Οι πράξεις έχουν μια απορρέουσα δυναμική που αποκαθιστά εν αγνοία της ή κι εκούσια πολλές φορές τη γοητεία του λόγου. Οι λέξεις μαγνητίζουν και φανερώνουν μαγικά και σαγηνευτικά τις προθέσεις μας και τα συναισθήματά μας. Αν οι λέξεις είναι ο τροχός της άμαξας όσων φωλιάζουν μέσα μας κι επιθυμούν μια θέση στο προσκήνιο, τότε ίσως οι πράξεις να είναι η ομάδα που δουλεύει πιστά για την υλοποίηση αυτή. Μπορούν οι πράξεις να αντικαταστήσουν την ισχύ του λόγου; Θεωρώ πως το αρτιότερο αποτέλεσμα θα προερχόταν από μια συνεργασία αλληλοσεβασμού των δυο τους. Ωστόσο, αν η δεξιότητα χειρισμού του λόγου δε βρίσκεται στα πικ της πώς εκδηλώνουμε όσα λαχταράμε;

Αυτό το ερώτημα καταλαμβάνει χώρο πολύπλευρα στη ζωή μας, με μια οπτική να δίνεται και στα ερωτικά μας. Ένα άτομο που δεν είναι εκφραστικό ως προς τα λόγια πώς μας φανερώνει το ερωτικό του ενδιαφέρον; Κι αν τα ερωτικά μας φαντάζουν με κυλιόμενη σκάλα άγνωστης κατεύθυνσης, εμείς καλούμαστε να περιηγηθούμε στα σκαλιά της με θάρρος και καλή πίστη. Στην περίπτωση που οι συνοδοιπόροι μας σ’ αυτό το άλογο ταξίδι του παθιάρικου κόκκινου δεν αρέσκονται ή είναι ανήμποροι μπροστά σε μια λεκτική έκφραση σκέψεων και συναισθημάτων μεγάλο μερίδιο επιδίδεται στα έργα τους. Οι πράξεις εκφράζουν όσα κρίνονται μη ικανά να ειπωθούν με λόγια. Ποιες λέξεις θα εκδήλωναν ενδιαφέρον; Από το «μου αρέσεις», μέχρι το «σ’ έχω ερωτευτεί», το «σ’ αγαπάω» ή το «θέλω να χωρίσουμε» πόσες λέξεις κόβονται από κάποιον που δεν μπορεί να είτε να τις σκεφτεί είτε να τις μεταδώσει στο έτερόν του ήμισυ;

 

 

Αν το ενδιαφέρον δεν μπορεί να εκδηλωθεί με λόγια εκδηλώνεται με πράξεις. Το ενδιαφέρον φαίνεται στα βλέμματα και στις κινήσεις, καθώς είναι γνωστό άλλωστε πως η γλώσσα του σώματος είναι λαλίστατη. Εάν ένα μεγάλο ποσοστό της επικοινωνίας μας κρύβεται στο σώμα μας, τότε να στήσουμε αυτί σ’ όσα προσπαθεί να εκφράσει. Πολύ σημαντικό στοιχείο είναι κι ο χρόνος. Ο χρόνος είναι συγκεκριμένος και πολλές φορές περιορισμένος, γι’ αυτό κι έχει αξία που επιλέγει να τον διαθέτει κανείς. Υποθέτω πως σχεδόν ουδείς δε θα θυσίαζε τον χρόνο του με κάποιον που δε θα επιθυμούσε. Στο λιγοστό χρονικό διάστημα των μη υποχρεώσεων που «υποχρεώνουμε» τους εαυτούς μας να ευθυμήσουν, δύσκολα παρακολουθούμε τους δείκτες των ρολογιών να κυλάνε σε μέρη και με ανθρώπους που δεν είναι των προτιμήσεών μας.

Το σώμα κι ο χρόνος συζητούν όσο το ενδιαφέρον προχωρά σε έρωτα κι αγάπη κι η δυναμική των πράξεων μεγαλώνει. Η αμηχανία, η νευρικότητα και το ρολόι αντικαθιστώνται από κινήσεις αγάπης. Η κοτόσουπα στο κρυολόγημα που θα γευτείς από τις μαγειρικές ικανότητες του ερωτικού σου ταιριού, μέχρι κάτι που θα σε θυμίζει και θα το κάνει να χαμογελά κρυφά. Το εισιτήριο ή το βιβλίο που σου αγόρασε όσο εσύ το λαχταρούσες σαν παιδί που ονειρεύεται έναν διάλογο με τον Άγιο Βασίλη. Αυτή η ένδειξη τρυφερότητας και νοιαξίματος που φανερώνεται μέσα από γλυκές κινήσεις.

Μάλλον οι πράξεις κερδίζουν έδαφος στην ανασφάλεια που προκαλείται από την απώλεια των λόγων. Ένας μη εκδηλωτικός άνθρωπος, όμως, δεν παύει να βαδίζει κόντρα στη σιγουριά που αναζητούμε πολλοί να νιώσουμε από το άτομο που μας ενδιαφέρει. Ακόμη κι αν οι πράξεις εκδηλώνουν πολλά, ποτέ δεν είσαι σίγουρος για το τι σκέφτονται. Αυτούς τους ανθρώπους, είτε τους δέχεσαι εξ ολοκλήρου με αυτό τους το χαρακτηριστικό, είτε δείχνεις απέναντί τους μη κατανόηση, ξενερώνεις και φεύγεις. Εικάζω πως για να μακροημερεύσει ένα τέτοιο ερωτικό σχήμα πρέπει όλα του τα μέλη να ανήκουν στην ομάδα των μη λεξιλογικά εκφραστικών, διαφορετικά κρίνω πως οδηγούμαστε σε αποτυχία. Τύχη κι αποτυχία ο έρωτας, αστοχία ή ευλογία η κατανόησή του.

Σ’ αγαπάω και το φωνάζουν οι πράξεις και το είναι μου, ή το κρύβω κάτω από το χαλί της ατολμίας μου για έκφραση. Μια έκφραση που προηγείται της έκθεσης, όμως γι’ αυτό δεν ξέρουμε ποτέ κατά πόσο κάποιος δεν είναι ικανός να εκφραστεί ή απλώς φοβάται. Ο φόβος οδηγεί σε μέτριες και χλιαρές καταστάσεις και μάλλον η κοτόσουπα του ενδιαφέροντος προσφέρθηκε κρύα σ’ όποιον τη λαχταρούσε. Αν σερβιριζόταν καυτή, όμως κι αν δεν ακούγονταν λέξη, θα χαλιόταν πραγματικά κανείς;

Συντάκτης: Άννα Καούνη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου