«Θα περιμένω. Χειμώνας θα ντυθώ…» λέει ένα αρκετά γνωστό άσμα που κυκλοφορεί εδώ και κάποια χρόνια στο ελληνικό πεντάγραμμο. Και αν αυτοί οι στίχοι μόλις διαβάστηκαν τραγουδιστά ίσως ταυτιστεί η καρδούλα σου με το τραγουδάκι και σου θυμίσει μια περίοδο της ζωής σου που η αναμονή έγινε τρόπος ζωής.

Είναι απόλυτα φυσιολογικό να γνωρίσουμε κάποια στιγμή έναν άνθρωπο που η επιθυμία μας για εκείνον φαντάζει αγρίμι, που φωνάζει δίχως φωνή ένα εκκωφαντικό «σε θέλω». Όπως τυχαίνει αυτό το άτομο πολλές φορές, να μην είναι συναισθηματικά διαθέσιμο εκείνη την περίοδο και για τους χ,ψ λόγους και να χρειάζεται χρόνο και χώρο για να αναδομήσει το μέσα του. Ξέρω, ο κόσμος θα ήταν πολύ καλύτερος αν συγχρονισμένα ερωτευόμασταν και ζούσαμε την κάθε μας στιγμή όταν έπρεπε. Αχ, αυτός ο κακός συγχρονισμός πόσα όμορφα συναισθήματα έχει βάλει στην αναμονή και πόσες νύχτες γεμάτες έρωτα έχει αφήσει στο σκοτάδι ενός κρεβατιού. Ίσα που πρόλαβες να ζήσεις μ’ εκείνο το άτομο και ήδη το τώρα έγινε χθες. Ναι αυτό το άτομο που για κάποιο λόγο αυτή τη στιγμή είστε χωριστά, είτε γιατί τα χιλιόμετρα και οι συνθήκες δεν επιτρέπουν το μαζί προς το παρόν, είτε γιατί αυτό το άτομο είπε αυτή τη μαγική φρασούλα, «σε παρακαλώ, περίμενέ με».

 

 

Στην αναμονή και στο «περίμενε» φαίνεται πόσο χρόνο και ενέργεια είσαι διατεθειμένος να δώσεις για έναν άνθρωπο που θέλεις πολύ. Για εκείνον τον άνθρωπο που οι χτύποι της καρδιάς σου βαράνε κόκκινο μόνο στη σκέψη του. Τώρα, θα πεις και εσύ που είσαι η προσωποποίηση της εκλογίκευσης, «ρε αν σε ήθελε δε θα κόλλαγε», μα κάτσε φιλαράκο και πες μου κι εσύ· το συναίσθημα έρχεται κατά παραγγελία στην ένταση που το θέλουμε και στο επιθυμητό ψήσιμο σαν μια καλοφτιαγμένη μαγειρική επιλογή τη στιγμή που θέλουμε να σβήσουμε την αχαλίνωτη πείνα μας; Κάτσε να δεις… όχι. Όλοι, ανεξαιρέτως, έχουμε βρεθεί μπουχτισμένοι κάποια στιγμή από κάποια κατάσταση και το μόνο που θέλαμε να κάνουμε ήταν να τρέξουμε μακριά απ’ όλα, ακόμη κι απ’ τον ίδιο μας τον σύντροφο. Ναι, ακόμα και από τον άνθρωπό μας.

«Σε θέλω μα θέλω να βρω το μέσα μου πρώτα». Και εδώ ξέρεις πως όσο η φωτιά που καίει μέσα σου είναι αναμμένη, τόσο χρόνο θα δώσεις σε αυτήν την αναμονή, που δεν ξέρεις πόσο θα διαρκέσει. Κι όσο το άτομο που ζητάει τον χρόνο πετάει μικρά ξυλαράκια στη φλόγα που σιγοκαίει τόσο επίμονα μέσα σου, κρυφά η αναμονή σου παραμένει ενεργή. Και δίνει τον χρόνο και αναμένει να αρπάξει η σπίθα που θα βάλει πυρκαγιά και στις δύο πλευρές. Και ξέρεις κάτι; Αυτά τα ξυλαράκια είναι πολύ εύφλεκτα υλικά.

Σε μια άλλη εκδοχή η αναμονή συνδέεται με την προσμονή του «σε περιμένω να έρθεις». Ο χρόνος μοιράζεται σε χιλιόμετρα, σε ώρες, σε αποστάσεις. «Η ζωή μου δεν είναι εκεί πού είσαι τώρα, μα θέλω τόσο πολύ να έρθω κοντά σου. Να εκμηδενιστεί ο χρόνος. Να είμαστε μαζί και πάλι. Περίμενέ με». Και δώσ’ του τα τηλέφωνα και οι καθημερινές κλήσεις. Εσύ που ανακάλυψες το τηλέφωνο φίλε μου σου είμαι ευγνώμων να ξέρεις. Γιατί χαίρεσαι και απλά κλείνεις τα μάτια και τον φέρνεις κοντά σου εκμηδενίζοντας για λίγο την απόσταση μεταξύ σας, μέσα απο μερικά κουμπιά. Πέταξέ μου κι εδώ εύφλεκτα υλικά να ξέρω πως η φωτιά μου δε θα σβήσει με τον χρόνο.

«Θα σε περιμένω όσο χρειαστεί. Αρκεί να μου θυμίζεις ανά διαστήματα πως έρχεσαι. Μη με αφήνεις στο σκοτάδι.». Κοίτα μόνο να μη χαθείς στον χρόνο και τη μετάφραση. Κοίτα να μην ξεχάσεις πως είναι να καίγεσαι από έρωτα και επιθυμία, ξέρεις, μέσα από εκείνη την αμοιβαιότητα. Διεκδίκησέ τη μωρό μου. Αλλιώς φύγε μακριά.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Εμμανουέλα Μπερτάκη
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου