Αν παρομοιάζαμε τον έρωτα μ’ ένα οποιοδήποτε προϊόν που έχει ημερομηνία λήξης, πώς θα γνωρίζαμε ποια θα ήταν αυτή η ημερομηνία; Πώς ανακαλύπταμε το τέλος; Θα ξέραμε ότι όπως κάθε άλλο προιόν έτσι κι o έρωτας αν δε χρησιμοποιηθεί σωστά, στο χρονικό διάστημα που του πρέπει θα πεταχτεί στα σκουπίδια και δε θα έχει καν νόημα να προσπαθήσουμε να τον σώσουμε.

Αν υποθέσουμε λοιπόν ότι ο έρωτας είναι ένα τέτοιο προϊόν, τότε θα παρομοιάζαμε ολόκληρη τη ζωή μ’ ένα μεγάλο σούπερ μάρκετ, ξέρετε απ’ εκείνα που μπορείς κιόλας να πιεις τον καφέ σου φεύγοντας, που οι διάδρομοι με τις επιλογές είναι τόσοι που ώρες-ώρες θα προτιμούσες να ψώνιζες στην αγορά της γειτονιάς σου. Μέσα στο σούπερ μάρκετ της ζωής κάνουμε τις επιλογές μας κάποτε συνειδητά και κάποτε όχι, και διαλέγουμε ανάμεσα από εκατομμύρια ανθρώπους εκείνους που θα έχουμε για φίλους μας, για εραστές μας, για συντρόφους μας ακόμα και για οικογένειά μας· μ’ όλους εκείνους πορευόμαστε μέχρι να χρειαστεί και πάλι να ξανά κάνουμε την επιλογή μας. Εντούτοις, στον έρωτα είναι φορές που δεν επιλέγουμε εμείς το «προιόν» μας, αλλά μας επιλέγει εκείνο. Ερωτευόμαστε κεραυνοβόλα και δεν υπολογίζουμε πως έχει χαραγμένη πάνω του με μεγάλα μαύρα γράμματα την ημερομηνία λήξης του.

Η αλήθεια είναι ότι με το που γνωρίζουμε κάποιον, κατά κάποιον τρόπο ζούμε έναν έρωτα με ημερομηνία λήξης. Πότε δεν ξέρουμε πού θα φτάσει, πόσο θα κρατήσει κι αν τελικά είναι σαν ένα γάλα μακράς διαρκείας ή σαν ένα μπουκάλι χυμό πορτοκάλι που πρέπει να πιεις μέσα σε τρεις ημέρες. Το ζούμε όμως μέχρι πια να μη μας κάνει, στο έπακρο, χωρίς καμία ανασφάλεια και ερωτευόμαστε χωρίς όρια. Παρ’ όλα αυτά όταν ο έρωτας μυρίζει από μίλια μακριά πως δε θα κρατήσει, πως τα εμπόδια είναι τόσα που δεν τον καθιστούν εύκολο ως προς τη χρήση του και η διάρκεια ζωής του είναι ελάχιστη, μπαίνουμε πού και πού στη διαδικασία να αναλογιστούμε αν τελικά θα άξιζε να μπει στο καλάθι των επιλογών μας.

Είναι δύσκολο να αρχίζεις μια σχέση από το τέλος της πως να το κάνουμε. Είναι δύσκολο να ξεκινάς κάτι και να ξέρεις πως κατέχει χρονικά διαγράμματα για το πόσο θα διαρκέσει. Είναι πραγματικά δύσκολο να γνωρίζεις τον άνθρωπό σου μα ο έρωτάς σας να έχει ημερομηνία λήξης και να κρατιέται μέρα με τη μέρα. Δεν κάνετε σχέδια για το μέλλον, δε σκέφτεστε το αύριο ούτε μιλάτε για τα Σαββατοκύριακα που θα περάσετε μαζί. Δε σας παίρνει, δε χωράει ο έρωτάς σας σε τέτοια στερεοτυπικά πλάνα ούτε μπορεί κανείς να τον προβλέψει. Αυτό που ξέρετε ωστόσο είναι πως θα τελειώσει πριν καν αρχίσει, πως είναι το γραφτό του να τελειώσει κι ό,τι κι αν γίνει, όσο ερωτευμένοι κι αν είστε, όταν φτάσει το τέλος του αυτό θα είναι.

Ίσως πάλι τέτοιοι έρωτες να έχουν τη μεγαλύτερη αξία τελικά. Έρωτες που δε σε γεμίζουν με ενοχή που δεν κανόνισες έξοδο σε τρία Σάββατα από σήμερα. Έρωτες που ζουν για το σήμερα και στους οποίους δίνεσαι ψυχή τε και σώματι χωρίς πολλές εξηγήσεις ή σκέψεις. Είναι κάποιες φορές καλό να ξέρεις πως έρχεται το τέλος γιατί δεν κρατάς τίποτα πίσω, δε χαραμίζεις τις μέρες και τις ώρες σου σε άσκοπες συζητήσεις και σε καβγάδες που δε θα έχουν νόημα ύστερα από μία ώρα. Πέφτεις με τα μούτρα και χάνεσαι στο απόλυτο πάθος για όσο έχουν διάρκεια ζωής.

Κι όταν τελικά φτάσει η ημερομηνία τέλους, το αποδέχεσαι χωρίς κλάματα, χωρίς να εύχεσαι να κράταγε ακόμα λίγο, γιατί ήξερες πού έμπλεκες από την αρχή. Γιατί ξέρεις πως ακόμα και έτσι έζησες τον απόλυτο έρωτα, έδωσες μα και πήρες όσα άξιζες, χωρίς κανένα κόπο, χωρίς φασαρία κι άσκοπους θορύβους.

«Η αληθινή αγάπη έρχεται ήσυχα, χωρίς λάβαρα και πυροτεχνήματα. Αν ακούτε καμπάνες, να πάτε να κοιτάξετε τα αυτιά σας» έλεγε ο Έριχ Σίγκαλ Αμερικανός συγγραφέας κι επαναστάτης του έρωτα. Πίστευε ότι ο έρωτας δεν πρέπει να κάνει φασαρία και έγραφε για έρωτες που ξυπνούσαν στο αθόρυβο βλέμμα δύο ανθρώπων, στο απαλό φιλί δύο χειλιών και στο ήσυχο άγγιγμα δύο σωμάτων. Πόσο δίκαιο είχε. Ο έρωτας εν τέλει βρίσκεται μέσα μας, σε ό,τι κάνουμε, με ό,τι κι αν καταπιανόμαστε κι αναμένει τον άνθρωπο εκείνο, το άλλο μας ολόκληρο για να του δώσει ζωή έστω και για λίγο, έστω και για να ζήσει με ημερομηνία λήξης.

Συντάκτης: Δέσποινα Κυριάκου
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου