Θα μου πεις επιτέλους τι έχεις;

– Σου είπα ήδη ότι δεν έχω τίποτα.

Αλλά τελικά κάτι είχε. Και αφού είχε γιατί να μην το πει;

«Βλακείες είναι αυτά, πείσματα», «συμπεριφορές κακομαθημένες, παιδέματα ανούσια», «κινήσεις παιδικές». Μερικά μόνο από τα όσα ακούγονται κάθε φορά που κάποιος γίνεται μάρτυρας μιας τέτοιας συμπεριφοράς. «Ό,τι και αν ενόχλησε θα μπορούσε να λυθεί τόσο, μα τόσο, απλά. Ανοίγεις το στόμα σου, λες τι έχεις και τέλος! Τόσο εύκολο…» Τόσο εύκολο είναι τελικά το να χαρακτηρίσουμε κάποιον, να προσπαθήσουμε να δούμε πώς θα μπορούσε να κάνει κάτι καλύτερα αντί να αφήσουμε τον εαυτό μας να αναρωτηθεί μήπως είχε και κάπου δίκιο στη συμπεριφορά του.

Και γίνεται ακόμη πιο εύκολο να κρίνουμε για ένα θέμα που έχουμε διακωμωδήσει πολλάκις. Σε πόσα memes δεν έχεις δει να το κράζουν με εύκολα αστεία ή πόσες φορές δεν έχεις ακούσει φίλο ή γνωστό να το λέει ειρωνικά για να κάνει την παρέα να γελάσει; Και οι περισσότεροι όντως θα γελάσουμε. Θα γελάσουμε όμως με το αστείο που ειπώθηκε ή μήπως κάπου στο βάθος θα μας πιάσουμε να γελάμε και λίγο πιο ένοχα; Να γελάμε για να κρύψουμε εκείνες τις φορές που και εμείς συμπεριφερθήκαμε με παρόμοιο τρόπο ή έστω το θελήσαμε; Και ναι, πιθανότατα όλοι μας έχουμε βρεθεί σε μία αντίστοιχη κατάσταση, και ξέρεις γιατί; Γιατί είναι ανθρώπινο.

Είναι ανθρώπινο να θες ο άνθρωπός σου να σε καταλαβαίνει χωρίς να νιώθεις την ανάγκη να ανοίξεις το στόμα σου και να εξηγήσεις κάθε τι. Να ξέρει ποιες είναι οι συμπεριφορές που δε θες να ανέχεσαι. Να μπορεί να σε διαβάζει χωρίς να χρειάζεται να του διαβάζεις εσύ τις δικές σου σελίδες, μία-μία. Γιατί στην τελική αυτή ακριβώς την οικειότητα αποζητάμε μέσα σε μία σχέση. Την οικειότητα που αρκείται στη σιωπή και σε δύο ματιές που θα πουν περισσότερα από όσα λένε ποτέ οι λέξεις. Δύο ματιές που με την ανταλλαγή τους μπορούν να εξηγήσουν επακριβώς το «τι έχεις;» και μάλιστα να λάβουν και την απάντηση ενός διακριτικού «συγγνώμη». Όχι «συγνώμη» κατ’ ανάγκη για το τι έγινε, συγγνώμη όμως για το ότι μία συμπεριφορά ενόχλησε.

Το έχουμε συνδέσει και λίγο με τον έρωτα αυτό. Το να επικοινωνούν μυαλά και μάτια μόνα τους. Μπορεί όταν σκεφτόμαστε με καθαρό μυαλό να φαντάζει λίγο ουτοπική αυτή η προσδοκία, ας μην ξεχνάμε όμως, έρωτας και καθαρό μυαλό δύσκολα πάνε πακέτο. Στον έρωτα θες πού και πού και λίγη ουτοπία. Νιώθεις να έχεις μπροστά σου το τέλειο και αν εκείνη τη στιγμή ξεπροβάλει το συναίσθημα και φωνάξει ότι θέλει μυαλά και μάτια συντονισμένα, αυτό ακριβώς περιμένει να λάβει. Κι αν δεν το λάβει ίσως και να απογοητευτεί λιγάκι.

Και αυτή η μικρή απογοήτευση μπορεί να είναι και αυτή που οδηγεί στο «τίποτα». Γιατί πολύ απλά η σιωπή, ακόμη και αν κρύβει μέσα της έναν εκνευρισμό, εξακολουθεί να είναι ένα βήμα πιο κοντά στην προσδοκία του ιδανικού που θέλει πνεύματα να επικοινωνούν και οικειότητα να ξεχειλίζει. Δίνεις ακόμη την ευκαιρία στον άλλον να καταλάβει. Όχι να καταλάβει τι σε πείραξε, να καταλάβει εσένα. Να σου δείξει ότι σε ξέρει όντως όσο καλά πιστεύεις, να επιβεβαιώσει στην ουσία την ανάγκη επιβεβαίωσης που κάθε σχέση κρύβει σε κάποιο βαθμό.

Όταν λοιπόν το συναίσθημα βγαίνει στην επιφάνεια, νιώθεις ότι η στιγμή που θα πεις τι έχεις, είναι και η στιγμή που θα χάσεις το συγκεκριμένο ματς ή για την ακρίβεια η στιγμή που στερείς από τον άλλον τη δυνατότητα να το κερδίσει και για τους δυο σας. Και το κρατάς μέσα σου. «Και αφού επιλέγεις μόνος σου να το κρατήσεις, προς τι ο εκνευρισμός ή τα μούτρα;» Αυτά έγκεινται στο ότι άσχετα από το τι επιλέγεις να κάνεις ή μάλλον τι σου φωνάζει πεισμωμένα το συναίσθημα να κάνεις, η κατάσταση ή η συμπεριφορά, όντως σε ενόχλησε! Και όταν κάτι μας ενοχλεί εκνευριζόμαστε. Τα νεύρα, λοιπόν, όντας συναίσθημα εξίσου δυνατό, αρνούνται με τη σειρά τους και αυτά πεισματικά να μείνουν στην αφάνεια.

Και όχι κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να μπορεί να μαντέψει αυθαίρετα τι κρύβει κάποιος άλλος στο κεφάλι του. Ούτε είναι κανείς υποχρεωμένος να ανταποκρίνεται πάντα στις προσδοκίες ενός, καμιά φορά ουτοπικού και απαιτητικού, καμιά φορά απλός πολύ δυνατού, συναισθήματος. Αν όμως σταματήσουμε να κοιτάμε μία συμπεριφορά σαν ενοχλητική και προσπαθήσουμε να δούμε την ανάγκη του συντρόφου μας, η οποία κρύβεται πίσω της, τότε τα αποτελέσματα μέσα στη σχέση μόνο θετικά μπορούν να είναι. Και στην τελική ίσως κάπως έτσι καταφέρουμε να αποδείξουμε ότι όταν μιλάμε για έρωτα καμία προσδοκία δεν είναι ουτοπική, αρκεί να υπάρχει αρκετή όρεξη να το προσπαθήσουμε.

Συντάκτης: Μαρία Ρουσσάκη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.