– Έναν ελληνικό διπλό, με 3 κουταλιές ζάχαρη, παρακαλώ.

– Χρυσόσκονη, να βάλω;

Ουπς! Μόλις παραδέχτηκα την πιο κρυφή μου σκέψη, κάθε που κάποιος μου έδινε την εξής παραγγελία -και πιστέψτε με τα χρόνια που κρατούσα δίσκο ήταν ανάλογα με τη φοιτητική μου ζωή, αρκεί να σας πω πως δηλώνω φοιτήτρια τα τελευταία έξι χρόνια. Τα συμπεράσματα; Στο κοινό.

Θα έδινα πίσω τα πουρμπουάρ ενός μήνα για να μάθω για ποιον λόγο ένας άνθρωπος πίνει τον καφέ του τόσο γλυκό όπως ένα γαλακτομπούρεκο. Ναι! Προφανώς και το δέχομαι, γούστα είναι όχι. Όχι, όμως, χωρίς καμία αιτιολόγηση.

Σε εσένα απευθύνομαι, σε εσένα που πίνεις τον καφέ σου, τόσο γλυκό που κάνει ένα κουτάκι ζαχαρούχο γάλα μπροστά του να μοιάζει με το mascarpone στο cheese cake. Υπάρχει κάποια μυστική συμφωνία με τις εταιρείες παραγωγής ζάχαρης που εμείς οι σερβιτόροι δε θα έπρεπε να γνωρίζουμε; Αν ναι, ορκίζομαι στο κατάλογο του μαγαζιού (και ευαγγέλιο κάθε bartender) την απόλυτη διατήρηση της σιωπής μου με σκοπό την αποκάλυψή του.

Ας το πάρουμε λογικά το θέμα. Αν η προσθήκη ζάχαρης στον καφές σας είναι ανάλογη με τις χαρές της ζωή σας, τότε λογικά είστε όλοι ευτυχισμένοι. Αν, όμως, η ευτυχία είναι αυτό που θέλετε να πετύχετε προσθέτοντάς την, τότε συγγνώμη που θα σας απογοητεύσω, αλλά δεν παρέχει τις ίδιες παρενέργειες με μία ένεση μορφίνης. Εκτός αν στη μυστική συμφωνία, που αναφέραμε παραπάνω, έχουν μερίδιο και οι ιατρικοί επισκέπτες.

Όχι! Δεν είμαι απόλυτη κι υπόσχομαι πως ούτε έχω υπογράψει κάποιο εξαμηνίτικο συμβόλαιο σε κανένα γυμναστήριο, με σκοπό τη λειτουργία ενός κινούμενου σαμποτάζ κατά της ζάχαρης. Αρκούμαι μόνο σε μία απλή και κατανοητή, προς όλους εμάς τους «πικραμένους», απάντηση.

Σε παρακαλώ, μην προσπαθήσεις να μου δικαιολογηθείς, εξάλλου δεν ξέρω αν στο είπα, αλλά δεν σπουδάζω Νομική, αλλά προφανώς κι η καστανή ζάχαρη μαζί με όλες τις γλυκαντικές ουσίες δεν αποτελούν εξαίρεση στον κανόνα -και κάπου εδώ χρωστάμε ένα χειροκρότημα σε όλους τους και καλά alternative.

Δε λέω πως για να πιεις κανείς τον καφέ του το κατάλληλο background είναι σε έναν καφενέ, στο κασετόφωνο ο γυάλινος κόσμος του αείμνηστου Καζαντζίδη κι ένα μπεγλέρι στο χέρι, που ο κάθε του χάντρα μετράει κι έναν από τους χωρισμούς της ζωής του, με άλλα λόγια, καφές βαρύς, πικρός κι ασήκωτος.

Στη δική σας περίπτωση, όμως, αρκεί μία αιώρα, δύο φοίνικες, πετούνιες στα μαλλιά και μία Χαβανέζικη μπάντα σε ζωντανό πρόγραμμα μέχρι τη δύση του ηλίου. Κοινώς, πετιμέζι.

Πείτε μου, λοιπόν, έναν λόγο που ένα δικό σας φλιτζάνι συναγωνίζεται ισάξια ένα κομμάτι μπακλαβά, ή ακόμη καλύτερα έναν λόγο για τον οποίο ο καφές σας δεν υπάρχει στον κατάλογο ενός ζαχαροπλαστείου;

Τότε και μόνο, θα προσπαθήσω να σας καταλάβω. Κι αν έχετε δίκαιο, ίσως γίνω μία από εσάς και θα ζητήσω εκείνη τη φορά ένα σερμπέτι μες στην κούπα μου. Και να ξέρετε πως ο φόβος μου για την αντίδραση του σερβιτόρου, θα είναι μεγαλύτερος απ’ τη γλύκα του καφέ μου.

Μέχρι τότε, όμως, αφήστε με να σας κοιτάω λίγο περίεργα κάθε που η παραγγελιά σας γίνεται στίχος στο μπλοκάκι μου. Γιατί κι εμείς μπορεί να βλέπουμε το χαρμάνι ενός καφέ όπως ένα πεντάχρονο την καληνύχτα της μαμάς του∙ απαραίτητο!

Συντάκτης: Φιλοθέη Τζαλαζίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη