Κρατήστε πως ό,τι δε δίνει χώρο δεν είναι αγάπη. Και ό,τι φωτίζει, ποτέ δε χρειάζεται να καταναλώσει φως για να υπάρξει.

Συντάκτης: Φραγκούλα Χατζηαγόρου