Πάνω που έχετε γνωριστεί λίγο καλύτερα κι όλα ρέουν καλώς, ο εν δυνάμει σύντροφος αποφασίζει να μεταμορφωθεί σε ένα ανοιχτό βιβλίο κι αρχίζει να βγάζει προς τα έξω όλα τα εσώψυχά του. Σου εμπιστεύεται μυστικά του, ιστορίες που δεν ξέρουν ούτε οι κοντινοί του φίλοι, σου αναλύει τον εαυτό του, την οικογένειά του, τα προβλήματά του. Σαφώς, όλα αυτά έχουν θέση και μάλιστα σημαντική μέσα σε μία ανθρώπινη σχέση. Δε διαφωνούμε. Όμως, είναι πάρα πολύ πιθανό να τρομάξεις όταν ο άλλος μπαίνει φουριόζος από την αρχή, ενώ εσύ δεν έχεις προετοιμαστεί για τόση διαφάνεια. Εξάλλου, το καλό στην αρχή της σχέσης είναι ότι υπάρχει αυτό το μυστήριο που σιγά σιγά ξεδιπλώνεται κι έτσι αποκτάται η οικειότητα μεταξύ των δύο. Αν όλα αποκαλυφθούν από την πρώτη στιγμή, τι έχεις να περιμένεις μετά;

Προφανώς και δεν μπορείς να αποτρέψεις κάποιον αν νιώθει οικεία να εκφραστεί όπως το επιθυμεί εκείνος, όπως όμως και με τη σειρά του δεν μπορεί να πιέσει κι εσένα να πεις ανάλογες σκέψεις και συναισθήματα. Εσύ μπορεί να χρειάζεσαι περισσότερο χρόνο ή περισσότερη βεβαιότητα για τον άνθρωπο που έχεις απέναντί σου, προκειμένου να αποκαλύψεις τα ενδότερα μυστικά σου. Μπορεί να μη θελήσεις να τα εκμυστηρευτείς σε κάποιον που μόλις γνώρισες. Το «απαραίτητο» χρονικό διάστημα διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο. Είναι μια έννοια, που ο καθένας αντιλαμβάνεται με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Σε όλους τους τομείς και όχι μόνο στην καταλληλότητα του χρόνου που πρέπει να ανοιχτείς. Ακόμα και στο πότε θα δώσετε το πρώτο φιλί, ή πότε θα γίνει η γνωριμία με τους γονείς. Κι αυτό το χρονικό διάστημα ενδέχεται να είναι η πρώτη μέρα, ο πρώτος μήνας ή και ποτέ.

 

 

Ακόμα λοιπόν κι αν η άλλη πλευρά νιώθει εντάξει στο να ανοιχτεί νωρίς στη σχέση, όπως αντιλαμβάνεσαι εσύ το νωρίς, έτσι είναι απόλυτα κατανοητό κι εσύ να θελήσεις αργότερα να το κάνεις, ή και καθόλου. Και τι κάνεις αν ο άλλος επιμένει να ακούσει και τη δική σου πλευρά πάνω στα θέματά του; Πολύ ειλικρινά, κάθεσαι κι ακούς προσεκτικά, κάνεις τα σχόλιά σου όπου κρίνεις ότι έχεις να προσφέρεις, απαντάς με ευγενικό τρόπο ότι εν ευθέτω χρόνω θα είσαι κι εσύ σε θέση να μοιραστείς παραπάνω μαζί του.

Και τι γίνεται αν επιμείνει σε βαθμό που σε κάνει να αισθάνεσαι παραβίαση; Εκεί δεν υπάρχει λύση, υπάρχει μόνο η πόρτα για να την κάνεις με ελαφρά πηδηματάκια. Ναι, μπορεί να σε ενδιαφέρει δεόντως το συγκεκριμένο άτομο, όμως αυτού του είδους η πίεση είναι ένδειξη έλλειψης σεβασμού, την οποία δε δεχόμαστε επουδενί. Δεν πρόκειται για τον ψυχοθεραπευτή μας, τον οποίο έχουμε διαλέξει γι’ ακριβώς αυτή τη διαδικασία άφεσης, αλλά για τον σύντροφό μας και μάλιστα τον νέο, που σαφώς και θέλουμε να μας εμπνέει ένα ασφαλές περιβάλλον, όπου μπορούμε να χαλαρώσουμε και να είμαστε ο εαυτός μας, όμως θα πρέπει αυτή η σχέση να χτιστεί βήμα-βήμα κι όχι τρέχοντας- αν νιώθουμε ότι βιάζεται.

Πρέπει λοιπόν να καταλάβει ο άνθρωπος αυτός ότι κάτι μας κρατάει πίσω, ό,τι κι αν είναι αυτό, να το δεχτεί και να θέσει τα όριά του, να αποφασίσει αν του κάνει κι αν μπορεί να λειτουργήσει υπό τις συνθήκες αυτές. Γιατί αυτός ο άνθρωπος είναι που θα κερδίσει ακόμα παραπάνω στο μέλλον. Αυτός που θα κάνει την υπομονή στην αρχή, που θα κατανοήσει τους λόγους σου, αυτός θα αξίζει να σε μάθει απ’ έξω κι ανακατωτά πιο μετά. Το αντίστροφο, το μόνο που μπορεί να καταφέρει είναι να σε κάνει να ξενερώνεις, να νευριάσεις ή να απογοητευτείς, με αποτέλεσμα να αναβάλλεις όλο και περισσότερο αυτή την πολυπόθητη συζήτηση περί των πάντων κι ίσως να μη συμβεί και ποτέ.

Οπότε, καλύτερο είναι πάντα να ακολουθούμε το ένστικτό μας, να πηγαίνουμε με το δικό μας ρυθμό και να μην αφήνουμε κανέναν εξωτερικό παράγοντα να μας πιέζει προς οποιαδήποτε κατεύθυνση. Δίνοντας παράλληλα όμως, μια ειλικρινή ευκαιρία στον άνθρωπό μας. Χωρίς φόβο και πείσματα. Άλλωστε, είναι η επιλογή μας κι εμείς η δική του.

 

Συντάκτης: Ίλυα Τρανούδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου