Το να μεθύσει κανείς απ’ το πολύ αλκοόλ είναι το μόνο εύκολο. Το δύσκολο της υπόθεσης είναι να κάνεις το μεθύσι σου ν’ αξίζει. Να το θυμάσαι την επόμενη μέρα, μετά από μήνες ή κι από χρόνια, να σκέφτεσαι τι είχε γίνει εκείνο το βράδυ και να γελάς. Κι αυτό, φυσικά, προϋποθέτει την κατάλληλη παρέα, τους σωστούς ανθρώπους. Γι’ αυτό τα καλύτερα μεθύσια σου, τα κάνεις με τις φίλες σου.

Γιατί , κακά τα ψέματα το καλό μεθύσι θέλει κι αυτό την τέχνη του. Στην αρχή, το μόνο που χρειάζεσαι είναι καλή μουσική και μια ακομπλεξάριστη φίλη να ξεσηκώσει την παρέα και να βάλει και τις υπόλοιπες στο χορό. Τραγουδάτε, γελάτε και το διασκεδάζετε όσο δεν πάει.

Δε σας νοιάζει που οι φωνές σας τραβούν τα βλέμματα του κόσμου, ούτε που η μία από εσάς ανέβηκε στο τραπέζι να λικνιστεί ως φόρο τιμής στο αγαπημένο της τραγούδι. Και δε σταματάτε να κάνετε νόημα στο σερβιτόρο και να του λέτε «κι άλλο». Κι όλο και κάποια θα πει «κούπα» κι οι υπόλοιπες θα ακολουθήσουν.

Κι όταν το σκηνικό βαραίνει κι αρχίζεις να θυμάσαι εκείνο το αναθεματισμένο πρόσωπο και σκοτεινιάζεις, οι φίλες σου το καταλαβαίνουν, επειδή ξέρουν. Επειδή σε ξέρουν. Μπροστά τους δεν ντρέπεσαι να φωνάζεις τ’ όνομά του, γιατί για ‘κείνες δεν είναι απλά ένα όνομα, αλλά μια ιστορία. Κι αρχίζουν να βρίζουν κι αυτές μαζί με ‘σένα και στο τέλος καταλήγετε να τα πίνετε στην υγειά του. Και κάπως έτσι αρχίζει να βγάζει η καθεμιά ξεχωριστά τα εσώψυχά της.

Η ώρα έχει περάσει για τα καλά. Τα φώτα σβήνουν, το μαγαζί κλείνει κι εσείς πρέπει να πάρετε το δρόμο του γυρισμού. Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Ποια να κρατήσει ποια, ποιος να μαζέψει ποιον; Παραπατάτε, πέφτετε, τραγουδάτε και γελάτε μέσα στα ξημερώματα. Βγάζετε φωτογραφίες ν’ απαθανατίσετε τις στιγμές, γιατί τέτοια ξεφτιλίκια πρέπει να τα ‘χετε και κάνετε χαβαλέ με τα χάλια σας.

Τσαλακώνεσαι μαζί τους και δε σε νοιάζει. Γιατί αυτές οι κοπέλες είναι κάτι παραπάνω από φίλες, έχουν γίνει οικογένεια. Μαζί τους δε χρειάζεται να υποκρίνεσαι, μπορείς να είσαι ο εαυτός σου. Αυτός ο νευρικός, παράξενος και γελοίος εαυτός που συνήθως κρύβεις. Γιατί οι φίλες σου, έτσι σε έχουν αγαπήσει, με τα καλά και τα στραβά σου. Κοιτάζεις τα μεθυσμένα τους χαμόγελα και σκέφτεσαι πόσο τυχερή είσαι που έχεις αυτούς τους ανθρώπους να δίνουν νόημα ως και στα μεθύσια σου. Που τις έχεις και στα καλά και στο χαμό.

Με τα χίλια ζόρια φτάνετε στο σπίτι – της φίλης που μένει πιο κοντά εννοείται– και χωρίς δευτέρες σκέψεις, χωρίς να αφαιρέσετε ρούχα και μακιγιάζ, πέφτετε στο κρεβάτι και κοιμάστε.

Το μεσημέρι της επόμενης μέρας που ξυπνάτε, οι μνήμες σας είναι θολές και καμιά δεν μπορεί να πει με σιγουριά τι έγινε το προηγούμενο βράδυ. Ώσπου ανοίγετε τα κινητά σας –god bless technology– και βλέπετε τις φωτογραφίες με τους αγνώστους, τις άλλες που είστε πεσμένες σε κάποιο στενάκι της πόλης, το βίντεο με τη φίλη σας να χορεύει πάνω στα τραπέζια και τελευταία και καλύτερα τα μεθυσμένα μηνύματα που στείλατε σε πρώην κι απωθημένα, στις καψούρες και τους έρωτές σας. Και μια σκέψη περνάει απ’ το μυαλό σας: Τι στο καλό έγινε χθες βράδυ;!

Α! Και για όλους εκείνους που ισχυρίζονται πως δεν υπάρχει φιλία μεταξύ γυναικών, προφανώς και δεν έχουν δει μεθυσμένη κοριτσοπαρέα βράδυ Σαββάτου.

 

Επιμέλεια Κειμένου Ελευθερίας Ηλιοπούλου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Ελευθερία Ηλιοπούλου