Είναι ένα από τα ωραιότερα κομπλιμέντα το να σου ανοιχτεί κάποιος. Είναι η στιγμή που σου λέει «σε εμπιστεύομαι και σε εκτιμάω» χωρίς να το πει. Για αυτόν τον λόγο, τα άτομα με τα οποία νιώθουμε κοντά θέλουμε να μας ανοίγονται κι όταν αυτό δε γίνεται, κάπως ανησυχούμε. Μπαίνουμε στη διαδικασία να σκεφτούμε τι πάει  λάθος, να αμφισβητήσουμε δικές μας συμπεριφορές και δικά τους κίνητρα. Και η αλήθεια είναι πως δεν είναι λίγες οι φορές που η απάντηση βρίσκεται κρυμμένη σε μικρά στοιχεία του πώς φερθήκαμε όσο ήμασταν κοντά τους, είναι και πολλές όμως που κρύβεται καθαρά στη δική τους ψυχοσύνθεση. Ας δούμε μαζί δέκα από τους λόγους για τους οποίους μπορεί κάποιος να δυσκολεύεται τόσο να ανοιχτεί.

 

 

1. Είναι κλειστός χαρακτήρας

Τώρα θα μου πεις, ξεκινάμε με τα αυτονόητα. Κι όμως, τα αυτονόητα είναι τα πρώτα που πρέπει να βγουν από τη μέση ακριβώς επειδή τα θεωρούμε έτσι και γίνεται εύκολο να τα ρίχνουμε όλα εκεί. Όσο κι αν θέλουμε να λέμε στον εαυτό μας όμως ότι ένα άτομο που δε μας ανοίγεται, είναι κλειστό, η αλήθεια πολλές φορές απέχει. Υπάρχουν οι περιπτώσεις ανθρώπων όχι απλώς ανοιχτών μα ορθάνοιχτων, που όταν βρεθούν κοντά μας κλείνονται στο καβουκάκι τους με συνοπτικές διαδικασίες. Ποια είναι η διαφορά; Ο κλειστός, αν έρθουμε κοντά και νιώσει άνετα δίπλα μας, θέλει να ανοιχτεί. Απλώς δεν ξέρει πώς να το κάνει. Χρειάζεται λοιπόν υπομονή, χώρο και, γιατί όχι, να του δείξουμε τον τρόπο. Μην ξεχνάς ποτέ όμως, ένας κλειστός άνθρωπος, όταν αρχίσει να ανοίγεται, νιώθει το σύστημά του να βαράει συναγερμούς. Κόκκινες λάμπες αναβοσβήνουν στο κεφάλι του επισημαίνοντας κίνδυνο και οι ταμπέλες για τις εξόδους προστασίας φωτίζονται έντονα. Όποτε ακόμη και το ψήγμα συναισθήματος, θεώρησέ το επιτυχία.

 

2. «Ρε φίλε άκουσες τι παίχτηκε;»

Ή αλλιώς, όταν είστε μαζί μιλάς για άλλους. Μα, θα μου πεις, ήρθαμε κοντά! «Σπάω τον πάγο, δείχνω να τον εμπιστεύομαι σαν άνθρωπο, ξέρω ότι δε θα τα πει πουθενά, είμαι καλό παιδί εγώ, δεν κουτσομπολεύω, αφού το ξέρει! Το έχω πει και το έχω τονίσει! Μπορεί να με εμπιστευτεί!». Μπράβο σου για όλα τα από πάνω. Μπορεί η φάση να είναι ακριβώς όπως τη λες, εδώ εμείς δεν κρίνουμε. Πριν αρχίσεις όμως να αναρωτιέσαι γιατί κάποιος δε σου ανοίγεται και να αναζητάς την απάντηση στη δική του συμπεριφορά, αναρωτήσου λίγο και για τη δική σου. Αναρωτήσου αν, έστω και χωρίς να το θες, έδωσες κάποιο πάτημα να σκεφτεί πως το να σου μιλήσει δεν είναι και το πιο ασφαλές πράγμα που μπορεί να κάνει.

 

3. Κι αν δεν αντέχεις τις αλήθειες του;

Τώρα θα μου πεις, θα κρίνει εκείνος τι αντέχεις και τι δεν αντέχεις εσύ; Ναι. Γιατί οι άνθρωποι έχουμε την τάση όταν κάτι το ζούμε να το κοιτάμε και να βλέπουμε μπροστά μας τα πιο ακραία των ακραίων. Γινόμαστε οι χειρότεροι κριτές μας κι ας το παίζουμε απ’ έξω τρελίτσα κι «όλα καλά». Κάτι για το οποίο νιώθουμε τύψεις πιστεύουμε πως θα μας χαρακτηρίσει στα μάτια όλων και κάτι το οποίο μας ρίχνει ψυχολογικά, είμαστε πεπεισμένοι πως μας βάζει στον ρόλο του αδύναμου. Πολλές φορές αυτός που δεν αφήνεται να ανοιχτεί είναι αυτός που φοβάται πως αν το κάνει θα αλλάξει τη γνώμη σου για εκείνον. Στο χέρι σου λοιπόν να τον κάνεις να νιώσει πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει.

 

4. «Κάτι έχω μα τι έχω;»

Έλα πες αλήθεια, δεν έχεις βρεθεί ποτέ στη θέση που δεν είσαι καλά, αλλά δεν μπορείς να προσδιορίσεις και ακριβώς τον λόγο; Πολλά μικρά πράγματα συνθέτουν ένα παζλ που ζυγίζει ίσα με μισό τόνο και σε κάνει να νιώθεις έως και υπό διάλυση, αλλά κάθε φορά που κάθεσαι να τσεκάρεις τα κομμάτια ένα-ένα για να βρεις ποιο είναι αυτό που ευθύνεται για τον χαμούλη που επικρατεί στο κεφάλι σου, μοιάζουν όλα ανούσια. Κι ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να εξηγήσει ούτε στον εαυτό του τι ακριβώς του συμβαίνει, καταλαβαίνεις πως είναι αδύνατον να εξηγήσει σ’ εσένα. Όσο κι αν βλέπεις λοιπόν πως υπάρχει η ανάγκη να μιλήσει, το να πιέσεις δεν πρόκειται να βγάλει κάπου. Το να βοηθήσεις να καταλάβει όμως πως ακόμη και τα «μικρά» καμιά φορά είναι μεγάλα, μπορεί σίγουρα να βοηθήσει το άτομο να ξεμπλοκάρει.

 

5. Όλοι αγαπάμε ένα καλό μυστήριο

Και δεν είναι καθόλου λίγες οι φορές που επιλέγουμε να το δημιουργούμε εσκεμμένα. Κάποιος μπορεί να επιλέγει να μην ανοιχτεί με στόχο να δημιουργήσει μερικές απορίες, να σε κάνει να θελήσεις να τον μάθεις, να φανεί λίγο δύσκολο τυπάκι στην τελική. Και κάνε σου τη χάρη όμως να μην κάνεις εικόνα αυτήν τη στιγμή ένα πρόσωπο που στήνει ένα περίτεχνο και δόλιο σχέδιο για να σε κάνει να «κολλήσεις». Τα πράγματα είναι κατά πολύ απλούστερα. Η νοοτροπία του μυστηρίου είναι περασμένη στα πιο βαθιά κομμάτια του DNA μας (καλά, ίσως να υπερβάλλω λίγο, άντε του μυαλού μας όμως, πιο κάτω δεν πέφτω). Έχουμε δει τόσες ταινίες, έχουμε ακούσει τόσα τραγούδια, έχουμε διαβάσει τόσα βιβλία κι έχουμε συζητήσει τόσες φορές το θέμα με φίλους, που κάτι ήρθε κι έκανε κλικ μέσα στο κεφάλι μας συνδέοντας την έννοια του «δε λέω πολλά» με εκείνη του «διατηρώ το ενδιαφέρον». Για άλλη μια φορά όμως, στο χέρι μας να δείξουμε στον άνθρωπο απέναντί μας πως μας νοιάζει πιο πολύ η αλήθεια του παρά το μυστήριό του.

 

6. «Να σου πω εγώ τι να κάνεις»

Η συμβουλή είναι γενικά πράγμα πολύ ωραίο, αλλά και κάπως επίφοβο. Μπορεί να μαρτυράει νοιάξιμο κι αγάπη, μπορεί να μαρτυράει και μια ελαφρά ξερολίαση. Μπορεί να ξεμπλοκάρει τον άλλον και να τον βοηθήσει να δει τα πράγματα πιο καθαρά, μπορεί να τον οδηγήσει και σε τελείως διαφορετικά μονοπάτια από αυτά που ποτέ ήθελε να βρεθεί. Υπάρχουν λοιπόν εκείνοι που τη ζητάνε, υπάρχουν και οι άλλοι που δηλώνουν αλλεργικοί στην έννοιά της. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι και ζωτικής σημασίας να μη δίνεται ποτέ, αλλά ποτέ, αυθαίρετα. Η συμβουλή δεν είναι δώρο, να κάνεις στον άλλον έκπληξη, «α να μια ωραία συμβουλή, όλη δική σου, στη χαρίζω με γενναιοδωρία». Επιβάλλεται να σου ζητηθεί. Παραβιάζεις προσωπικά όρια όταν την πετάς στον άλλον χωρίς προειδοποίηση, του στερείς το δικαίωμα να μην την ακούσει και να μην επηρεαστεί από τα λόγια σου. Αν λοιπόν έχεις την τάση να ψάχνεις τη λύση στο πρόβλημα και φυσικά να τη μοιράζεσαι, σκέψου το ενδεχόμενο το πρόσωπο απέναντί σου να επιλέγει να μην ανοιχτεί προσπαθώντας να διατηρήσει το δικαίωμά του στην ανεπηρέαστη επιλογή.

 

7. «Γιατί τώρα;»

Αντέχεις να μιλήσουμε λίγο για κριτική; Και ρωτάω αν αντέχεις, γιατί θέλει πολλά κότσια το να παραδεχτούμε πως κάποιος δε μας ανοίγεται επειδή νιώθει πως τον κρίνουμε. Κι αν σκέφτεσαι πως δε σχολίασες ποτέ κάποια πράξη του, πάρε δύο λεπτά να αναρωτηθείς αν το έκανες από μέσα σου, γιατί να ξέρεις, οι σκέψεις μας εκπέμπουν. Αν η απάντηση είναι «όχι», αναρωτήσου αν έκρινες πράξεις άλλων. Αν μίλησες, ή αν σκέφτηκες, ποτέ αρνητικά για κάποιον που τόλμησε να ανοιχτεί. Αν αμφισβήτησες ποτέ την αλήθεια του. Την πραγματικότητά του, έστω και λίγο, με ένα φευγαλέο «μα γιατί;». Κι αν η απάντηση είναι ακόμη όχι, τότε αναρωτήσου μήπως το άτομο απέναντί σου το έχει ζήσει από αλλού, έπειτα δες πώς το επηρέασαν κινήσεις κάποιου άγνωστου σε σχέση με εσένα και ίσως έτσι να αντιληφθείς λίγο καλύτερα γιατί εκφράσεις όπως η προαναφερόμενη θα έπρεπε να απαγορευτούν με νόμο.

 

8. Το κακό timing δεν είναι αστικός μύθος

Άκου να δεις τι βλακεία κάνουμε συχνά πυκνά και πες μου στο τέλος αν ταυτίστηκες καθόλου ή αν συμβαίνει μόνο σε εμένα, στην οποία περίπτωση θα ανησυχήσω λίγο. Έχουμε ένα θέμα κατά νου πιο προσωπικό, που θέλουμε πολύ να ανοίξουμε με ένα συγκεκριμένο πρόσωπο· ένα το κρατούμενο. Συναντιόμαστε με το εν λόγω πρόσωπο και περνάμε μαζί αρκετό χρόνο, κατά τον οποίο όμως ενώ σκεφτόμαστε έντονα το θέμα μας, νιώθουμε ταυτόχρονα άβολα να ανοίξουμε το στοματάκι μας να πούμε κάτι· δύο τα κρατούμενα. Η στιγμή που θα χωριστούμε πλησιάζει, είμαστε για παράδειγμα στο αμάξι έξω από το σπίτι του ενός, ή μπροστά από την πόρτα βάζοντας παπούτσια, τρώμε λοιπόν φλασιά τύπου «ή τώρα ή ποτέ» και πετάμε τη βόμβα Ναπάλμ από το πουθενά· κρατούμενο τρίτο και κάπου εδώ καήκαμε. Ο άλλος έχει βγει από το μουντ ακόμα και της απλής συζήτησης κι εμείς έχουμε και το θράσος να αναρωτιόμαστε γιατί πάγωσε η μούρη του λες και βρέθηκε στους μείον είκοσι Κελσίου. Θες κάποιος να σου μιλήσει; Δώσε χρόνο να αναπτύξει. Οτιδήποτε άλλο ισούται με σαμποτάρισμα του ίδιου σου του εαυτού.

 

9. Είναι και θέμα χημείας 

Δεν ταιριάζουμε όλοι με όλους. Θα μου πεις τώρα, πάλι τα αυτονόητα θα λέμε; Κι όμως, δεν ανήκει στην κατηγορία κι αυτό γιατί οι χημεία κάποιες φορές είναι μονόπλευρη. Μπορεί δηλαδή εσύ να νιώθεις άνετα με κάποιον ο οποίος με εσένα νιώθει σφιγμένος. Αυτό έγκειται κατά πολύ στον χαρακτήρα. Είναι εύκολο να νιώσεις άνεση, για παράδειγμα με έναν πολύ κοινωνικό άνθρωπο. Είναι εύκολο να του εμπιστευτείς τα πιο προσωπικά σου θέματα γιατί το έξω καρδιά κομμάτι του χαρακτήρα του σου εμπνέει εμπιστοσύνη. Είναι όμως εξίσου εύκολο να βαφτίσεις την κοινωνικότητα οικειότητα και τη φυσική του άνεση, χημεία, αναμένοντας από μεριάς του εξίσου ανοιχτή συμπεριφορά. Η οποία ίσως να μην έρθει ποτέ γιατί πολύ απλά, άλλο εξωστρέφεια κι άλλο εμπιστοσύνη.

 

10. Δεν ανοίγεσαι εσύ

Είναι πολύ σημαντικό, πριν μπεις στη διαδικασία να αναρωτηθείς «μα γιατί;» να επιτρέψεις στο μυαλό σου να επεξεργαστεί και το «εγώ τι κάνω;». Οι άνθρωποι είμαστε μιμητικά πλάσματα. Σαν έναν καθρέφτη φαντάσου το στον οποίο κοιτάς το είδωλό σου. Είναι ποτέ δυνατόν να σηκώσεις εσύ το δεξί σου χέρι και να αναρωτηθείς γιατί η αντανάκλαση δε σηκώνει το αριστερό της; Και, απ’ την άλλη, δες το και λίγο σαν αγοροπωλησία συναισθημάτων. Πρέπει να δώσεις για να πάρεις. Αν δεν το κάνεις μετράει για κλέψιμο. Και μπορεί εσένα αυτή η ιδέα να σου ανεβάζει λιγάκι την αδρεναλίνη, σε εκείνον από τον οποίο κάτι κλάπηκε όμως στην καλύτερη να ανεβάσει την πίεση.

 

Συντάκτης: Μαρία Ρουσσάκη