Το παρόν κείμενο αποτελεί υποψηφιότητα για το διαγωνισμό διηγήματος με θέμα «Το πιο ερωτικό μου καλοκαίρι» που διοργανώνουν το pillowfights.gr και το travel agency 18-24.gr.

Γράφει η Παπαφίλη Χρυσούλα.

 

Η τιμωρία του να κοιμάσαι μόνος. Πάντα σκεφτόμουν αν όντως αυτό θα με ακολουθεί σε όλη μου τη ζωή, ανούσιες σχέσεις που δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ. Ένα άδειο μαξιλάρι να γεμίζει το κρεβάτι μου και δάκρυα σχεδόν κάθε βράδυ να κοιμίζουν τα μάτια μου. Κάπου κάνω λάθος έλεγα στον εαυτό μου, δεν περίμενα ν’ αλλάξει κάτι.

Και κάπως έτσι περνούσαν οι εποχές και η θηλυκότητά μου χανόταν, η δίψα μου για έρωτα είχε κρυφτεί σαν να μην ήθελε να δει το τι θα ακολουθήσει.

Καλοκαίρι πάλι, ένα καλοκαίρι σαν όλα όσα πέρασαν. Καφές, τσιγάρο, ο ήλιος να καίει το κορμί, άδεια μαξιλάρια και βραδινές σκέψεις. Όλα είναι πιο ωραία αν έχεις κάποιον στη ζωή να τα μοιράζεσαι. Τυχεροί αυτοί που το ζουν σκεφτόμουν και κατάπινα τους αναστεναγμούς που ήθελαν να βγουν από τη ψυχή μου.
Φόρεσα μαγιό, κοιτάχτηκα στον καθρέφτη που στεκόταν σαν κριτής μπροστά μου και γέλασα με το θέαμα που αντίκρισα. Υπάρχουν τόσες θεές εκεί έξω, πώς είμαι έτσι!

Ο χαρακτήρας και το χιούμορ αποδεδειγμένα τελικά δεν παίζουν κανένα ρόλο οπότε απογοήτευση. Ναι, δεν αγαπούσα τον εαυτό μου όσο θα έπρεπε, προτεραιότητα είχαν πάντα οι γύρω μου για μένα. Πάντα να τους κάνω ευτυχισμένους και να γελούν. Μα η δική μου ψυχή ξέχασε να γελάσει.

Κατηφόρησα προς τη παραλία που βρισκόταν μερικά μέτρα μακριά από το σπίτι μου. 30 καλοκαίρια της ζωής μου έχω περπατήσει αυτό το δρόμο σκέφτηκα και έφτιαξα τα μαλλιά μου που τα έπαιρνε το ελαφρύ αεράκι. Έστρωσα πετσέτα, έβαλα αντηλιακό, ακουστικά στ’ αυτιά και έτοιμη για σερφάρισμα στα social. Μια συνηθισμένη καλοκαιρινή μέρα.

Βυθισμένη στις σκέψεις μου, δέχτηκα τη ξαφνική επίθεση αγάπης από ένα χνουδωτό σκυλάκι σαν μπαλίτσα! Έπεσε πάνω μου και γίναμε ένα με την άμμο. Γέλια πλημμύρισαν την παραλία! Τι μούτρο είναι αυτό θεέ μου!
Τότε με πλησίασες εσύ. Πόσο όμορφος σκέφτηκα!

Μου χαμογέλασες, συστήθηκες κι ευγενικά μου ζήτησες συγγνώμη για τη συμπεριφορά του μικρού εισβολέα που χάλασε την ησυχία μου. Τον πήρες αγκαλιά και απομακρυνθήκατε. Πέρασε η ώρα. Μάζεψα τα πράγματα μου και κατευθύνθηκα προς το σπίτι. Ένα σπίτι άδειο χωρίς έναν άνθρωπο να με περιμένει, πάλι μόνη μου θα φάω.

Το βράδυ βρέθηκα στο γνωστό στέκι με τις φίλες μου. Τα ίδια άτομα, η ίδια μουσική. Τα πάντα ίδια ή μήπως όχι;
-Το δεύτερο ποτό σας είναι κερασμένο από τον κύριο πίσω σας.
-Τι αναπάντεχο ήταν αυτό, αναφώνησε η φίλη μου.

Δειλά γύρισα το κεφάλι μου και με ένα ντροπαλό βλέμμα και ένα νόημα σ’ ευχαρίστησα για το κέρασμα. Δεν τόλμησα να έρθω προς το μέρος σου, ένιωθα να μην μπορούν τα πόδια μου να συνεργαστούν. Το χαμόγελο σου, το στιλ σου… όλα υπέροχα. Νιώθω μια συγκρατημένη χαρά που αποτυπώνεται στο βλέμμα μου κάθε φορά που πέφτει η ματιά μου πάνω σου.

Ήρθε η ώρα για το σπίτι πάλι, στο ίδιο μαξιλάρι που στεκόταν εκεί και με περιμένει.
Εκείνο το βράδυ ήταν διαφορετικές οι σκέψεις. Θα τον ξαναδω; Σιγά μην του αρέσω! Κι αυτός πονηρά θα σκέφτεται όπως όλοι οι άντρες!
Έφτασε Αύγουστος. Η συζήτηση έχει ανάψει για τα καλά με τις φίλες μου για το πού θα πάμε διακοπές.
-Όπου και να πάμε το ίδιο μου φαίνεται κορίτσια. Ακολουθώ όπου κι αν αποφασίσετε, τους είπα.

Προορισμός Κύθηρα αλλά η διάθεση δεν αλλάζει με τίποτα ούτε καν την ώρα που μπαίνω στο πλοίο και απομακρύνομαι από την τσιμεντούπολη.
Ξαφνικά νιώθω κάτι να μου χαϊδεύει το πόδι και αντικρίζω τον μικρό χαδιάρη της παραλίας!
Αν είναι δυνατόν! Όπου πάω με βρίσκεις εσύ!

Πάλι εσύ απέναντί μου να με κοιτάζεις και να χαμογελάς με το ξάφνιασμά μου! Έρχεσαι προς το μέρος μου, χαιρετάς τη παρέα μου και μου ζητάς να σε ακολουθήσω. Διστακτικά έρχομαι και με οδηγείς στη παρέα σου περνώντας τα δάχτυλά σου μέσα στα μαλλιά μου. Τι ντροπή!

-Σας είπα ότι θα τη βρω, άλλωστε για εκείνη σας έφερα ως εδώ, λες στη παρέα σου.
Η φωνή μου δε βγαίνει και τα χέρια μου έχουν ιδρώσει από την αμηχανία που μ’ έχει κυριεύσει.
-Θα σε έβρισκα όπου κι αν ήσουν ακόμα και στην άλλη άκρη της γης, μου λες και τα μάτια σου λάμπουν.

Πλάκα μου κάνουν σκέφτομαι κι αρχίζω να γελάω. Οι φίλες μου πλησιάζουν και ξεσπούν σε γέλια και χειροκροτήματα. Η μία εξ αυτών σε αποκαλεί «ξάδερφο».
-Τελικά ήταν μια καλοστημένη φάρσα για να με βγάλετε από τη μίζερη ζωή μου; Ψυχικό έκανε ο άνθρωπος ή τον πληρώσατε; Τους λέω και χαμογελάω.
Οι εξηγήσεις τους απλές. Σε είδε στην παραλία του άρεσες και σκέφτηκε να σε πλησιάσει σ’ αυτό το ταξίδι. Τα υπόλοιπα είναι στο χέρι σας.

Κάπως έτσι γέμισε το μαξιλάρι. Δεν τρώω πια μόνη μου, μ’ έκανε να αγαπήσω τον εαυτό μου. Κι εποχές που περνούν έχουν κάτι από ήλιο, σύννεφα, βροχή, αέρα, αστέρια αλλά σ’ έναν ουρανό που δεν τελειώνει ποτέ.
Στο χέρι του καθενός η πορεία της ζωής του αλλά με τον καιρό έμαθα πως αν πορευτείς με δυο χέρια ενωμένα και αν σκοντάψεις δεν πέφτεις… αρκεί το ένα χέρι να μη σε σπρώξει.

 

Το παρόν κείμενο αποτελεί υποψηφιότητα για το διαγωνισμό διηγήματος με θέμα «Το πιο ερωτικό μου καλοκαίρι» που διοργανώνουν το pillowfights.gr και το travel agency 18-24.gr.

Ψήφισε με like+share την ερωτική ιστορία της Χρυσούλας και χάρισέ της ένα ταξίδι για δύο, σε Σκιάθο, Σκόπελο ή Πάρο!