Πριν από μερικές δεκαετίες τα πράγματα ήταν πολύ πιο απλά· καθόμασταν στα καφέ χωρίς τα κινητά μας ανά χείρας, οι πληροφορίες δεν ήταν τόσο άμεσα προσβάσιμες και το κεφάλι μας ήταν λίγο πιο ήσυχο, έτσι όμορφα που χανόταν στην άγνοιά του. Μιλούσαμε λοιπόν, αναλύαμε, σχολιάζαμε δια ζώσης και βγάζαμε αυθαίρετα συμπεράσματα για τον κόσμο γύρω μας σαν άλλοι Ίρβιν Γιάλομ, αφήνοντας στους επιστήμονες σοβαρότερα πράγματα να ασχοληθούν όπως η τρύπα του όζοντος, οι ιδεοψυχαναγκαστικές διαταραχές κι η επιρροή της οικογένειας στη διαμόρφωση της ατομικότητας.

Τα χρόνια πέρασαν όμως, η πληροφόρηση κι η παραπληροφόρηση απλώνουν τα πλοκάμια τους στην καθημερινότητά μας με την αξεπέραστη ευκολία ενός log in, οπότε τα δεδομένα είναι πλέον διαφορετικά. Δεν είμαστε πια μόνο εγώ κι εσύ που βγάζουμε συμπεράσματα για την ψυχική ισορροπία των συνανθρώπων μας απ’ τον τρόπο με τον οποίο φέρονται στα γατιά ή απ’ τη συχνότητα με την οποία ποστάρουν σέλφι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης· χώθηκαν πλέον στη μέση και τα διεθνή ψυχολογικά κλιμάκια και βγάζουν συμπεράσματα κάνοντας μελέτες πάνω σε  χαζολεπτομέρειες της καθημερινότητάς μας, όπως πχ ο τρόπος με τον οποίο πίνουμε τον καφέ μας.

Άκου τώρα τι λένε λοιπόν στο Αυστριακό πανεπιστήμιο του Innsbruck τα πορίσματα μιας έρευνας που διεξήχθη πρόσφατα απ’ τους ψυχολόγους Χριστίνα Σαγκιόγλου και Tobias Greytemeyer για εμένα, εσένα ή οποιονδήποτε φίλο σου πίνει τον καφέ του πικρό και κατάμαυρο ωσάν την ψυχή των εχθρών μας. Λένε λοιπόν πως οι άνθρωποι που αρέσκονται σε πικρές γεύσεις όπως ο καφές, η μπίρα, το τόνικ και τα ραδίκια (ναι, τα ραδίκια, τι;) είναι άνθρωποι με μεγαλύτερη επιρρέπεια στην εμφάνιση ψυχολογικών διαταραχών.

Για να καταλάβεις δηλαδή, μαζέψανε καμιά πεντακοσαριά ανθρώπους και τους δώσανε μια λίστα με τρόφιμα όλων των κατηγοριών, γλυκά, ξινά, αλμυρά και πικρά. Αυτά οι υποψήφιοι καλέστηκαν να τα βαθμολογήσουν βάσει γευστικών προτιμήσεων απ’ το ένα έως το έξι και σε συνδυασμό με κάποια άλλα ψυχομετρικά τεστ που πέρασαν λίγο νωρίτερα, το επιστημονικό συμπέρασμα ήταν ομόφωνο κι ανησυχητικό: οι άνθρωποι εκείνοι που έδειχναν σαφή προτίμηση στις πικρές γεύσεις ήταν τα άτομα που στα ψυχομετρικά τεστ εμφάνισαν μεγαλύτερη τάση εκδήλωσης ψυχικών διαταραχών όπως αντικοινωνικότητα, ναρκισσισμό, μακιαβελισμό, ψυχοπάθεια και λίγο ελαφρούτσικο σαδισμό.

Κάποια ακόμα απ’ τα πορίσματα των ερευνών έλεγαν πως η συντριπτική πλειοψηφία όσων έπιναν τον καφέ τους σκέτο απάντησε θετικά σε ερωτήσεις τύπου «θα χτυπούσατε ποτέ άνθρωπο αν σας προκαλούσε;» κι είχαν μεγαλύτερη ανοχή σε εικόνες βίας, ενώ εμφάνιζαν έντονες εγωιστικές τάσεις και μεγάλη άνεση στην επιθετική φρασεολογία.

Απ’ την άλλη, οι υποψήφιοι που έδειξαν σαφή προτίμηση στα γλυκά αφεψήματα ή αγαπούν την μαλακή γεύση του γάλακτος στον καφέ τους είναι άτομα περισσότερο κοινωνικά, διαλλακτικά, συνεργάσιμα και χαμογελαστά, που εν γένει είναι ευκολότερο να συνδιαλεχθούν με ηλίθιους καθώς έχουν μεγαλύτερα αποθέματα υπομονής κι ηρεμίας.

Δεν ξέρω τώρα τι ισχύει από όλα αυτά, αν η έρευνα έγινε σε φάση «να ‘χαμε να λέγαμε» ή ανοίγει πόρτες σε μια άλλη, τσουβαλιστική πραγματικότητα όπου ο χαρακτήρας του ανθρώπου προδίδεται τόσο εύκολα από απλές λεπτομέρειες της καθημερινότητάς του· ξέρω όμως πως ένας απ’ τους λόγους που επιλέγω σκέτο τον καφέ μου είναι για να αποφύγω τα νεύρα που θα με βασάνιζαν αν έλεγα να μου βάλουν ζάχαρη και δεν πετύχαιναν τη σωστή αναλογία σύμφωνα με την προτιμώμενη ποσότητα καφέ, οπότε τα πράγματα (λέω εγώ τώρα) σαν να βγάζουν ένα ψιλονόημα.

Απ’ την άλλη όλα είναι σχετικά, όπως η θεωρία του χρόνου, των μεγεθών και το τι εννοεί ο καθένας με τους όρους «γλυκό» ή «πικρό». Γλυκό για κάποιον μπορεί να είναι το πεπόνι, ενώ για άλλον το γαλακτομπούρεκο. Πικρό για εμένα μπορεί να είναι το τριπλό πρωινό μου εσπρεσάκι, ενώ για άλλους πικρή είναι η μαύρη σοκολάτα· οπότε στο βωμό της σχετικότητας η έρευνα ίσως να στερείται τελικά υπόστασης, ή απλά να σου λέω πως όλα αυτά είναι λόγια του αέρα για να υπερασπιστώ ναρκισσιστικά την ψυχοπαθογενή φύση εμού και των ομοίων μου.

Ίσως λοιπόν να μη μάθουμε ποτέ, ίσως κι οι συγκεκριμένοι επιστήμονες να μην έβγαλαν τελικά άκρη, όπως όλοι όσοι διαβάσαμε τα συγκεκριμένα πορίσματα. Ίσως πάλι, καλού-κακού, να πρέπει να φυλάγεσαι και να μη διανοηθείς ποτέ σου να κλέψεις τη θέση του μπροστινού σου στην ουρά της καφετέριας αν τον ακούσεις να παραγγέλνει φρέντο εσπρέσο σκέτο. Ποτέ δεν ξέρεις.

Συντάκτης: Φρόσω Μαγκαφοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη