Γνωστή ιστορία· ερωτεύεσαι παράφορα, νιώθεις πως η ζωή σου κλήρωσε τον πρώτο λαχνό, παίρνεις τον λαχνό απ’ το χέρι για να τον παρουσιάσεις σε γνωστούς και φίλους, οι φίλοι σου δε δείχνουν να πολυενθουσιάζονται, εσύ αναρωτιέσαι γιατί, ρωτάς, σου λένε, διαφωνείς, σου ξαναλένε, αντεπιτίθεσαι υπερασπιζόμενος τις επιλογές σου, εκείνοι σταματάνε να σου λένε και, εντέλει, κάποια μέρα των ημερών, ένα απ’ τα δύο στρατόπεδα, εσύ ή εκείνοι, αποδεικνύεται πως είχε δίκιο εξαρχής.

Μου ‘χει τύχει, θα σου ‘χει τύχει κι εσένα, δεν μπορεί. Κάποιες φορές τυχαίνει οι φίλοι μας είτε να βλέπουν πράγματα που εμείς δε βλέπουμε ως κεραυνοβολημένοι, είτε να ‘ναι υπερπροστατευτικοί σε βαθμό αηδίας, είτε απλά να ζηλεύουν την τύχη μας, οπότε και πολύ φίλους δεν τους λες. Σε κάθε περίπτωση, κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να μας προειδοποιήσουν για τυχόν red flags που υπέπεσαν στην αντίληψή τους, την ώρα που η δική μας αντίληψη είναι θολωμένη απ’ τη χρυσόσκονη και τις καρδούλες που ομορφαίνουν το αμόρε μας, περισσότερο κι από φίλτρα του Snapchat.

Δυσάρεστη κατάσταση, πόσο μάλλον άβολη, να λες «Θα περάσουμε μια βόλτα από εκεί» και να εισπράττεις παγωμάρα, να κάθεστε όλοι μαζί στο ίδιο τραπέζι και να βλέπεις τις ειρωνείες και τις πλάγιες ματιές να περνάνε πάνω απ’ τα κεφάλια σας σαν βόλια, να θες να διηγηθείς κάτι όμορφο που ζήσατε κι αντί να βλέπεις τους φίλους σου να χαίρονται με τη χαρά σου, εκείνοι να στραβομουτσουνιάζουν, γεμίζοντάς σε με αμφιβολίες και μαυρίζοντας τη χαρά σου με πικρόχολα σχόλια και κινδυνολογίες.

Τι κάνεις, λοιπόν, όταν οι φίλοι σου αντιπαθούν τόσο εξόφθαλμα τον άνθρωπο που διάλεξες να βάλεις στο πλευρό σου;

Η απάντηση είναι σχετική· απ’ τη μία ενδέχεται οι φίλοι σου να ‘χουν δίκιο, καθώς βλέπουν με πιο καθαρή ματιά απ’ τη δική σου κι η κρίση των ερωτευμένων (μεταξύ μας) δεν είναι κι η αντικειμενικότερη όλων. Σε κάθε περίπτωση, αντί να τους καταδικάσεις ευθύς εξαρχής, αντί να εκνευριστείς με την αγένειά τους, δώσε τους μια ευκαιρία να σου μιλήσουν, να σου εξηγήσουν τι στο καλό τους πειράζει σε αυτόν τον άνθρωπο και τον θεωρούν τόσο κακή επιλογή για εσένα κι άκου προσεκτικά.

Μπορεί η υπερπροστατευτικότητα του συντρόφου σου, που τόσο τρυφερή τη βρίσκεις, να είναι φερετζές ελέγχου και ζήλιας, ίσως αυτό που εσύ νομίζεις για αγάπη να ‘ναι μια προσπάθειά του άλλου να σου δημιουργεί τύψεις για να σε ‘χει του χεριού του, ίσως η κοινωνικότητά του που τόσο θαυμάζεις να ‘ναι μια πρόφαση για να κάνει παιχνίδι με άλλους όσο εσύ κοιμάσαι τον ύπνο του δικαίου, ίσως να σε εκμεταλλεύεται για τον οποιονδήποτε λόγο, ίσως και τίποτα από αυτά. Αν τους αφήσεις να σου εξηγήσουν τι τους πειράζει, με επιχειρήματα, όχι με μαλακίες, τότε ίσως μπεις κι εσύ λίγο στη λογική τους παρκάροντας πιο ‘κεί το ροζ συννεφάκι σου για να συντονιστείς με την πραγματικότητα.

Αν οι απαντήσεις τους δείχνουν να ‘χουν λογική βάση, αν κάτι από αυτά που θα σου πούνε επιβεβαιώσει κάποιο φόβο σου που έβαλες απλά στην άκρη απ’ τη φούρια των συναισθημάτων σου, τότε μη βιαστείς να τους κρίνεις, ίσως όντως θέλουν να σε προστατέψουν, απλά το κάνουν με λάθος τρόπο. Σκέψου αυτά που θα σου πουν κι εντελώς ήρεμα εξήγησέ τους πως από εδώ και πέρα θα τα ‘χεις όλα στον νου σου, αυτό όμως δε θα σε κάνει να βάλεις τέλος σε αυτό που ζεις, καθώς το τέλος αυτό θα το δώσεις εσύ και μόνο εσύ όταν (κι αν) κάποτε οι εικασίες αυτές νιώσεις πως παίρνουν σάρκα κι οστά.

Αν πάλι αυτά που θα σου πουν βασίζονται απλά στο ότι θεωρούν τον άνθρωπό σου αχώνευτο, επειδή οι απόψεις του δε συμβαδίζουν με τις δικές τους, ή επειδή ο τρόπος ζωής του είναι αλλιώτικος απ’ τον δικό τους, τότε κράτα τις αποστάσεις σου κι αναλογίσου λίγο μήπως οι φίλοι σου δεν είναι ιδιαίτερα διαλλακτικοί, ανοιχτοί σε νέες ιδέες, ή μήπως απλά σε ζηλεύουν λιγάκι, για οποιοδήποτε λόγο μπορείς να φανταστείς -συμβαίνουν κι αυτά. Υπάρχουν παρέες, άλλωστε, που έχουν τόσο έντονο το αίσθημα της αγέλης, οπότε κι ενδέχεται να θέλουν να κατασπαράξουν οποιονδήποτε εισβολέα τείνει να μπουκάρει στη δομή της και να διαταράξει τις ισορροπίες της, γιατί έτσι.

Όπως κι αν έχει, εσύ να κάνεις αυτό που σου λέει η καρδιά σου, ναι, τόσο κλισεδιάρικα. Άλλωστε, κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να μας προστατέψει από όλες τις κακοτοπιές του κόσμου, ούτε οι φίλοι μας, ούτε οι γονείς μας, ούτε εμείς οι ίδιοι. Αυτό σημαίνει πως για να μάθεις πρέπει να πάθεις, οπότε κάνε αυτό που νομίζεις, κράτα δίπλα σου όποιον άνθρωπο γουστάρεις, για όσο διάστημα επιθυμείς, απλά έχε το ένα σου μάτι ανοιχτό, κι αν γίνει η μαλακία τουλάχιστον θα πάρεις πάνω σου όμορφα και νοικοκυρεμένα τόσο την ευθύνη των πράξεών σου όσο και τη μούντζα και θα συνεχίσεις να άγεις και να φέρεσαι σοφότερος, παρέα με μερικούς ηλίθιους φίλους που θα σου λένε «Σου τα ‘λεγα εγώ» για το υπόλοιπο της ζωής σου, καθώς και με λίγα νεύρα παραπάνω, αφού όντως σου τα έλεγαν, ρε γαμωτό.

Κι αν έχεις δίκιο, θα ‘χεις να παινεύεσαι πως ξέρεις να κρίνεις καλύτερα, οι φίλοι σου θα δεχτούν τις επιλογές σου, έστω και με επιφύλαξη, κι αν στην πορεία χάσεις και μερικούς από αυτούς, εντάξει, δεν έγινε και κάτι· άλλωστε, αν ήταν να χάνουμε φίλους για κάτι τόσο απλό όσο μια επιλογή συντρόφου που δε συνάδει με τις προτιμήσεις τους, τότε μάλλον δεν ήταν και πολύ φίλοι μας έτσι κι αλλιώς, οπότε στο καλό και να μη μας γράφουν.

Μέχρι τότε βούτα στο συναίσθημά σου κι όπου βγει.

Δε θα πεθάνουμε κιόλας για λίγες στραβές ματιές.

Συντάκτης: Φρόσω Μαγκαφοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη