Θ’ ακούσεις να λένε πολλές φορές ότι εκτός από όλα τ’ άλλα ο έρωτας είναι κι ένα παιχνίδι ανάμεσα σε δύο μυαλά που παλεύουν να κερδίσουν το ένα το άλλο. Ένα παιχνίδι κατάκτησης κι ενίοτε συναισθηματικής επιβολής που πολλές φορές ξεπερνάει τα όρια και δοκιμάζει αντοχές. Ίσως να μην έχει μόνο ένα πρόσωπο κι ορίζεται μάλλον από εκείνον που νιώθει ερωτευμένος. Στο όνομά του απενοχοποιούμε συμπεριφορές που δε θα ασπαζόμασταν ή δε θα ακολουθούσαμε αν δεν ήμασταν κάτω από την επήρειά του. Όλα καλά ως εδώ. Μα ως ένα σημείο.

Κάποιοι άνθρωποι απέναντι στον φόβο που τους καταβάλλει όταν αισθάνονται πως χάνουν τον σύντροφό τους ή πως εκείνος ξεφεύγει από τα συναισθηματικά όρια που οι ίδιοι ονομάζουν σχέση ώστε να αισθάνονται ασφαλείς, γίνονται συχνά χειριστικοί. Επιστρατεύουν συναισθηματικούς εκβιασμούς με συνηθέστερο αυτόν του χωρισμού, ώστε να φέρουν τον άλλο άνθρωπο στα νερά τους και να κυριαρχήσουν εν τέλει πάνω του. Κάπως έτσι ο έρωτας καταλήγει να γίνεται από έμπνευση ένα παιχνίδι ζόρικο για γερά νεύρα. Ένα παιχνίδι χωρίς κανόνες κι αλληλοσεβασμό, ένα παιχνίδι που υποτιμά τόσο την αξιοπρέπεια του εκβιαστή όσο και τα συναισθήματα του εκβιαζόμενου.

Ας παραδεχτούμε πως το να μην έχει ο έρωτας κανόνες δεν είναι, βέβαια, απαραιτήτως πάντα κάτι κακό. Είναι όμορφο να βιώνει κανείς με πάθος αυτό το έτσι κι αλλιώς φύσει έντονο συναίσθημα ξεπερνώντας στερεότυπα και καταργώντας δεδομένα. Ωστόσο, όταν οι ακραίοι χειρισμοί του ενός φθείρουν την ψυχολογία και τον συναισθηματικό κόσμο του άλλου, αρχίζουν να παίρνουν το πάνω χέρι οι αχαλίνωτες ανασφάλειες οι οποίες σίγουρα χρειάζονται όρια.

Αν θέλεις να κρατήσεις έναν άνθρωπο κοντά σου οι αλυσίδες των απειλών σου δεν πρόκειται να αποτελέσουν κίνητρο για να μείνει πραγματικά εκεί. Αν θέλεις έναν άνθρωπο πιόνι κι όχι ολοκληρωμένο, έναν άνθρωπο στρατιωτάκι που θα βαράει προσοχή απέναντι σε κάθε προσταγή σου ή σε κάθε ανάγκη κάλυψης των προσωπικών σου κενών φοβούμενος για το πότε θα εκτοξεύσεις την επόμενη απειλή χωρισμού, τότε θα σε απογοητεύσω αλλά αυτό δεν είναι έρωτας. Κι αν ακόμη καταφέρεις να δέσεις χειροπόδαρα τη σχέση σας με τον τρόπο που εσύ έχεις ονειρευτεί, πλάθοντας το ταίρι σου κατά βούληση δε σημαίνει ότι πετυχαίνεις κάτι με διάρκεια και σίγουρα όχι κάτι που βασίζεται στην ειλικρίνεια μέσω αμοιβαιότητας.

Δε θα έπρεπε να θέλεις κάποιον ο οποίος νιώθει από μόνος του όλα όσα κι εσύ έχεις ανάγκη; Δε θα έπρεπε να ξέρεις πως μοιράζεσαι κοινά συναισθήματα με τον άνθρωπο που έχεις δίπλα σου χωρίς να χρειάζονται απειλές ώστε να μη νιώθεις ευάλωτος απέναντί του; Δε θα έπρεπε να είσαι ικανός να διαχειριστείς τις διαφορετικότητές σας και να εμπνευστείς από αυτές αντί να σε φοβίζουν; Δε θα έπρεπε να επιλέγεις τη συζήτηση στο εκάστοτε πρόβλημα που ίσως κάποτε προκύψει αντί να παιδιαρίζεις ουρλιάζοντας απειλές επειδή δε σε παίζει κανείς; Και πόσο νομίζεις ότι μπορεί να αντέξει κανείς μια τέτοια αρρωστημένη κατάσταση πριν σε προλάβει την επόμενη φορά και σου πει πρώτος το «χωρίζουμε»; Μόνο που εκείνος όταν το πει θα το εννοεί κι εσύ θα μείνεις μόνος σου αγκαλιά με τον θιγμένο εγωισμό σου να τραμπαλίζεστε ανάμεσα στο πείσμα και την απώλεια.

Ακόμη κι όταν κάποιος σε αγαπάει πολύ δε σημαίνει ότι είναι υποχρεωμένος να πληγώνει διαρκώς τον εαυτό του παλεύοντας να αντέξει την τοξικότητα του χαρακτήρα σου αιωνίως.  Αν είστε ερωτευμένοι δε χρειάζεστε απειλές. Ένα κλείσιμο του ματιού είναι αρκετό ώστε να μπει ο ένας στα παπούτσια του άλλου κι αυτό γιατί θα θέλετε κι οι δυο να αλληλοεξερευνήσετε τις ψυχές σας. Δε χωράει η τρομοκρατία πουθενά πόσο μάλλον σε ένα τόσο όμορφο κι ενστικτώδες, αυθόρμητο συναίσθημα όπως ο έρωτας, που αν περιοριστεί παύει να είναι τελικά ο εαυτός του.

Να το θυμάσαι την επόμενη φορά που θα σου βγει να εκσφενδονίσεις εκείνο το ανόητο «χωρίζουμε» μόνο και μόνο για να δεις έναν άνθρωπο να σε παρακαλάει.

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα