Μπορεί η ελληνική πραγματικότητα να μη θυμίζει σε τίποτα τις τεράστιες πολυεθνικές εταιρείες του εξωτερικού. Μπορεί εκατοντάδες άτομα να μη συνοστίζονται κάτω από την ίδια επαγγελματική στέγη και το «Ο διάβολος φοράει Prada» να μην αντικατοπτρίζει επαρκώς τις συνθήκες εργασίας στη δική μας πλευρά του πλανήτη. Παρ’όλα αυτά, είναι γεγονός ότι σε χώρους όπου πολλοί άνθρωποι καλούνται να συνυπάρξουν, η τάση προς διαφωνίες και παρεξηγήσεις είναι εντονότερη. Έτσι, κρίνεται αναγκαία η εξάσκηση του «fair play», δηλαδή ενός υγιούς τρόπου συνεργασίας μεταξύ των ατόμων του ίδιου επαγγελματικού χώρου.

Πρωταρχικός λόγος που απαιτεί την αρμονική συνύπαρξη συναδέλφων οι οποίοι κινούνται κάτω από την ίδια στέγη, για ένα μεγάλο μέρος της μέρας τους, είναι η παραγωγικότητα. Είναι γνωστό πως σε κάθε φάσμα της καθημερινότητας του ατόμου, η ηρεμία κι η τάξη είναι οι κύριες πηγές δημιουργικότητας κι αποδοτικότητας. Όταν λοιπόν το μυαλό κι η συνείδηση των εργαζομένων βρίσκονται σε ισορροπία, τότε εκτελούν με περισσότερη συνέπεια κι ακρίβεια. Πιθανόν και με γρηγορότερους ρυθμούς και σε μεγαλύτερους αριθμούς. Το αποτέλεσμα της εξίσωσης λοιπόν, είναι ευχαριστημένα αφεντικά κι επιβραβευμένοι υπάλληλοι, όπου στις πλείστες των περιπτώσεων, αυτό μεταφράζεται ως μισθός.

«Δύο μυαλά είναι καλύτερα από ένα», ή ακόμα και περισσότερα κι όσο πιο πολλά γίνεται. Όταν τα άτομα στο ίδιο περιβάλλον εργασίας ξέρουν να αφήνουν χώρο ο ένας στον άλλον και να μην πράττουν με βάση την έντονη ανταγωνιστικότητα, τότε αξίες όπως η συνεργασία, έχουν την ευκαιρία να γεννηθούν. Όπως είναι γνωστό λοιπόν, η συνεργασία είναι σπουδαία αρετή, εφόσον διάφορες δουλειές μπορούν να έρθουν εις πέρας ευκολότερα, γρηγορότερα και φυσικά μια δεύτερη γνώμη είναι πάντοτε καλοδεχούμενη και χρήσιμη. Εξάλλου, όλοι μας βλέπουμε τα πράγματα από διαφορετική σκοπιά κι έτσι ένας συνάδελφος μπορεί μέσω της δικής του να διαλευκάνει έναν προβληματισμό και να συνεισφέρει στην επίλυση κάποιου θέματος.

Αν υπολογίσουμε πως στη δουλειά περνάμε οκτώ ώρες της μέρας μας, επί τουλάχιστον πέντε μέρες τη βδομάδα, αυτό αδρά-αδρά σημαίνει πως ζούμε περίπου χίλιες εννιακόσιες ώρες το χρόνο στη δουλειά. Αν το καλοσκεφτούμε, είναι πολλές. Είναι ένα μεγάλο μέρος της ζωής μας. Ακόμα μεγαλύτερος είναι αυτός ο αριθμός εάν υπολογίσουμε άτομα που δουλεύουν υπερωρίες, αργίες, και Σαββατοκύριακα. Αυτό λοιπόν το μεγάλο μέρος της ζωής μας είναι όπως και όλα τα άλλα τα οποία θέλουμε να τα περνάμε όμορφα κι ευχάριστα. Έχει την ίδια σημασία με τις ώρες που θα περάσουμε στο σπίτι με τους αγαπημένους μας, έξω με την παρέα μας, στο δωμάτιο με τον εαυτό μας. Άρα αυτό σημαίνει πως ιδανικό θα ήταν οι ώρες εκείνες που περνάμε στη δουλειά να είναι εξίσου ευχάριστες και χαμογελαστές. Εννοείται πως πάντα διατηρώντας πρωτόκολλα και ακολουθώντας κανόνες, όμως αυτό δεν αποκλείει τη δημιουργία όμορφης ατμόσφαιρας. Αυτό δε μπορεί να υπάρξει βέβαια χωρίς τα άτομα τα οποία αποτελούν το περιβάλλον αυτό, να δουλεύουν και να προσπαθούν προς το κοινό συμφέρον.

«Υγιής ανταγωνισμός» είναι η τελευταία απάντηση στο ερώτημα «Γιατί πρέπει να διατηρείται το fair play εφόσον ο καθένας δουλεύει για την πάρτη του;» Όσο κι αν υποστηρίξουμε πως ένα υγιές εργασιακό (κι όχι μόνο) περιβάλλον φέρνει αμεσότερα και καλύτερα αποτελέσματα, δεν παύουμε να είμαστε ο καθένας παρόν σ’ έκείνο το περιβάλλον για τους δικούς του προσωπικούς λόγους.  Όπως όμως διαφαίνεται κι απ’ τον ίδιο τον ορισμό, “fair play” δε σημαίνει πως αποποιούμαστε κάθε είδους ανταγωνιστικής τάσης. Απλώς υιοθετούμε μια πιο υγιή αντιμετώπιση, όπου ναι μεν προσπαθούμε να ανεβαίνουμε και να πετυχαίνουμε προσωπικά, όμως δε φθονούμε άλλα άτομα όταν πετυχαίνουν κι αυτά. Με λίγα λόγια, σκοπός δεν είναι να πάψουμε να προσπαθούμε να είμαστε οι καλύτεροι. Σκοπός είναι να αποδεχόμαστε το γεγονός πως κάποιος άλλος μπορεί επίσης να είναι.

Ο κώδικας δεοντολογίας λοιπόν, λέει πως πρέπει ν’ ακολουθείται μια σειρά από ηθικούς κανονισμούς στο χώρο εργασίας έτσι ώστε εργοδότες και εργαζόμενοι να είναι ευχαριστημένοι. Είτε πρόκειται για δύο συνεργάτες, είτε για ολόκληρη επιχείρηση με δεκάδες υπαλλήλους, το «fair play» είναι σημαντικό ούτως ώστε να αποφεύγεται η μιζέρια και η άρνηση στη δουλειά. Έτσι που το καταπιεστικό οκτάωρο να είναι όσο το δυνατό ελαφρύτερο και το πρωί να έχουμε τουλάχιστον ένα λόγο που να μας κάνει να θέλουμε να πάμε στη δουλειά.

 

Συντάκτης: Άνδρη Χριστοφή
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου