Ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό του ανθρώπινου είδους, που μεταξύ άλλων, μάς ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα, είναι η επίγνωση της θνητότητάς μας. Η απόλυτη δηλαδή βεβαιότητα ότι κάποια στιγμή θα φύγουμε από τη ζωή. Η γνώση του αναπόφευκτου, οριστικού τέλους. Κι όσο κι αν, φιλοσοφικά ιδωμένο το συγκεκριμένο de facto, συνεισφέρει στην αξία του βίου μας και των στιγμών μας, δεν παύει να αποτελεί ταυτόχρονα φοβία.

Διότι, κακά τα ψέματα, ποιος δε φοβάται το θάνατο; Αυτό που επί της ουσίας διαφέρει ανάλογα με την προσωπικότητα ή τα βιώματα του καθενός, είναι ο τρόπος διαχείρισης της θνητότητάς μας. Αυτή ακριβώς η διαδικασία διαχείρισης της θνητότητας, αποτέλεσε και τη γενεσιουργό αιτία της Terror Management Theory. Η συγκεκριμένη θεωρία, διατυπώθηκε από τους κοινωνικούς ψυχολόγους Jeff Greenberg, Sheldon Solomon και Tom Pyszczynski. Συνοπτικά, η θεωρία τους βασίστηκε στο συμπέρασμα ότι οι ενέργειες των ανθρώπων στοχεύουν στην αποφυγή του θανάτου λόγω ακριβώς της ανάγκης τους να τον αποφύγουν. Λογικό ακούγεται…

 

 

Γι’ αυτό υιοθετούμε έναν υγιεινό τρόπο ζωής, αθλούμαστε, κάνουμε προληπτικές ιατρικές εξετάσεις, ιατρικές έρευνες, δοκιμάζουμε νέα φάρμακα. Όλα έχουν στόχο να αυξήσουν το προσδόκιμο της ζωής μας. Απ’ την άλλη, επειδή η βιολογική αθανασία δείχνει ανέφικτη, συχνά στρεφόμαστε στην πνευματική, σαν παρηγοριά. Με άλλα λόγια, πρόκειται για την προσπάθειά μας να αφήσουμε ένα αποτύπωμα, που θα μας καταστήσει αξιομνημόνευτους κι ως εκ τούτου «αθάνατους». Από τη δημιουργία απογόνων που θα διαιωνίσουν το DNA μας και θα φέρουν ένα κομμάτι μας κι όταν εμείς θα έχουμε εγκαταλείψει το μάταιο τούτο κόσμο, μέχρι την πίστη μας σε θρησκευτικές πεποιθήσεις που βασίζονται στη «μετά θάνατον ζωή», καταδεικνύεται η επιθυμία μας να νικήσουμε το θάνατο.

Με την ίδια λογική, σύμφωνα πάντα με την ανάλυση της Θεωρίας Διαχείρισης Τρόμου, θαυμάζουμε προσωπικότητες από διάφορους χώρους που μέσα από το έργο τους, καλλιτεχνικό, επιστημονικό ή άλλο, καταγράφονται στη συλλογική συνείδηση ανεξίτηλα κι έτσι με αυτόν τον τρόπο υπερνικούν τη λήθη του βιολογικού τους τέλους. Αυτό ωστόσο, που είναι πραγματικά εντυπωσιακό στη διαχείριση του φόβου του θανάτου, είναι ότι σύμφωνα με πολλές έρευνες, όσοι βρίσκονται στο χείλος του, τον φοβούνται λιγότερο. Φαντάζει οξύμωρο κι όμως συμβαίνει. Ίσως επειδή είναι στην ανθρώπινη φύση να συμφιλιώνεται με ό,τι δε μπορεί να αποφύγει.

Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με τους επιστήμονες που διατύπωσαν τη συγκεκριμένη θεωρία, η επίγνωσή μας ότι θα πεθάνουμε μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στην καλύτερη ποιότητα της ζωής που θα ζήσουμε ως τότε. Με δυο λόγια, το πεπερασμένο του χρόνου μας πάνω στη γη, μπορεί να μας ωθήσει στο να τον αξιοποιήσουμε και να μην τον σπαταλήσουμε. Κι αυτό ακούγεται λογικό.

Όλες μας οι αποφάσεις, οι σχέσεις, η αλληλεπίδρασή μας με άλλους ανθρώπους, ακόμα και η καθημερινότητά μας, αποκτούν άλλη βαρύτητα υπό το πρίσμα της μοναδικότητάς τους. Η γνώση ότι ο χρόνος που έχουμε στη διάθεσή μας δεν είναι άπειρος, ενδέχεται να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, ό, τι κι αν σημαίνει αυτό για τον καθένα.

Από το να απολαμβάνουμε περισσότερο την κάθε μέρα μας, να γκρινιάζουμε λιγότερο για πράγματα ασήμαντα, ή να είμαστε διατεθειμένοι να βοηθήσουμε τον διπλανό μας, να συγχωρήσουμε τους εαυτούς μας και τους άλλους, να είμαστε πιο επιεικείς και πιο καλοπροαίρετοι. Να δώσουμε δηλαδή αξία στα χρόνια μας, γιατί όντως ζούμε μόνο μία φορά.

Συντάκτης: Μαριάννα Πολένα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου