Μου αρέσεις. Και μου αρέσεις επικίνδυνα. Και ήταν η πρώτη μου σκέψη μόλις σε είδα. Πριν καν σου μιλήσω, σε διαβάσω, σε ακούσω. Και νομίζω πως ακόμη και τίποτα από τα παραπάνω να μην είχα εισπράξει από σένα, θα μου άρεσες το ίδιο. Το μυαλό μου έδωσε εντολές και δεν μπορούσα παρά να υπακούσω. Να σε γνωρίσω, να σε ανιχνεύσω, να σου αφιερώσω το χρόνο μου. Και ήμουν τόσο απόλυτα σίγουρη όταν ξεστόμισα, το πόσο επικίνδυνα μου αρέσεις. Και πήγα τόσο κόντρα στα «πρέπει», στα «αλλά» και στα «ίσως» μου, γιατί η επιθυμία μου να στο ομολογήσω ξεπέρασε όλους τους ενδοιασμούς μου.

Δεν το πίστευα ούτε εγώ πως παίζει ο έρωτας σε τόσο υψηλές τάσεις. Αν χρειαζόταν θα ερχόμουν και στην άλλη άκρη του κόσμου για να σου το φωνάξω. Και ξέρεις, κάπως έτσι πρέπει να ξεκινάνε οι πρώτες κουβέντες ανάμεσα σε δυο ανθρώπους που βλέπουν τη σπίθα στο μεταξύ τους. Με μια δυνατή αλήθεια. Μια ομολογία της πρώτης σκέψης μας φωναχτά που λίγο μας νοιάζει αν εκτεθούμε για να το επαναλάβουμε.

Μ’ αρέσει επικίνδυνα το μυαλό σου, το σώμα σου, το χαμόγελό σου, ο τρόπος που σκέφτεσαι, που κινείσαι. Μ’ αρέσει επικίνδυνα αυτό το παιχνίδι της χαρτογράφησής σου. Αναλύω τα πάντα πάνω σου. Και όσο το κάνω, τόσο επιβεβαιώνομαι. Και για μένα το επικίνδυνα κρύβει όλη την τόλμη και το θάρρος μου σε σένα. Κρύβει τον κίνδυνο που παρουσιάζεται μπροστά μου και τον αγνοώ συνειδητά.

Και επικίνδυνα ήταν και όλα τα ρίσκα που πήρα και θα έπαιρνα για σένα. Και ακόμη και αν ξέρω πως δε θα τα άξιζες ή ακόμη και αν κάποια μέρα έφευγες και τα έπαιρνες μαζί σου, δε θα άλλαζα με τίποτα αυτό το ομολογημένο μου επικίνδυνα τρόπο που μου αρέσεις.

Όταν ξυπνάς, ξέροντας πως το χάραμα είναι η αγαπημένη στιγμή της μέρας μου και κόντρα σε ένα κόσμο που κοιμάται είσαι εκεί για να μου χαρίζεις τις πρώτες καλημέρες. Όταν ένα «σ’ αγαπάω» και ένα «να προσέχεις» φτάνουν για να κάνουν την μέρα μου φωτεινή και μένα να αντέξω όλα όσα συμβαίνουν μέσα σ’ αυτή.

Όταν οδηγείς και μου τηλεφωνείς κι ας μη λέμε τίποτα σημαντικό γιατί το μυαλό σου είναι στο τιμόνι. Όταν ρωτάς και ξαναρωτάς και θέλεις να μάθεις. Και ξέρω πως σε νοιάζουν όλα όσα συμβαίνουν στη ζωή μου και είναι τρελό και συνάμα υπέροχο πως σκαρφίζεσαι τόσες πολλές ερωτήσεις. Όταν σου ζητάω να με διαβάζεις και να με διορθώνεις. Όταν παλεύεις με όλους, για να μου αφιερώνεις χρόνο από τον κλεμμένο σου.

Όταν θυμώνεις και στέλνεις καληνύχτα στη μέση της μέρας γιατί έτσι ορίζεις το τέλος του καβγά μας και καλημέρα στη μέση της ημέρας για μια νέα αρχή. Όταν γίνεσαι εκνευριστικός, αλλά ψάχνεις δικαιολογίες με τους γύρω σου για να μου κάνεις τα χατίρια ακόμη και όταν όλα συνωμοτούν εναντίον σου. Μου αρέσεις, ξέρεις, επικίνδυνα πολύ, πάρα πολύ. Αλήθεια υπάρχει μονάδα μέτρησης σ αυτό;

Κι είναι ίσως τύχη  όταν σκέφτεσαι και μου αναλύεις με τόσα επιχειρήματα τα πάντα, που με τρελαίνεις αλλά δεν μπορώ να σε σταματήσω γιατί χάνομαι στις λέξεις σου. Όταν με βάζεις να ακούσω τις μουσικές σου και προσπαθείς να μου εξηγήσεις κάθε τραγούδι πόσο μοναδικό είναι και τι σημαίνει για σένα.

Όταν γεννάς λέξεις, πλάθεις προτάσεις και καμαρώνεις με την εφευρετικότητά σου. Όταν το χιούμορ σου τσακίζει, με κάνεις να γελάω ακόμη και κείνες τις φορές που δυσκολεύομαι να καταλάβω τα αστεία σου. Όταν ανταλλάσσουμε απόψεις για τα βιβλία που έχουμε διαβάσει ή προτείνουμε ο ένας στον άλλον τα επόμενα προς ανάγνωση. Όταν με διορθώνεις που μπερδεύω το «είμαστε» και το «ήμαστε».

Και ναι ξέρω πως δε χωράω στα ρίσκα σου και έχω καταλάβει πως δεν μπορείς να ακολουθήσεις τη δική μου ελευθερία. Κι ας έρχονται στιγμές που χάνεις τον κόσμο και κλείνεσαι στο δικό σου. Είμαι εκεί για να σου φωνάζω πόσο επικίνδυνα μου αρέσεις. Μαζί είμαστε αυτοί που είμαστε κι αν χρειαστεί να μαλώσουμε για την ειλικρίνεια των απαντήσεών μας, θα το τολμήσουμε κι αυτό.

Όλα τα επικίνδυνα είναι τα πιο ουσιώδη. Εκεί στην άκρη, στο χείλος, στο σχεδόν. Στο παρά κάτι μιας κομμένης αναπνοής. Κι αν έτσι είναι ο έρωτας, τότε διάολε είναι πολύ ωραίος.

 

Συντάκτης: Ταρασία Γεωργιάδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου