Άνθρωποι μονίμως ερωτευμένοι. Άλλοτε με έναν άνθρωπο, άλλοτε πάλι με μια ιδέα ή με οτιδήποτε άλλο έρχεται στο δρόμο τους και καταφέρνει να ταράξει την καθημερινότητά τους και να τους εξιτάρει. Άνθρωποι γοητευτικοί και ερωτεύσιμοι, γιατί έχουν την τάση να ψάχνουν την ομορφιά σε κάθε κατάσταση και η σπιρτάδα που εκπέμπουν τα μάτια τους κάθε φορά που όντως την εντοπίζουν, τους κάνει ακαταμάχητους. Αντιμετωπίζουν κάθε τι που γουστάρουν με μια δόση καψούρας. Πρόκειται για όλους εκείνους που δηλώνουν -αλλά και είναι- «ερωτευμένοι με την έννοια του έρωτα».

Κάποιοι τους χαρακτηρίζουν ρομαντικούς και μπορεί όντως να είναι, σπάνια όμως με την έννοια του μελό. Σχεδόν ποτέ δεν κυνηγάνε πεταλούδες και λουλουδάκια, κυνηγάνε ό,τι οι ίδιοι θεωρούν ιδανικό και όμορφο. Οτιδήποτε τους προσφέρει την ένταση που αποζητούν. Πρόκειται για στοιχείο έμφυτο. Για στάση ζωής που δεν είναι πάντα στο χέρι μας να επιλέξουμε, γιατί πολύ απλά συνήθως μας επιλέγει εκείνη. Μια στάση όμως που όσο ακαταμάχητη κι αν μοιάζει, απαιτεί και λίγη προσοχή γιατί μπορεί να κρύβει κινδύνους.

Όλες οι τέχνες κρύβουν στοιχεία έρωτα. Είναι παγίδα όμως να αντιμετωπίσουμε τον ίδιο τον έρωτα σαν μια μορφή τέχνης και αυτό γιατί καταλήγουμε να κυνηγάμε ένα συναίσθημα αντί για έναν άνθρωπο, να κάνουμε αυτό αυτοσκοπό στη σχέση και να βάζουμε άθελά μας σε δεύτερη μοίρα το άτομο που βρίσκεται απέναντί μας -ή μάλλον να το βλέπουμε απλώς ως το μέσο για να φτάσουμε εκεί που θέλουμε. Καταλήγουμε να δηλώνουμε ερωτευμένοι με έναν άνθρωπο με ακριβώς τον ίδιο τρόπο που ένας φωτογράφος δηλώνει ερωτευμένος με τη κάμερά του. Σίγουρα την αγαπάει και την προσέχει, αυτό που γουστάρει στα αλήθεια όμως είναι οι εικόνες που μπορεί να του προσφέρει.

Και αν ή κάμερα σπάσει, όπως ακριβώς μπορεί να σπάσει μια σχέση; Εκεί μπαίνει απλώς στην κατηγορία των αναλώσιμων. Προχωράμε σε κάτι καινούριο, έναν επόμενο άνθρωπο και ξαναπιάνουμε το συναίσθημα ακριβώς από εκεί που το αφήσαμε την τελευταία φορά, γιατί στην τελική αυτό που μας πόνεσε ήταν το ότι χάσαμε. Καταλήγουμε άθελά μας σε εγωιστικές κινήσεις και εκεί που νομίζουμε ότι εξυψώνουμε τον έρωτα απλώς τον υποτιμάμε.

Μεγάλος εχθρός σε τέτοιες περιπτώσεις είναι και ο χρόνος, γιατί έχει ο άτιμος την τάση να αλλάζει τα πάντα γύρω του. Όταν ένας έρωτας βασίζεται στον άνθρωπο που έχεις απέναντί σου, ο χρόνος έρχεται να κάνει τις αλλαγές του και να μετατρέψει τα πρώτα έντονα συναισθήματα σε άλλα, πιο ήπια μεν, πιο βαθιά δε. Όταν όμως βασίζεται σε αυτά τα έντονα συναισθήματα αυτούσια τότε έρχεται απλώς να τα ξεθωριάσει και να τα γκρεμίσει συθέμελα.

Κίνδυνος ακόμη είναι το να γινόμαστε επιρρεπείς σε λάθος για εμάς άτομα και αυτό γιατί καταλήγουμε να αντιμετωπίζουμε το φλερτ σαν ένα παιχνίδι δεξιοτήτων και ταχύτητας. Όποιος κυνηγήσει περισσότερο και καταφέρει να μας ξυπνήσει κάποιο συναίσθημα πιο γρήγορα, είναι και ο νικητής. Μετράμε το φλερτ με το πόσο ικανός είναι ο άλλος να βρει τα κουμπιά μας και ξεχνάμε τελικά να παρατηρήσουμε ποιος ακριβώς είναι αυτός που στάθηκε απέναντί μας και αν όντως ταιριάζει σε αυτό που θέλαμε. Και αν το φλερτ εξελιχθεί σε κάτι άλλο, πάλι μετράμε τη σχέση στο πόσα συναισθήματα μπορεί να κρατάει ξύπνια με κίνδυνο να κλείνουμε τα μάτια σε όσα δε μας κρατάνε εκεί.

Από την άλλη βέβαια, αν εκμεταλλευτούμε σωστά τη διαίσθηση που μας προσφέρει και καταφέρουμε να κατευνάσουμε το ένστικτο της απόλυτης παρόρμησης, μπορεί να λειτουργήσει σαν μια εξαιρετική δικλείδα ασφαλείας, μη αφήνοντάς μας να μείνουμε κάπου από απλή επανάπαυση. Κυνηγώντας έναν ανεπηρέαστο από τον χρόνο έρωτα, μπορούμε να γίνουμε ευρηματικοί ως προς το πώς να τον κρατήσουμε ξύπνιο και να τον κάνουμε όντως να πετύχει. Μετά από αυτή τη διαδικασία παράτασης, μπορεί ο χρόνος να κάνει όντως τα μαγικά του και να μετατρέψει το έντονο σε βαθύ χωρίς καν να το καταλάβουμε. Και αν από την άλλη αυτό δε γίνεται, τότε μπορεί να λειτουργήσει ακριβώς σαν την ώθηση που χρειαζόμαστε για να κλείσουμε μία ήδη μισόκλειστη πόρτα.

Ένας άνθρωπος ερωτευμένος με την έννοια του έρωτα, είναι συχνά και ένας μικρός επαναστάτης. Ακούει για λογική και κρύβεται, όχι γιατί δεν την έχει –πολλές οι φορές που την έχει και περισσότερο από όσο θα ήθελε και απαιτείται προσπάθεια από μέρους του για να τη βάλει στην άκρη–, αλλά γιατί προτιμάει την εκδοχή του εαυτού του που την ορίζει το συναίσθημα. Από αυτό αντλεί δύναμη, έμπνευση και όρεξη για τα πάντα. Αυτό είναι που πολλές φορές τον κάνει αδύναμο, αλλά άλλες τόσες τον κάνει δυνατότερο από όσο φαντάστηκε ποτέ τον εαυτό του.

Και ίσως να είναι αρκετές οι παγίδες που κρύβει μια τέτοια στάση, είναι όμως από αυτές που αν καταφέρεις να μάθεις να κοντρολάρεις εσύ, αντί να αφήνεις να σε κοντρολάρουν, μόνο κερδισμένος μπορείς να βγεις, ή μάλλον μόνιμα ερωτευμένος. Υπάρχει μεγαλύτερο κέρδος από αυτό;

 

 

Συντάκτης: Μαρία Ρουσσάκη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.