“Comma dei fari pi amà sta donni?

Di rose dee fare nu bellu ciardini.

Nu bellu ciardini ntorni p’ intorni lei annammunari.”

 

«Ακούστε τι θα κάνω την αγάπη μου να δείξω. Περιβόλι με ρόδα θαυμαστό και μια πηγή από μάλαμα και διαμαντόπετρες στη μέση κι ανοιξιάτικο νερό», μας τραγούδησε σε μια παραδοσιακή ταραντέλα, που η ιστορία της χάνεται στα βάθη των αιώνων, ένας νεαρός ερωτευμένος άντρας. Ο έρωτάς του όμως δε βρήκε ποτέ ανταπόκριση. Και κάπως έτσι γεννήθηκε η Tarantella del Gargano. Μια ωδή στον έρωτα. Όχι όμως τον έρωτα που στο τέλος ‘ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα, αλλά εκείνον που ανοίγει πληγές. Τον ανεκπλήρωτο έρωτα.

Αν ήταν να δραματοποιήσουμε την Tarantella del Gargano, η σκηνή θα διαδραματίζονταν σε κάποιο δάσος, πάνω σε κάποιο βουνό. Κι αυτό το στοιχείο είναι που διαφοροποιεί τη συγκεκριμένη ταραντέλα από όλες τις υπόλοιπες. Ενώ οι περισσότερες προέρχονται από τις πεδιάδες του ιταλικού νότου, η Tarantella del Gargano, έχει στον τίτλο της την υποσημείωση montagna, δηλαδή βουνίσια. Ας φανταστούμε, λοιπόν, έναν νεαρό πιθανότατα ξυλοκόπο που κάθεται μελαγχολικός κάτω από ένα δέντρο και μονολογεί. Αναρωτιέται σκεφτικός τι πρέπει να κάνει για να τον αγαπήσει η κοπέλα εκείνη με την οποία είναι ερωτευμένος. Θα της έφτιαχνε έναν κήπο γεμάτο τριαντάφυλλα και πολύτιμα πετράδια. Με γαργάρα νερά και καλλικέλαδα πουλιά να της κελαηδούν όταν αυτή θα θέλει να ξεκουραστεί.

Τι καλύτερο δώρο θα μπορούσε αλήθεια, να προσφέρει στην καλή του από έναν παράδεισο; Έναν επίγειο παράδεισο που θα ήταν όλος δικός της; Κι όμως, η κοπέλα δεν ανταποκρίνεται. Κι η σκηνή κλείνει με τον ήρωά μας να εκφράζει το παράπονό του στην κοπέλα που τον έκανε να την αγαπήσει, χωρίς ωστόσο ανταπόκριση. Τελειώνει με το μαράζι του ερωτευμένου που τον απορρίπτουν.

Όπως προαναφέρθηκε, η ιστορία της Tarantella del Gargano χάνεται στο πέρασμα του χρόνου. Η πρώτη επίσημη καταγραφή της έγινε τον Δεκέμβριο του 1966 στο Carpino, ένα ορεινό χωριό στο ακρωτήριο του Gargano, από τους μουσικολόγους Roberto Leydi και Diego Carpitella, όταν είχαν ξεκινήσει να ερευνούν την ιστορία των βουνίσιων παραδοσιακών τραγουδιών της Κάτω Ιταλίας. Συγκριτικά με τις μέχρι τότε καταγεγραμμένες ταραντέλες, η Tarantela del Gargano, έχει ένα πιο αργό τέμπο, μια μορφή σονάτας. Κι ενώ οι ταραντέλες εξ’ ορισμού είναι χορευτικές έως και σε ξέφρενους ρυθμούς, η συγκεκριμένη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν μια ταραντέλα της τάβλας, αν δανειστούμε την ορολογία αυτή της ελληνικής μουσικής παράδοσης.

Μέχρι σήμερα η Tarantella del Gargano έχει ερμηνευτεί από πολλούς παραδοσιακούς αλλά και σύγχρονους Ιταλούς καλλιτέχνες. Από τους Re Pampanelle και τους Media Aetas ή τον Pino De Vittorio και τον Marco Beasley, κάθε ερμηνεία είναι ξεχωριστή, αλλά ταυτόχρονα και με τόσα κοινά σημεία με την αρχική. Μια ή δυο κιθάρες σε συγχορδία, το παραδοσιακό ντέφι να κρατά ρυθμό κι ίσως κι ένα φλάουτο να δίνει τη μελωδία. Μόνο οι δικοί μας Encardia έδωσαν έναν πιο χορευτικό, έναν πιο tarantato αν προτιμάτε ρυθμό στο συγκεκριμένο τραγούδι.

Ανεκπλήρωτοι έρωτες. Τι καλά να μην υπήρχαν. Πάντα πονούσαν και πάντα θα πονάνε. Κι αν κάποτε νιώσεις κι εσύ αυτόν τον πόνο, πήγαινε μια νοερή βόλτα στην Κάτω Ιταλία. Μ’ ένα ποτήρι κρασί και μια ταραντέλα, ο πόνος θα γίνει πιο υποφερτός. Η μελαγχολία πιο γλυκιά. Αλήθεια σου λέω.

 

Θέλουμε και τη δική σου ιστορία!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Δημήτρης Ευσταθιάδης
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου