Υπάρχουν μέρες που το χαμόγελο μοιάζει με ξένο αντικείμενο πάνω στο πρόσωπό σου. Δε γεννήθηκε από μέσα σου. Το έβαλες όπως φοράς κάτι που δε σε βολεύει αλλά το χρειάζεσαι για να περάσεις απαρατήρητος. Μια κίνηση που έμαθες τόσο καλά, που πλέον τη μηχανεύεσαι πριν καν προλάβεις να αναρωτηθείς τι νιώθεις.

Ζούμε στην εποχή του αναγκαστικά χαρούμενου.
Του ανθρώπου που πρέπει να εκπέμπει φως ακόμη κι όταν μέσα του έχει νυχτώσει.
Της κουλτούρας όπου το χαμόγελο έγινε όχι συναίσθημα αλλά μάσκα.
Μια μάσκα που κρατάμε γερά για να μη βγει προς τα έξω τίποτα που θα φανεί «βαρύ».

Και το πιο παράξενο είναι πως αυτή η ανάγκη δε γεννήθηκε μέσα μας. Μας τη φόρεσαν. Μια κοινωνία που φοβάται την αληθινή θλίψη, γιατί δεν ξέρει πώς να τη δεχτεί. Μια κοινωνία που θέλει ανθρώπους γυαλισμένους, πάντα διαθέσιμους, πάντα προσαρμοσμένους στο ιδανικό της ευτυχίας. Ακόμα κι όταν αυτό το ιδανικό μοιάζει ασφυκτικό. Σε μαθαίνει να κρύβεις τον πόνο σου για να μην «χαλάσεις το κλίμα», λες και η ανθρώπινη ψυχή είναι διακόσμηση. Σου δείχνει πως η ευαλωτότητα είναι αδυναμία, ενώ στην πραγματικότητα είναι το μόνο σημείο που σου θυμίζει πως είσαι άνθρωπος και όχι ρόλος. Και κάπως έτσι ξεχνάμε πως η ζωή δεν είναι εικόνα. Είναι αλήθεια.

Η κοινωνία δεν ζητάει απλώς να είσαι καλά.
Ζητάει να φαίνεται.
Ζητάει απόδειξη.
Φωτογραφίες που λένε «η ζωή μου είναι ωραία».
Stories που γράφουν «το vibe μου σήμερα είναι φωτεινό».
Εικόνες που θυμίζουν χαρά, όχι γιατί τη ζεις, αλλά γιατί πρέπει να την πείσεις να σε ακολουθήσει.

Κι εσύ, χωρίς να το συνειδητοποιείς, γίνεσαι εργολάβος της εικόνας σου.
Φτιάχνεις φωτεινά πλάνα για να κρύψεις σκοτεινές στιγμές.
Προσπαθείς να δείχνεις εντάξει για να μη φοβίσεις κανέναν.
Κρύβεις ό,τι νιώθεις, γιατί φοβάσαι ότι θα χαλάσει την εικόνα που περιμένουν από εσένα.

Όμως η αλήθεια έχει δικό της τρόπο να χτυπάει την πόρτα.
Δε φωνάζει.
Κουράζει.

Η μεγαλύτερη ψυχική εξάντληση δεν είναι η δουλειά, ούτε οι υποχρεώσεις.
Είναι η συνεχής προσπάθεια να φαίνεσαι καλά ενώ δεν είσαι.
Είναι το να χαμογελάς «για να μη ρωτήσουν».
Το να χαμογελάς «για να μην ανησυχήσει κανείς».
Το να χαμογελάς επειδή φοβάσαι ότι η αλήθεια σου θα κάνει τους άλλους να απομακρυνθούν.

Αυτό το χαμόγελο δε φωτίζει τίποτα. Απλώς καλύπτει.

Και όσο μεγαλώνει η απόσταση ανάμεσα σε αυτό που δείχνεις και σε αυτό που νιώθεις, τόσο μικραίνεις εσύ.
Γίνεσαι μια σκιά πίσω από το φως που προσπαθείς να εκπέμπεις.
Χάνεις τις αποχρώσεις σου.
Χάνεις τη φωνή σου.
Χάνεις την ανάσα σου χωρίς να σε βλέπει κανείς.

Η σιωπή που κρατάς μέσα σου δεν είναι ουδέτερη.
Είναι ένα βάρος που απλώνεται στον ύπνο σου, στην ενέργειά σου, στη διάθεσή σου.
Είναι η στιγμή που λες «όλα καλά» ενώ το σώμα σου σε τραβάει προς τα κάτω.

Όσα δεν λέμε δεν εξαφανίζονται.
Απλώς βρίσκουν άλλους τρόπους να ακουστούν.
Γίνονται πονοκέφαλοι χωρίς λόγο.
Γίνονται απίστευτη κόπωση που δεν χωράει σε λέξεις.
Γίνονται εκείνο το «κάτι δεν πάει καλά και δεν ξέρω τι είναι».

Η ψυχή, όταν δεν της δίνεις φωνή, μιλάει με το σώμα.

Και μέσα σε όλο αυτό, υπάρχει μια αλήθεια που η εποχή μας προσπαθεί να θάψει:
Το «δεν είμαι καλά» δεν είναι αδυναμία.
Δεν σε μειώνει.
Δεν σε μικραίνει.
Δεν κάνει τη ζωή σου «βαριά».

Το «δεν είμαι καλά» είναι ανθρώπινο.
Είναι πράξη θάρρους.
Είναι η στιγμή που σταματάς να φροντίζεις την εικόνα σου και αρχίζεις να φροντίζεις εσένα το μέσα σου!

Η πιο δύσκολη εξομολόγηση δεν είναι στους άλλους.
Είναι στον εαυτό σου.
Να πεις: «Κουράστηκα να προσποιούμαι ότι είμαι κάτι που δεν είμαι».
Να δεις την κούρασή σου χωρίς να την ακυρώσεις.
Να ακουμπήσεις την αλήθεια σου χωρίς να ψάξεις αμέσως τρόπο να την κάνεις «τακτοποιημένη».

Και ξέρεις τι γίνεται όταν το κάνεις;
Δεν έρχεται καταστροφή.
Δεν χαλάει κανενός το χατίρι.
Δεν πέφτει ο κόσμος.

Απελευθερώνεσαι.

Όταν κατεβάζεις τη μάσκα, για πρώτη φορά μετά από καιρό, το πρόσωπό σου ανασαίνει.
Όχι γιατί βρήκε ξαφνικά τη χαρά.
Αλλά γιατί σταμάτησε να κουβαλάει μια χαρά που δεν ήταν δική του.

Το φως που έρχεται μετά δεν είναι φτιαχτό.
Δεν είναι επιτηδευμένο.
Δεν είναι “να φανώ καλά”.
Είναι ησυχία.
Είναι χώρος.
Είναι η στιγμή που νιώθεις ότι ίσως, κάπως, μπορείς να ξαναβρείς τη χαρά σου χωρίς να τη σκηνοθετήσεις.

Το επόμενο χαμόγελο που θα εμφανιστεί στο πρόσωπο σου
Δεν θα είναι πάντα φωτεινό.
Αλλά θα είναι αληθινό.
Και αυτό το χαμόγελο, το μικρό, το δικό σου, έχει περισσότερη αξία από δέκα βεβιασμένες φωτογραφίες.

«Η χαρά δεν είναι κάτι που κατακτιέται με προσπάθεια. Είναι κάτι που εμφανίζεται όταν σταματάς να πολεμάς τον εαυτό σου και του δίνεις χώρο να υπάρξει όπως είναι. Κι όταν τολμήσεις να πεις την αλήθεια σου, ακόμη κι αν τρέμει μέσα σου, νιώθεις το βάρος να αλλάζει θέση. Δεν σε πλακώνει πια. Σου ανοίγει δρόμο. Και τότε καταλαβαίνεις πως εκείνο που σε ξαναφέρνει στη ζωή δεν είναι αυτό που δείχνεις προς τα έξω, αλλά η ηρεμία που γεννιέται μέσα σου όταν επιτέλους δε φοβάσαι να σε δεις.»

Συντάκτης: Ηρώ Γ.
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη