-Πάμε Παυλίδη; 

-Δεν τα ρωτάμε αυτά.

Ένας τυπικός διάλογος για ένα live του Παύλου μόνο που αυτή τη φορά είχε άλλη γλύκα η αναμονή του. Δύο χρόνια χωρίς συναυλίες δεν το λες και λίγο. Gagarin 205 κι εκεί γύρω στις 21:30 αρχίσαμε να νιώθουμε πως όσα χρόνια κι αν περάσουν, ό,τι κι αν συμβεί μια συνάντηση στον Παύλο είναι σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα απολύτως.

«Θα ‘μαι πάντα εγώ μες στο όπλο σου σφαίρα να σκοτώνεις αυτούς που σκοτώνουν τη μέρα…»

Κι αν αναρωτιέσαι για ποιον Παύλο μιλάω βάλε μπίρα και έλα να στα πω. Παύλος Παυλίδης το όνομα του αγοριού και γεννημένος μια φθινοπωρινή μέρα του Οκτωβρίου στη Βρέμη. Μεγάλωσε όμως στη Βέροια και μένει Θεσσαλονίκη. Την αγαπούσε τη μουσική το παιδί αυτό τόσο, που παράτησε στο πρώτο εξάμηνο τις σπουδές του στη Νομική κι έκανε το ντεμπούτο του με το συγκρότημα Μωρά στη Φωτιά ως κιθαρίστας αντικαθιστώντας τον Βασιλειάδη. Δύο χρόνια έμεινε στο συγκρότημα (1986 – 1988) αλλά αν ακούσεις το Μανιφέστο και το Παυσίπονο θα καταλάβεις τη συμβολή του.

Το 1989 ο Παύλος αποφασίζει να φύγει για Γαλλία. Με συγκάτοικο και συνοδοιπόρο τον Νίκο Καντάρη σ’ αυτό το ταξίδι δημιουργούν το στούντιο Brancaleone κι εκεί ο Παύλος σκαρώνει κι ηχογραφεί τα πρώτα demos των τραγουδιών του. Εκεί γνώρισε και τον Γιάννη Μήτση ο οποίος αργότερα θα γινόταν μέλος του συγκροτήματος.

Τρία χρόνια αργότερα, ο Παύλος επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη. Σε ένα ταξίδι στην Αθήνα και σε μια συνάντηση με τον Βασίλη Πετρίδη έγινε η πρώτη απόπειρα να παίξει τα demos που είχε ετοιμάσει στο Παρίσι. Με τους «Απροσάρμοστους». Ένιωθε όμως ξεκάθαρα πως η Θεσσαλονίκη ήταν το κέντρο του κι εκεί έπρεπε να επιστρέψει. Είχε προηγηθεί και το φευγιό του άλλου Παύλου, δύο χρόνια πριν, κι ήταν έντονη ακόμη κι άβολη η κατάσταση. Επιστρέφει βόρεια και μαζί με τους Βασίλη Γκουνταρούλη, Χρήστο Τσαπράζη, Πάνο Τόλιο και Σταύρο Ρωσσόπουλο δουλεύουν τα demos και κάνουν το πρώτο live με το όνομα “Brancaleone” όπως είχε ονομάσει το στούντιο στο Πάρισι. Το παιδικό βιβλίο όμως του Παντελή Καλιότσου τους έδωσε την ιδέα κι έτσι δημιουργήθηκαν τα Ξύλινα Σπαθιά. Κι ήταν τόσο καταλυτική η φιλία του Παύλου με τον Κάνταρη, ώστε οι δύο πρώτοι δίσκοι του συγκροτήματος αφιερώθηκαν σ’ αυτόν.

Έτος 1993 και το album «Ξεσσαλονίκη» σηματοδοτεί την έναρξη του συγκροτήματος. 14 τραγούδια και “Αδρεναλίνη” μέσα σε ένα «Τρένο Φάντασμα» που κυλάει πάνω σε “Ρόδες” και μετά “Σιωπή”. Κι όλα αυτά από ποιον; Από τον “Βασιλιά της σκόνης” που είναι ένα από τα κλασικά της ελληνικής ροκ σκηνής. Στο mic.gr το 2005 αναφέρθηκε πως το «Ξεσσαλονίκη» πρόκειται για κάτι πολύ πιο σπουδαίο από αυτό που φαινομενικά υπήρξε τότε: ένα νέο ρεύμα για το εγχώριο ροκ.

1995 και «Πέρα απ΄τις πόλεις της ασφάλτου» όπου ο Παύλος έλεγε στη «Ρίτα» πως «’Ο,τι θες εσύ» και μιλούσε για μια «Φωτιά στο λιμάνι» και για «Ατλαντίς» στο νησί τις γαλάζιες νύχτες. Μπρος στα μάτια μου περνάνε, φωσφορίζουνε και πάνε κι ένα «Λιωμένο παγωτό» που κολλάει στο χέρι. Και κολλήσαμε όλοι τόσο πολύ και το album εκτοξεύθηκε. Κι ο Παύλος είπε «Ο κόσμος σε βοηθάει να πας πιο πάνω, αν έχεις κάπου να πας.».

1997 και το τρίτο τους album «Μια ματιά σαν βροχή» με «Ένα παράξενο τραγούδι» και πάνω στον «Βράχο» να βλέπεις να «Αλλάζει πρόσωπα η θλίψη» και «Δεν έχει τέλος» κι ένας «Βροχοποιός» να μας αφήνει ν’ αναρωτιόμαστε αν «όταν ήμουνα μικρός μες στα κύματα δε μ΄ένοιαζε αν ο κόσμος είν΄απλός ή έτσι απλώς εμένα μου έμοιαζε». Κι αν είχε τύχει να βρεθείς εκείνη τη χρονιά στη συναυλία τους στο θέατρο Βράχων στον Βύρωνα παρέα με τα 8.000 άτομα τότε θα καταλάβαινες πως είναι διαμαντένιος ο ουρανός! Κι ο Παύλος ένα με το συγκρότημα να δηλώνει «Η δουλειά είναι συνολική και οι ιδέες ξεπηδάνε από παντού.»

Πιο ώριμος στιχουργικά και με ξεκάθαρη την ανάγκη τους να πειραματιστούν σε πιο ηλεκτρονικούς ήχους, με live στο «Ρόδον» και στον «Μύλο», με εμφάνιση στο Rockwave Festival ’98 και το αποκορύφωμα ν’ ανοίξουν τη συναυλία των Rolling Stones στο Ολυμπιακό Στάδιο με 80.000 άτομα. Και μια εμφάνιση στο ιστορικό Hacienda Manchester στη Μεγάλη Βρετανία.

Το 1999 και το 2000 κυκλοφόρησαν τα album «Τροφή για τα θηρία» κι «Ένας κύκλος στον αέρα» αντίστοιχα. Ο Παύλος είχε εξαφανιστεί στην Αμοργό και δημιουργώντας ένα προσωπικό στούντιο δούλεψε τα περισσότερα τραγούδια. Ήταν τα δυο τελευταία albums του συγκροτήματος και μπορούσε εύκολα κάποιος να διακρίνει τις αντιφάσεις στον ήχο καθώς σχεδόν ψιθυριστές εκτελέσεις έρχονται σε αντίθεση με έντονους ηλεκτρονικούς ήχους. «Σε αυτούς που ήταν μαζί μας όλα αυτά τα βράδια» ήταν η αφιέρωση του συγκροτήματος το 2003 στο αποχαιρετιστήριο album του “Live”. Τα Ξύλινα Σπαθιά θα χώριζαν οριστικά ακολουθώντας διαφορετικές μουσικές διαδρομές ο καθένας και κάπου εκεί καταλάβαμε κι εμείς πως η εφηβεία μας είχε λάβει τέλος. Ξεκινούσε μια άλλη εποχή.

Η συνέχεια για τον Παύλο ήταν οι Β-movies. 2004 και κυκλοφορεί το πρώτο τους album «Αφού λοιπόν ξεχάστηκα». Με έναν «Μόχα» να υπόσχεται ότι «θα έρθω από μακριά και ΄γω σε λίγο, ότι θα μείνουμε εκεί μαζί για πάντα» και τριγυρνούσαμε μαγεμένοι σε λιμάνια. Ακολουθεί το 2006 το «Άλλη μια μέρα» και πλέον είναι ξεκάθαρο πως ο Παύλος είναι πιο πολύ ποιητής. Το “REC” που κυκλοφόρησε το 2009 είναι ένα ντοκιμαντέρ- αφιέρωμα γύρω από τα τραγούδια του και τη μουσική του καριέρα μέχρι εκείνη τη στιγμή. Ακολούθησαν άλλα τρία albums, το 2010: «Αυτό το πλοίο που όλο φτάνει», το 2013 «Ιστορίες που ίσως έχουν συμβεί», 2015 «Στον διπλανό ουρανό» και το 2016 «Μια πυρκαγιά σ΄ένα σπιρτόκουτο». Αυτός θα ήταν και ο τελευταίος τους δίσκος. 15 χρόνια κοινής πορείας και μιας συνολικής δουλειάς με τον έναν να συμπληρώνει τον άλλον, όπως έχουν δηλώσει οι ίδιοι.

Μας άφησαν όμως μια «Μαίρη» που τι να την κάνει την παλιά ζωή της σε αυτή τη «Νέα Βαρβαρότητα» και θέλει να ταξιδέψει μια μέρα μακριά. Όμως ο «Χρόνος» είναι σου λέω παιδί κρυφοκοιτάει της ψυχής σου τ΄ανείπωτα και τελικά ίσως όλα να είναι «Αντι-καταπληκτικά». Αλλά πάντα ένας «Κηπουρός» θα φροντίζει τα άνθη και θα τραγουδάει για να θυμίζει πως η αγάπη θα΄ρθει, θα΄ρθει…

Οι λόγοι που οι B-movies σταμάτησαν τη συνεργασία τους δεν είναι γνωστοί κι ο ίδιος ο Παύλος ανακοίνωσε την απόφασή τους ως καλεσμένος σε μια ραδιοφωνική εκπομπή στον Pepper χωρίς όμως ν’ αναφερθεί σε λεπτομέρειες. Σίγουρα προκάλεσε αμηχανία στο κοινό που τον παρακολουθεί σκεπτόμενοι πως ένα πολύ καλό συγκρότημα που συνδυάζει μοναδικά τον μελαγχολικό λυρισμό του Παύλου με τον ηλεκτρικό ροκ ήχο δε θα ήταν πλέον μαζί και σίγουρα θα μας έλειπαν.

Τι έχει η συνέχεια; Έχει τους Hotel Alaska και «Το Μαύρο Κουτί» -έχει βιολί αυτή η μπάντα! κι είναι μαγικό να ακούς βιολί και ψιθυριστά «μου απάντησε ο αέρας μάζεψε τα κομμάτια σου, ό,τι κρύβεις μες στη στάχτη φαίνεται στα μάτια σου.» Το όνομα προέκυψε από ένα αδέσποτο λευκό σκυλάκι που μάζεψε από τον δρόμο μια φίλη και το ονόμασε Αλάσκα. «Σκέφτηκα πως είναι μια τόσο μακρινή χώρα, κάτι τόσο άγνωστο, που αν συνδυαστεί μ’ ένα ξενοδοχείο θα αποκτούσε μια τελείως κινηματογραφική διάσταση!» είπε ο Παύλος. Κι είναι η ίδια μπάντα που τα ξεκίνησε όλα αντίστροφα και μπήκαν στο τέλος τα τύμπανα!

Αυτή λοιπόν είναι σε γενικές -σε πολύ γενικές- γραμμές η μουσική ιστορία του Παύλου μέχρι τώρα. Άφησέ με όμως αν θες να σου πω τι άλλο είναι ο Παύλος. 12 Μαρτίου 2022, Gagarin 205, ώρα 21:30. Τυπάκια από κάθε ηλικιακό group, κάθε πιθανή φιλοσοφία ζωής, φαινομενικά αταίριαστα κι ασύνδετα μεταξύ τους. Ώρα 22:00 ένας τύπος βγαίνει στη σκηνή. Μακό μπλουζάκι, τζιν με γυρισμένο ρεβέρ, γιατί το ροκ εν ρολ είναι μέσα του, δίνει την πρώτη νότα κι εκεί καταλαβαίνεις πως όλοι τελικά είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους. Είναι ο ίδιος τύπος που παίρνει τα γυαλιά ηλίου του μπασίστα και συνεχίζει να παίζει, ο ίδιος τύπος που κατεβαίνει από τη σκηνή για ν’ αγκαλιάσει μια κοπέλα που την είδε να κλαίει μ’ ένα τραγούδι του. Ο ίδιος που ακόμη παίζει με την κιθάρα ενός φίλου του που έφυγε νωρίς και δηλώνει ερωτευμένος μαζί της. Ο τύπος που έπαιξε ολομόναχος στο Νιάρχος και γέμισε η ψυχή μας μελαγχολία κι ελπίδα. Που δημιούργησε το «Ένα αλλιώτικο παιδάκι» γιατί ξέρει την αξία κάποιων πραγμάτων.

Είναι αυτός που μαζί του ερωτεύεσαι το σκοτάδι και ταυτόχρονα νιώθεις την έκρηξη της αδρεναλίνης, που φεύγουν όλες οι αναστολές κι αγκαλιάζεις τον διπλανό και χορεύεις. Με τον Παύλο καψουρεύεσαι, αγαπάς, ξεπερνάς χωρισμό, κάνεις τόσα restart που ούτε καν είχες φανταστεί, επαναστατείς κι έχεις χαραγμένο πια στο πίσω μέρος του μυαλού σου να «μην πετάξεις τη ζωή σου στα σκυλιά.» Ο Παύλος είναι το κομμάτι που λείπει απ΄τον σπασμένο καθρέπτη.

Αυτό το κείμενο ήξερα πώς να το ξεκινήσω αλλά δεν ξέρω πώς να το τελειώσω. Είναι θαρρώ σαν τον Παύλο. Γίνεται η αρχή όταν ξεκινήσεις να τον ακούς αλλά δεν έχει τέλος.

«Την πρώτη φορά ήταν σαν να΄χε αρπάξει φωτιά

στον τρελό σου χορό στη λευκή καταιγίδα.»

 

Πηγή φωτογραφίας

Συντάκτης: Ειρήνη Αγρίτη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου