Δυο γυναίκες. Δυο θρύλοι. Μια τεράστια φιλία. Μια ιστορία γυναικείας αλληλεγγύης κι υποστήριξης. Η ξανθιά Μέριλιν, το απόλυτο σύμβολο του σεξ κι η Αφροαμερικανή Έλλα, η βασίλισσα της τζαζ. Mocambo 1950, το πιο δημοφιλές τζαζ κλαμπ του Χόλιγουντ. Σε μια εποχή που η Έλλα δεν μπορούσε να τραγουδήσει λόγω ρατσιστικής αντιμετώπισης και στην ίδια εποχή που η Μέριλιν, αν και σούπερ σταρ, αψήφησε τα στερεότυπα.

Η ίδια η Έλλα έχει αναφέρει χαρακτηριστικά: «Έχω μεγάλο χρέος στη Μέριλιν Μονρόε. Πήρε τηλέφωνο μόνη της τον ιδιοκτήτη του Mocambo και του ζήτησε να κανονίσει παραστάσεις για μένα. Αν το δεχόταν και το έκανε τότε η ίδια θα ήταν παρούσα κάθε βράδυ στο μπροστινό τραπέζι και πως τα ΜΜΕ θα τρελαίνονταν. Ο ιδιοκτήτης δέχθηκε, η Μέριλιν ήταν κάθε βράδυ εκεί και στο μαγαζί γινόταν το αδιαχώρητο. Από εκεί και πέρα δε χρειάστηκε να παίξω ποτέ ξανά σε κάποιο μικρό κλαμπ.»

Ένα τηλεφώνημα λοιπόν που έγινε το πρώτο σκαλί που θα απογείωνε την καριέρα της Έλλα. Γιατί όμως έγινε εκείνο το τηλεφώνημα; Στις αρχές της καριέρας της η Μέριλιν είχε επηρεαστεί από τη φωνή της Έλλα καθώς ήταν τόσο αισθαντική. Ρόλο σ’ αυτό έπαιξε και η προτροπή του δασκάλου της φωνητικής να αγοράσει δίσκους της Έλλα και να τους ακούσει 100 φορές συνεχόμενα! Ήταν όμως μόνο η ιδιαίτερη φωνή της που είχε δημιουργήσει αυτή τη συμπάθεια στη Μέριλιν;

Μπορεί εκ πρώτης όψεως να ήταν εντελώς διαφορετικές, όμως αυτές οι δυο γυναίκες είχαν πιο ουσιαστικούς λόγους που θα ένωναν τις ψυχές τους. Είχαν τόσα κοινά βιώματα αρχής γενομένης από τα παιδικά τους χρόνια, τα οποία ήταν δύσκολα και τραυματικά, τόσο για τη μια όσο και για την άλλη. Η Μέριλιν μεγάλωσε την περίοδο της δεκαετίας του 1930 που υπήρχε η παγκόσμια οικονομική ύφεση. Παιδί αγνώστου πατρός και με μια μητέρα η οποία ήταν ψυχικά ασταθής. Αναγκαστικά είχε δοθεί σε ανάδοχες οικογένειες κι άλλαζε σπίτια συνεχώς. Μέσα σ’ όλη αυτή την κατάσταση είχε υποστεί και σεξουαλική κακοποίηση. Η ίδια, σε συνέντευξή της το 1956 στο περιοδικό Time αναρωτιόταν «Πώς κατάφερα και το ξεπέρασα;».

Στην άλλη πλευρά, η Έλλα σε ηλικία 15 ετών χάνει τη μητέρα της. Ο πατριός της ήταν ιδιαίτερα βίαιος κα=ι η ίδια αναγκάζεται να μετακομίσει σε μια θεία της στο Χάρλεμ. Εγκαταλείπει το σχολείο και στην προσπάθειά της να κερδίζει τα προς το ζην εμπλέκεται σε παρανομίες. Η κατάσταση αυτή οδήγησε στη σύλληψή της κι ως ποινή ορίστηκε η τοποθέτησή της σε ένα μεταρρυθμιστικό κι άκρως σκληρό σχολείο στη Νέα Υόρκη. Ο βιογράφος της αρκετά χρόνια αργότερα ανέφερε στους New York Times πως η Έλλα ήταν συνήθως κλεισμένη σ’ ένα υπόγειο δωμάτιο κι είχε υποστεί σωματική κακοποίηση. Ίσως γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η ίδια επέλεξε να μη μιλήσει ξανά για εκείνη την περίοδο της ζωής της.

Άλλο ένα κοινό τους σημείο ήταν πως κι οι δυο παντρεύτηκαν σε μικρή ηλικία και πως οι γάμοι τους έληξαν εξίσου άδοξα και σύντομα. Και μετά απ’ αυτό το γεγονός, η κάθε μια είχε ακολουθήσει την καριέρα που ήθελε. Ζωές διαφορετικές μα και τόσο ίδιες που κινούνται σχεδόν παράλληλα. Εκτιμούσαν το γεγονός πως μπορούσε η μια να καταλάβει απόλυτα τι είχε βιώσει η άλλη. Μια καριέρα και μια πορεία που η Μέριλιν δεν είχε κανένα απολύτως πρόβλημα να εκθέτει στοιχεία της παιδικής της ηλικίας σε αντίθεση με την Έλλα που τηρούσε σιγή ιχθύος.

Ήταν τόσο μεγάλη η αγάπη κι η εκτίμηση της Μέριλιν στο πρόσωπο της Έλλα που όταν αντιμετώπισε εκ νέου πρόβλημα σχετικά με το χρώμα του δέρματός της και της ζητήθηκε να μπαίνει στο μαγαζί από τη διπλανή είσοδο κι όχι από την κεντρική, η Μέριλιν, η οποία είχε πάει στο Κολοράντο να παρακολουθήσει την πρεμιέρα της Έλλα, αρνήθηκε να μπει στο μαγαζί. Δήλωσε πως θα έμπαινε μαζί με την Έλλα και μόνο από την κεντρική πόρτα. Κι έτσι ακριβώς έγινε. Ήταν και το σημείο όπου δεν τέθηκε ποτέ ξανά θέμα για το χρώμα της Έλλα και την είσοδό της πουθενά.

Η φιλία ανάμεσα σ’ αυτές τις δυο γυναίκες διατηρήθηκε για χρόνια. Όμως, παρά τα πολλά κοινά τους είχαν και μια τεράστια διαφορά. Ο αυτοκαταστροφικός χαρακτήρας της Μέριλιν την οδήγησε στον εθισμό της σε διάφορες ουσίες και στο αλκοόλ. Στον αντίποδα αυτού, η Έλλα ούτε έπινε ούτε κάπνιζε. Όταν ήθελε να χαλαρώσει παρακολουθούσε σαπουνόπερες, ενώ η Μέριλιν επιδιδόταν σε καταχρήσεις. Όσο κι αν προσπαθούσε να της το επισημαίνει πως έβλαπτε τον εαυτό της και την καριέρα της, δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτό. Μέχρι την 25η Αυγούστου του 1962 όπου η Μέριλιν έδωσε τέλος στη ζωή της με υπερβολική ποσότητα ενός κοκτέιλ χαπιών κι αλκοόλ. Ήταν 36 ετών. Η Έλλα δεν παρευρέθηκε στην κηδεία της φίλης της για τον λόγο ότι ο Τζο Ντι Μάτζιο, δεύτερος σύζυγος της Μέριλιν, δεν ήθελε τους διάσημους φίλους της στην κηδεία.

«Λοιπόν, ένα πολύ αγαπημένο μου πρόσωπο και την αγαπάω κι ως άνθρωπο κι ως τραγουδίστρια είναι η τεράστια Έλλα Φιτζέραλντ.» Αυτή ήταν η δήλωση της Μέριλιν και δεν άφηνε περιθώρια σχολιασμού. Και το 1972 η Έλλα σε συνέντευξή της δήλωσε: «Η Μέριλιν ήταν ασυνήθιστη γυναίκα, πολύ μπροστά από την εποχή της. Και δεν το γνώριζε καν η ίδια.» Η βασίλισσα της τζαζ είπε μια μεγάλη αλήθεια. Μπορεί η Μέριλιν να τη βοήθησε με το αντίκτυπο του ονόματός της, όμως πήρε το ρίσκο της σε μια εποχή που οι φυλετικές διακρίσεις ήταν στο ζενίθ τους. Κι ίσως, αν η Μέριλιν δεν έφευγε τόσο νωρίς, η φιλία τους να ήταν ακόμα βαθύτερη. Ίσως. Το μόνο σίγουρο είναι πως η καθεμία έλαμψε μοναδικά και θα της θυμόμαστε, όσα χρόνια κι αν περάσουν.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

 

 

Συντάκτης: Ειρήνη Αγρίτη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου