Θυμάμαι κάπου εκεί στις αρχές του 2000, είχα αποκτήσει το δημοφιλές για την εποχή εκείνη Nokia 3310. Εκτός από το φιδάκι -το πρώτο παιχνίδι που ενσωματώθηκε σε κινητό- η συσκευή, είχε κι άλλη μια καινοτομία για τα τότε δεδομένα. Μπορούσες να συνθέσεις πατώντας τα κουμπάκια τον ήχο κλήσης που επιθυμούσες. Η πρώτη μου, λοιπόν, σύνθεση στο νέο μου απόκτημα, ήταν η εισαγωγή από το τραγούδι του Παύλου Σιδηρόπουλου «Μου ‘πες θα φύγω», ένα αριστούργημα του Πρίγκιπα της Ροκ.

Ήταν κάπου στα τέλη του 1970, όταν ο Παύλος γνώρισε τη Γιόλα. Οι απόψεις για το πότε έγινε η γνωριμία του Παύλου και της Γιόλας διίστανται, με την επικρατέστερη εκδοχή να τους θέλει να συναντώνται για πρώτη φορά σ’ ένα μπαρ στο κέντρο της Αθήνας. Μόλις που είχε βγει από μια σχέση με μια κοπέλα, όπου λεπτομέρειες για τη ζωή της δεν έχουμε. Το μόνο που γνωρίζουμε από κάποιες μαρτυρίες είναι πως η κοπέλα αυτή, ήταν γόνος μιας εύπορης οικογένειας κι ίσως να τη φώναζαν Κάθυ. Το πραγματικό της όνομα δεν το μάθαμε ποτέ, μιας κι ο Παύλος θέλησε να προστατεύσει την ανωνυμία της ίδιας και της οικογένειάς της. Την ιστορία τους, όμως, τη μάθαμε από ένα άλλο τραγούδι που έγραψε ο Παύλος, το “Στην Κ.”. Η Γιόλα όλο αυτό το διάστημα ήταν στο παρασκήνιο. Φοιτούσε μαζί με την Κ. στο Κολέγιο Αθηνών και γνωρίζοντας τη σχέση της συμμαθήτριάς της με τον Παύλο, δεν εξέφρασε ποτέ της τα αισθήματα που έτρεφε γι’ αυτόν. Ώσπου μαθεύτηκε πως ο Παύλος και η Κ. δεν είναι πλέον μαζί.

Και φτάνουμε στα 1977. Ο Παύλος κάνει ένα live στο Κύτταρο. Η ιστορία θέλει τη Γιόλα ν’ αποφασίζει να πάει να δει τον Παύλο και να του φανερώσει τον έρωτά της, που μέχρι τότε κρατούσε κρυφό. Του έγραψε μια μικρή ερωτική επιστολή και την παρέδωσε στον πορτιέρη του club, παρακαλώντας τον να τη μεταφέρει στον Παύλο. Λίγες μέρες μετά ο Παύλος τηλεφώνησε στη Γιόλα ζητώντας της να συναντηθούν.

Από την αρχή ή σχέση τους φαινόταν πως θα είναι επεισοδιακή. Τους ένωνε η καλλιτεχνική τους φύση κι οι κοινές ανησυχίες που έχουν οι καλλιτέχνες. Η Γιόλα ήταν τότε εκκολαπτόμενη ποιήτρια και πολλές φορές αποτελούσε, τόσο η ίδια όσο και τα ποιήματά της, πηγή έμπνευσης για τον Παύλο. Όμως, μέσα στην αμφίδρομη έμπνευση μεταξύ των δύο και τον αναμφισβήτητο έρωτά τους, υπήρχε ένα μεγάλο αγκάθι. Ο Παύλος είχε ξεκαθαρίσει από την αρχή της σχέσης τους πως ήταν πολυγαμικός και δε θα μπορούσε να είναι μόνο με τη Γιόλα. Η Γιόλα, από την άλλη, δεν μπορούσε να δεχτεί αυτή τη συνθήκη. Ήθελε τον Παύλο αποκλειστικά δικό της. Και μέσα σε μια εμπόλεμη συναισθηματικά κατάσταση, το ζευγάρι αρχίζει να εθίζεται και στην ηρωίνη, αν κι αναφορές θέλουν τους δυο τους να κάνουν χρήση της πριν τη γνωριμία τους.

Το 1980 και μην αντέχοντας άλλο τις πολυγαμικές τάσεις του Παύλου, η Γιόλα του ανακοινώνει πως θα φύγει μόνιμα για το Παρίσι, στο οποίο έτσι κι αλλιώς ταξίδευε συχνά. Η είδηση αυτή ταράζει τον Παύλο που συνειδητοποιεί πως δε θέλει να τη χάσει. Παρακαλώντας την, προσπαθεί να τη μεταπείσει, όμως αυτή είναι ανένδοτη. Το ίδιο κιόλας βράδυ που του ανακοίνωσε την απόφασή της, ο Παύλος γυρνάει σπίτι και γράφει τους στίχους του τραγουδιού του «Μου ‘πες θα φύγω». Οι στίχοι του εξέφραζαν όλα όσα ένιωθε ένας ερωτευμένος άντρας που έχει χάσει -ενδεχομένως κι από βλακεία του- έναν μεγάλο έρωτα. Περιγράφει τη σχέση του με τη Γιόλα, τον χωρισμό τους, την ίδια τη Γιόλα. Οι στίχοι αυτοί έμειναν κλειδωμένοι μέσα σ’ ένα συρτάρι για πολύ καιρό, μέχρι ο Παύλος να τους μελοποιήσει και το κομμάτι να κυκλοφορήσει επίσημα στον δίσκο «ΦΛΟΥ».

0 Παύλος έφυγε από τη ζωή το 1990. Η Γιόλα, κατά κόσμο Γιολάντα Αναγνωστοπούλου το 2005. Αυτός μας άφησε τα τραγούδια του κι αυτή τα ποιήματά της. Οι δυο μαζί, άφησαν έναν έρωτα. Έναν έρωτα που ενσαρκώθηκε σ’ ένα από τα πολυτιμότερα διαμάντια, τόσο του ίδιου του Πρίγκιπα, όσο και ολόκληρης της ελληνικής ροκ μουσικής σκηνής.

Πηγή φωτογραφίας

Συντάκτης: Δημήτρης Ευσταθιάδης
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου