Ναι, όλοι μιλάνε για το χθεσινό λάθος στην εκπομπή του Γιώργου Λιάγκα. Όπως όλοι μιλούν για την υπόθεση με τον «γνωστό τραγουδιστή» —αυτόν που όλοι ξέρουν, κανείς δεν κατονομάζει και όλοι «κάτι έχουν ακούσει»— που είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς ο κιτρινισμός ντύνεται ενημέρωση και πουλιέται σαν υπευθυνότητα.

Για μέρες τώρα, τα κανάλια παίζουν το ίδιο παιχνίδι: λένε χωρίς να λένε, υπονοούν χωρίς να κατονομάζουν, αφήνουν σκιές χωρίς αποδείξεις. «Ακούγεται ότι», «πληροφορίες αναφέρουν», «ενδέχεται να υπάρξουν καταγγελίες». Λέξεις προσεκτικά διαλεγμένες ώστε να μην αναλαμβάνει κανείς την ευθύνη τους, αλλά αρκετά βαριές για να ρίξουν λάσπη. Κι εδώ ακριβώς αρχίζει το πρόβλημα: όταν μιλάμε για πιθανές καταγγελίες ασέλγειας, μιλάμε για εξαιρετικά σοβαρά ζητήματα που δεν αντέχουν ούτε υπαινιγμούς για τα νούμερα, ούτε τηλεοπτικά παιχνίδια λέξεων.

Στο Πρωινό του ΑΝΤ1, ο Γιώργος Λιάγκας και οι συνεργάτες του ασχολήθηκαν με την υπόθεση, προβάλλοντας και δηλώσεις πρώην εργαζόμενου νυχτερινού κέντρου, ο οποίος γνώριζε τον τραγουδιστή και ανέφερε πως δεν είχε ποτέ σωματοφύλακες. Μέχρι εδώ, θα μπορούσε κανείς να πει ότι πρόκειται για μια πληροφορία στα πλαίσια ρεπορτάζ. Το ζήτημα, όμως, δεν ήταν αυτό. Το ζήτημα ήταν η στιγμή που ο Τάσος Τεργιάκης, προαναγγέλλοντας το θέμα, ανέφερε από το πουθενά το όνομα του Γιώργου Μαζωνάκη —για να το πάρει πίσω λίγα δευτερόλεπτα μετά, λέγοντας ότι το είπε «εν τη ρύμη του λόγου» και ότι το είχε διαβάσει σε δημοσιεύματα.

Το ίντερνετ, το είδε και το σχολίασε:

 

 

 

Και κάπου εκεί καταλαβαίνεις πόσο επικίνδυνο είναι αυτό το «εν τη ρύμη του λόγου». Γιατί ένα όνομα που θα ειπωθεί στον αέρα, έστω και για ένα δευτερόλεπτο, δεν ξε-ακούγεται. Δε μαζεύεται. Δε σβήνεται. Ακόμη κι αν συνοδεύεται από διευκρίνιση, η ζημιά έχει ήδη γίνει. Ο θεατής κρατά αυτό που άκουσε πρώτο. Κι αυτό είναι ακριβώς το παιχνίδι του κιτρινισμού: να ρίχνει σπίρτα και μετά να προσποιείται ότι φυσάει για να σβήσει τη φωτιά.

Το πιο προβληματικό, όμως, δεν είναι μόνο η βιασύνη ή η προχειρότητα. Είναι η συνολική αντιμετώπιση. Όλο αυτό το σκηνικό μοιάζει δευτερογενές, σχεδόν αδιάφορο μπροστά στη σοβαρότητα των όσων υπονοούνται. Αν υπάρχουν καταγγελίες, πρέπει να αντιμετωπιστούν θεσμικά, με ευθύνη, με σεβασμό στα φερόμενα θύματα και με απόλυτη προσοχή στα δικαιώματα όλων. Αν δεν υπάρχουν, τότε το τηλεοπτικό «ψιθυρολόγιο» δεν είναι απλώς άστοχο —είναι ανήθικο.

Γιατί τελικά, αυτό που βλέπουμε δεν είναι δημοσιογραφία. Είναι ένα θέατρο σκιών, όπου οι λέξεις χρησιμοποιούνται σαν προπέτασμα: αρκετές για να δημιουργήσουν εντύπωση, αλλά ποτέ αρκετές για να στηρίξουν αλήθεια. Και όσο τα κανάλια συνεχίζουν να παίζουν με τόσο σοβαρά θέματα σαν να είναι τηλεοπτικά teasers, το πρόβλημα δε θα είναι ο «γνωστός τραγουδιστής». Θα είναι το ίδιο το σύστημα που επιλέγει το υπονοούμενο αντί για την ευθύνη.