Απόγευμα στο τιμόνι. Η διαδρομή μοιάζει μικρή όταν σουρουπώνει. Η πόλη έχει μια γλύκα, ασυνήθιστη. Μάλλον η ψυχολογία σου θα ‘ναι, σκέφτεσαι. Από παιδί λάτρευες τ’ απογεύματα. Είχαν άλλο χρώμα. Στο ραδιόφωνο παίζει το «ροζ» κι αρχίζεις να σιγοτραγουδάς. Ρούχα μαζί που πλύθηκαν λα λα λα λα. Παρκάρεις -βρήκες θέση κατευθείαν. Αυτές είναι οι μικρές χαρές της ζωής.

Συνοδηγός σου εδώ κι ώρα ένα χάρτινο σακουλάκι μ’ έναν πετρόλ φιόγκο με λουλούδια. Το κοιτάς. Είναι δώρο για σένα, επειδή εκτιμάς τη δουλειά σου και να, που το εκτίμησε και κάποιος άλλος. Χαμογελάς. Ανυπομονείς να δεις τι είναι. Σ’ έχει εντυπωσιάσει το περιτύλιγμα, όμως δεν είσαι άνθρωπος της επιφάνειας. Μπαίνεις στο σπίτι. Κάθεσαι στον καναπέ. Ο φιόγκος είναι σφιχτός. Γι’ αυτό σκας;. Ο,τι δε λύνεται, κόβεται άλλωστε. Ποτέ δεν ταυτίστηκες μ’ αυτή τη στάση απέναντι στα πράγματα βέβαια. Σε τρομάζει το απόλυτο.

Ψάχνεις το κόκκινο ψαλίδι. Μα εδώ το είχες αφήσει. Αυτό σου δίνει χρόνο να ξανακοιτάξεις τον φιόγκο με τα λουλούδια. Σχεδόν τον αγάπησες. Κοιτάς με ελπίδα μήπως υπάρχει άλλος τρόπος ν’ ανοίξεις το δωράκι. Σίγουρα θα υπάρχει. Γιατί να βάλουν μια τόσο ωραία κορδέλα αν είναι να την κόψουμε; Γιατί να κάνουν τόσο περίτεχνο τον φιόγκο;

Θυμάσαι την Αντιγόνη. Τη συμμαθήτριά σου με τα κατακόκκινα μαλλιά. Εκείνη θα είχε βρει τη λύση σκέφτεσαι. Θυμάσαι τα πάρτι της κι όταν έφτανε η ώρα να ανοίξει τα δώρα της. Απελπισία σκέτη. Θυμάσαι όλα τα παιδιά να της φωνάζουν. Κόψ’ το αφού δε λύνεται. Μας έσκασες. Εκείνη παρέμενε υπομονετική μπροστά στους κόμπους. Ποτέ της δεν πήρε μαχαίρι, ούτε ψαλίδι. Πάντα έβρισκε τη λύση.

Ήταν σαν μαγικό. Πάντα ψηλαφούσε με ήρεμες κινήσεις τα κουτιά κι εμφάνιζε το εσωτερικό χωρίς να ταλαιπωρήσει το περιτύλιγμα. Τη ζήλευες αυτή την ηρεμία. Αυτή την ευγένεια απέναντι στους δύσκολους κόμπους. Το αποφάσισες. Αφού μπορούσε η Αντιγόνη, μπορείς κι εσύ. Αφήνεις στον ξύλινο πάγκο το δωράκι!

Θα τη βρούμε μαζί τη λύση, σκέφτεσαι. Άλλωστε δε βιάζεσαι. Έχεις χρόνο. Κάποια χέρια διάλεξαν αυτό το δώρο, κάποια έβαλαν αυτή την κορδέλα κι ίσως τα ίδια έφτιαξαν αυτόν τον φιόγκο. Και τώρα τι; Τα δικά σου θα είναι αυτά που θα τον κόψουν; Το ψαλίδι τελικά ήταν μπροστά σου. Όμως δεν το χρειάζεσαι πια. Εσύ δεν είσαι απόλυτος άνθρωπος. Είσαι διαλλακτικός. Εσύ δε θες να κόψεις, ούτε να χωρίσεις. Όχι, δεν το θες το ψαλίδι. Και φτάνει πια με ο,τι δε λύνεται που κόβεται. Δεν είναι δύναμη αυτό. Δειλία είναι. Λάθος στα μάθανε.

Και τι λες να κάνεις δηλαδή; Σε κάθε κόμπο θα φεύγεις; Σε κάθε δυσκολία θα κόβεις και θα κόβεσαι και φτου ξανά από την αρχή; Δε λύνονται όλα επειδή θα τα κόψεις ένα πρωί. Μερικά πράγματα απλώς δεν είναι φτιαγμένα για να λυθούν. Μένουν δεμένα γιατί υπάρχει λόγος. Σκέψου τα κορδόνια από τα αγαπημένα σου ολ σταρ. Κάθε φορά που λύνονται, κινδυνεύεις να πέσεις. Μόνο δεμένα σφιχτά είναι λειτουργικά για σένα. Μην ψάχνεις τρόπους να λύνεις τα πράγματα. Δέσ’ τα όσο πιο γερά μπορείς ν’ αντέχουν.

Τελικά το δώρο σου φαίνεται πως μπορεί ν’ ανοίξει και χωρίς να λυθεί ο κόμπος, αλλά ούτε και να κοπεί. Κι αυτό δεν μπορούν να το δουν όσοι  βλέπουν αλλά μόνο όσοι παρατηρούν. Αυτό δεν μπορούν να το δουν όσοι θέλουν να το βάλουν στα πόδια, αλλά μόνο όσοι έχουν όρεξη να παλέψουν. Αυτό δεν μπορούν να το δουν αυτοί που θέλουν να διαλύσουν, αλλά μόνο αυτοί που θέλουν να σώσουν.

Κρεμάς ακέραιο τον φιόγκο και τον δένεις πιο σφιχτά στο πόμολο της κουζίνας, να σου θυμίζει αυτό το απόγευμα.

Ο,τι δεν λύνεται, κόβεται, ε; Ας γελάσω!

Τα φιλιά μου.

 

Θέλουμε και τη δική σου ιστορία!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Μαριέττα Ματθαιάσσου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου