Σε πρόσφατη έρευνα των Times του Λος Άντζελες, ρωτήθηκαν περίπου 100 άτομα, αν θα ήταν πρόθυμοι να πάνε μόνοι τους στον κινηματογράφο κι από αυτούς απάντησαν θετικά μόλις οι 30. Και σκεφτείτε ότι μιλάμε για μια δραστηριότητα που εκ των πραγμάτων δε χρειάζεται τη συμμετοχή κι άλλου ατόμου· μπαίνουμε και καθόμαστε σε μια αίθουσα, παρακολουθώντας τα τεκταινόμενα στην οθόνη. Τελεία.

Παρ’ όλα αυτά το ενδεχόμενο να βρεθεί κάποιος μόνος του στην κινηματογραφική αίθουσα ήταν αποτρεπτικό για την πλειοψηφία των ερωτηθέντων. Φανταστείτε η ερώτηση να αφορούσε άλλες δραστηριότητες, ακόμη περισσότερο συνδεμένες με παρέα, όπως για παράδειγμα το φαγητό σε ένα εστιατόριο ή ακόμα και τις διακοπές.

Η πραγματικότητα είναι ότι υφίσταται ένα κοινωνικό στερεότυπο που θέλει συγκεκριμένες μορφές διασκέδασης ή ψυχαγωγίας να γίνονται συντροφικά κι όχι κατά μόνας. Για την ακρίβεια το στερεότυπο μπορεί να πάει ένα βήμα παρακάτω, παρουσιάζοντας τους ανθρώπους που επιλέγουν να διασκεδάζουν μόνοι τους, σαν μελαγχολικές, μοναχικές φιγούρες, μουρτζούφληδες που δεν καταφέρνουν να πείσουν ψυχή ζώσα να τους ακολουθήσει ούτε για ένα πιάτο φαγητό. Κι η φοβία ότι έτσι θα τους αντιμετωπίσει ο κοινωνικός περίγυρος, αρκεί για να αποτρέψει πολλούς από εμάς να βγούμε μόνοι, αν και μπορεί να το θέλουμε.

Οι ειδικοί πάντως, εντοπίζουν την κύρια αιτία της απροθυμίας μας να κάνουμε παρέα με τον εαυτό μας, πρωτίστως στο λεγόμενο “spotlight effect”, που σημαίνει την πεποίθηση που έχουμε οι περισσότεροι ότι όλος ο κόσμος ασχολείται μαζί μας και μας κριτικάρει. Κάτι που στην πραγματικότητα καθόλου δεν ισχύει. Έτσι, σε περίπτωση που σε ένα γεμάτο από κόσμο εστιατόριο, υπάρχει κάποιος που τρώει μόνος του, στην πράξη ελάχιστοι θα τον προσέξουν. Το θέμα φυσικά, δεν είναι η επιλογή μας να περάσει απαρατήρητη –που μάλλον θα συμβεί– αλλά το να μη μας αφορά πώς θα σχολιαστεί από τους γύρω μας.

Κανείς δε θέλει να εμπνέει βλέμματα συγκατάβασης στους γύρω του κι αυτό είναι μια αλήθεια. Όμως συνήθως, αυτό συμβαίνει όταν οι ίδιοι νιώθουμε αυτολύπηση. Αν, λοιπόν, ξεκινήσουμε για μια δραστηριότητα μόνοι, χωρίς να είμαστε πεπεισμένοι ότι θα περάσουμε καλά, τότε μάλλον αυτό που θα εκπέμπουμε θα είναι μελαγχολία.

Όμως η πραγματικότητα είναι ότι το να περνάμε χρόνο με τον εαυτό μας, μπορεί να μας βοηθήσει εξαιρετικά στην απόκτηση της εσωτερικής μας ισορροπίας. Καταρχάς είναι μια μοναδική ευκαιρία να κάνουμε αυτό που πραγματικά μας ευχαριστεί, χωρίς να είναι ανάγκη να το προσαρμόσουμε και στις προτιμήσεις κάποιου άλλου. Απ’ την άλλη, έχουμε το χρόνο να ακούσουμε πραγματικά τις σκέψεις μας και να τις βάλουμε σε σειρά. Κι όσο κι αν μας προβληματίζει η ενδεχόμενη κριτική που μπορεί να δεχτούμε, στην ουσία δε θα έπρεπε να μας αφορά.

Κι αν δε σας πείθω εγώ, παραδειγματιστείτε από τον Bill Gates, που ο κόσμος να χαλάσει, σου λέει, δύο εβδομάδες θα τις περάσει ολομόναχος, για να συγκεντρώσει τις ιδέες του, να κάνει την ενδοσκόπησή του, να αξιολογήσει την πορεία του, να διαβάσει τα βιβλία του. Κάτι παραπάνω θα ξέρει ο μεγιστάνας, δεν μπορεί…

Πάντως πέρα από την πλάκα, η αλληλεπίδρασή μας με άλλους ανθρώπους είναι τόσο έντονη στην καθημερινότητα, όχι μόνο στον φυσικό αλλά και στον ψηφιακό κόσμο, που η ανάγκη να αφουγκραστούμε απερίσπαστοι εμάς τους ίδιους είναι επιτακτική. Το στίγμα που ακολουθεί έναν άνθρωπο που τρώει μόνος, που πίνει τον καφέ του μόνος, που απολαμβάνει μια βόλτα ή μια ταινία μόνος δεν έχει καμία σχέση με τη μελαγχολική εικόνα που του προσδίδει το στερεότυπο. Ίσα ίσα αφορά το να τα έχεις καλά με την πάρτη σου, τόσο που τελικά να αισθάνεσαι πως δε σου λείπει καμία παρέα για να απολαύσεις ένα ριζότο ή τη νέα ταινία σε 3D. Κι αυτό πέρα από υγιές είναι κι εξαιρετικά ενδιαφέρον.

Συντάκτης: Μαριάννα Πολένα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου