Είσαι ολόκληρος δέκα γραμμές.
Πέντε γραμμές στα αριστέρα κι άλλες πέντε στα δεξιά.
Δέκα γραμμούλες στην εξωτερική γωνία των ματιών σου.
Οι γραμμούλες μου.
Αυτές είναι οι γραμμές, επένδυση.
Εκείνες που ξέρω πώς χρόνο με το χρόνο, θα βαθαίνουν όλο και περισσότερο.
Κι εγώ τότε θα μπορώ να κάνω καρπίδια* στα βαθιά. Να μένω εκεί για ώρα.
Να τις αφουγκράζομαι, να τους μιλάω, να εκτονώνω επάνω τους κάθε κτητικότητά μου.
Πρώτα εκείνες αγαπώ και μετά εσένα, να το ξέρεις.
Και μετά τις κουβέντες σου για τα αστέρια.
Προς Θεού, όχι τις ρομαντικές μανιέρες. Αυτές ευτυχώς τις βαριέσαι.
Τις άλλες, τις βαθιά φιλοσοφικές. Αυτές που αν κάποιος μας άκουγε ή θα μας περιγελούσε ή θα αναρωτιόταν για το ποσοστό νοθείας στα ούζα μας.
Εν αρχή ην η γη. Κι αμέσως μετά εμείς.
Εμείς σε μια παραλία με ποδοδάχτυλα να βρέχονται στο Αιγαίο.
«Πιτσικέλι, σκέψου οτι ολη η στερία του πλανήτη, είναι απλώς αυτό το κομμάτι εδάφους που ακουμπάμε τώρα. Δες τα αστέρια πάνω απ΄τα κεφάλια μας και φαντάσου πως αιωρούμαστε ανάμεσά τους. Δεν ξέρουμε τι υπάρχει ούτε πάνω, ούτε κάτω, ούτε γύρω μας. Είμαστε απλώς ένα νησί που κόβει βόλτες στον κενό χώρο του σύμπαντος. Ενός σύμπαντος που ακόμη κανείς δεν έχει καθορίσει με ακρίβεια, ούτε το πότε, ούτε το πώς, ούτε το πού, ούτε το γιατί προήλθε.
Και μέσα σε αυτό το χάος, ανάμεσα στους εκατομμύρια εκατομμυρίων ανθρώπων που πέρασαν, τώρα είμαστε εδώ, εσύ κι εγώ.
Αν δεν είναι αυτό μαγεία, τότε τι είναι; Τα παραμύθια που διαβάζεις;»
Στα παραμύθια που διαβάζω, υπάρχουν πρίγκιπες, νεράϊδες, ξωτικά.
Στα άλλα που φαντάζομαι, δευτερότριτες ζωές, μεταφυσικές υπερδυνάμεις, τηλεμεταφορές, παράλληλα σύμπαντα.
Στην πραγματικότητα που ζω, υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος που κομπιάζω να αντιληφθώ.
Που η δυναμική και η αλήθεια του, ξεπερνά κάθε συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας.
Νομίζω οτι οι άνθρωποι αποφεύγουμε να κάνουμε συχνά τέτοιες σκέψεις, γιατί η αυξανόμενη συχνότητά τους, δημιουργεί την εντύπωση φλερτ με την τρέλα.
Και την τρέλα, τη φοβόμαστε, όπως ο διάολος το λιβάνι.
Ας μας πουν οτι θένε, τρελό, να μη μας πουν.
Τρελό, παλαβό, του γιατρού. Όχι τρελό, χαριτωμένο.
«Βάλε τις παλάμες δεξιά κι αριστερά του προσώπου σου. Να μην έχει φως απο πουθένα. Και τώρα ξαναδές τα αστέρια. Ο ουρανός δεν είναι χαρτι. Δες το βάθος του, δες τον τρισδιάστατα!»
Δεν είναι μόνο το εξωπραγματικό, οτι αυτό που συλλαμβάνει το μάτι μας στο τώρα, μπορεί να έχει πάψει να υφίσταται εδώ και χρόνια, αλλά κυρίως το πόσο ανόητη, μικρή και ματαιόδοξη, φαντάζει η σκέψη, ότι μες στο άπειρο κυριαρχούμε μόνο εμείς.
Εμείς, τα ανθρωπάκια.
Αν νομίζεις οτι θα το αντέξεις, κάτσε υπολόγισε τους ήλιους και τους πλανήτες του γαλαξία μας.
Προσμέτρησε μετά και τους υπόλοιπους, το λεγόμενο, γνωστό σύμπαν.
Για πιο hardcore καταστάσεις προσπάθησε να συλλάβεις και το άγνωστο.
Και που ‘σαι, σε όλο αυτό, σε θέλω νηφάλιο, ψύχραιμο, οξυδερκή και άνετο.
Άνετο; Δε γίνεται.
Γιατί ο άνθρωπος είναι ον ημιτελές και με κουσούρια εν τη γενέσει του.
Και γιατί αν πράγματι χρησιμοποιούσαμε όλο το πλήθος των εγκεφαλικών δυνατοτήτων μας, τότε πιθανώς, το φλερτ με την τρέλα, να γινόταν δέσμευση, επισημοποίηση, παντρειά.
Κι έτσι αφήνουμε το δάσος, μην τρελαθούμε. Και πάμε για το δέντρο.
Το δέντρο όμως, έχει κουφάλες. Βαθιές και ύπουλες.
Η έπαρση, η άγνοια, η κοντοφθαλμία.
Εμείς, που νομίζουμε οτι είμαστε το κέντρο του σύμπαντος, ενώ εκείνο μας φτύνει πατόκορφα και επιδεικτικότατα.
Και παραμυθιαζόμαστε και γεμίζουμε κι άλλο τα μέσα μας με εγωισμό και θαμπωνόμαστε από μια πλαστή κι επιφανειακή σπουδαιότητα, που αντιλαμβανόμαστε μόνο οι ίδιοι και που η διάρκειά της, είναι όση της ανάφλεξης ενός αστεριού.
Είσαι ολόκληρος δέκα γραμμές.
Δέκα γραμμές καμπύλες κι όχι ευθείες.
Δέκα γραμμές σαν αυτές που γεμίζουν τον κενό κι άγνωστο χώρο του σύμπαντος.
Κι αν όσο διαρκέσει το ταξίδι μας στη γη, δε μάθουμε από τι γεννήθηκαν εκείνες, εγώ θα ρουφήξω όλη τη γνώση απ΄τις δικές σου.
Γιατί εν αρχή είμαστε εμείς. Κι αμέσως μετά, η γη.
*καρπίδι = βουτιά