«Και πάλι βρήκα το λάθος άνθρωπο για να αγαπήσω». Γνωστό άσμα με μεγάλο νόημα και σημασιολογική έννοια. Κι αν δεν είμαστε προσωποποιημένο τραγούδι, σίγουρα διαθέτουμε μαγνήτη -θεωρούμε μοιρολατρικά- που μας τραβάει στις λάθος σχέσεις. Μάλλον η έλξη ξεκινάει από τις λάθος και μας αποτελειώνει στις πολύ λάθος σχέσεις, γιατί έχουμε κι αυτό το χάρισμα, σαφώς.
Ίσως όλοι μας έχουμε περάσει από αυτούς τους «λάθος έρωτες» που μοιάζουν με κακό αστείο, έστω και μια φορά στη ζωή μας. Σχέσεις με ταμπέλα «μην εισέρχεστε: προβληματική σχέση», στις οποίες όχι μόνο μπαίνουμε, αλλά πέφτουμε και με τα μούτρα. Βέβαια, κάποια στιγμή αποκτούμε την αυτογνωσία που μας κάνει να αναρωτιόμαστε τι συμβαίνει και μπλεκόμαστε συνεχώς και κάνουμε το προσωπικό μας βίο αντί για ανθηρό, αβίωτο.
Αυτές οι σχέσεις συνήθως ξεκινάνε από την ανάγκη ενός να εξουσιάσει κι άλλου να εξουσιαστεί, όχι πάντα με το αναμενόμενο μοίρασμα των ρόλων. Η γοητεία γίνεται πρόκληση, οι αντιστάσεις μειώνονται και τα οποιαδήποτε ερωτηματικά για το αν λειτουργήσει ή όχι η σχέση εξαφανίζονται δια μαγείας μπροστά στο συναίσθημα και την αίγλη του ανθρώπου. Κι αυτό το συναίσθημα δεν είναι μια απλή δήλωση ερωτευμένου, είναι η ακρότητα του έρωτα, είναι η καψούρα σε όλο της το μεγαλείο. Κι αυτή η καψούρα δεν ελέγχεται. Δεν υπολογίζουμε τίποτα, είμαστε εξαρτημένοι, δεν κρατάμε τίποτα, όλα στη φόρα.
Κολακευόμαστε από έναν σύντροφο που κουβαλάει πάνω του τη γοητεία της επικινδυνότητας, όπως μέσα στο κεφάλι μας φαντασιακά την έχουμε ορίσει. Αυτό το παιχνίδι ζευγαρώματος αντί να μας προβληματίσει, μας ελκύει. Ερωτικά ανοιχτοί με υπεροχή που πηγάζει από την εκούσια υποταγή του συντρόφου τους, έχοντας την άλλη πλευρά, εμάς στην προκειμένη, να λέμε ψέματα στον ίδιο μας τον εαυτό. «Δεν ήξερα, οι έρωτες με έφαγαν.»
Πάμε, λοιπόν, να συνταιριάξουμε με αυτή τη σχέση. Δε γίνεται, όσο και να το παλέψουμε. Μεταξύ μας το ξέραμε από την αρχή αλλά ας όψεται το αίσθημα- είπαμε χρειάζεται η δικαιολογία. Και λίγο ότι αυτοί οι σύντροφοι μας βγάζουν από τη ρουτίνα της καθημερινότητάς μας, λίγο πώς παίζουν με την αδρεναλίνη μας, πώς φωνάζουν να σπάσουμε τους κανόνες της ζωής μας, αρκούν για να γίνει η πρόκληση, πρόσκληση.
Το αντιφατικό σ’ αυτές τις λάθος έως πολύ λάθος σχέσεις είναι τελικά πως ενώ φτάνουμε στο σημείο να τις ζούμε θεωρώντας πως έχουμε προσαρμοστεί στα στάτους τους, ξαφνικά χάνονται γιατί πολύ απλά ποτέ δεν υπήρξε σύνδεση, παρά μόνο από κοινού παραμύθιασμα και θυματοποίηση. «Εγώ τα έκανα όλα», λέμε, λες κι αυτό είναι προς τιμήν μας. Έχετε καταλάβει πόσο φαύλος κύκλος είναι όλο αυτό.
Σ’ αυτές λοιπόν τις λανθασμένες επιλογές μας, δεν παραμένουμε τρέφοντας την πεποίθηση πως έτσι είναι κι έτσι λειτουργούν οι σχέσεις. Δεν παραμένουμε γιατί δεν έχουμε κάτι άλλο καλύτερο να κάνουμε. Δεν κάνουμε τα στραβά μάτια στο όνομα μιας καψούρας, γιατί στο τέλος θα κινδυνέψουμε να μείνουμε αόμματοι και μάλιστα βγάζοντας τα ματάκια μας με τα ίδια τα χεράκια μας.
Δε μένουμε όταν όλα τα σημάδια μας φανερώνουν πως η σχέση αυτή έχει λήξει κι αυτό όσο πιο γρήγορα το αντιληφθούμε τόσο πιο ανώδυνη θα είναι και η αποχώρησή μας. Λένε, πως τα ετερώνυμα έλκονται αλλά η πραγματικότητα αποδεικνύει πως τα ομώνυμα επιβιώνουν. Κόντρα στα κλισέ και τα τσιτάτα, ίσως ήρθε η ώρα να πούμε -και να αποδεχτούμε- πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι λάθος. Η σύνδεση όμως κι ο έρωτας, μαζί με το πού αποδίδονται οι ευθύνες, ναι, μπορεί να είναι όχι ένα απλό, αλλά ένα εξαιρετικά τραγικό λάθος, που οφείλουμε να μην κάνουμε, γιατί, φτάνει, μεγαλώσαμε πια. Ας μπει και λίγη ευθύνη στο λεξιλόγιό μας. Του εαυτού μας πρώτα κι ύστερα του έρωτά μας για κάποιον. Ήρθε η ώρα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου