Από μικρή, κάθε φορά που κάτι με στενοχωρούσε, ανούσιο πιθανότατα αλλά αυτό δεν έχει καμιά σημασία, ξάπλωνα στο κρεβατάκι μου, με πλησίαζε η μαμά μου και συνήθιζε να μου λέει κάτι που τότε δεν μπορούσα καν να φανταστώ, ότι «η μαμά σου είναι η καλύτερή σου φίλη». Ομολογώ πως σ’ εκείνες τις εποχές μου φαινόταν αστείο, γιατί ήταν πάντα η μαμά μου, πώς θα μπορούσε να ‘ναι η φίλη μου;  Δε λέγαμε για τα ίδια πράγματα, δε θέλαμε ούτε κατά διάνοια τα ίδια πράγματα, άσε που φυσικά ήταν ένα διοικητικό όργανο μέσα στο σπίτι, απ’ τ’ οποίο έπρεπε να πάρεις έγκριση για οποιαδήποτε κίνησή σου.

Άρα πώς μπορούσε να στέκει κι ειδικά στ’ ανώριμο κεφαλάκι μου αυτό που μου ‘λεγε; Ποτέ βέβαια δεν της έκρυβα πολλά, μ’ άρεσε να της τα λέω, μ’ άρεσε αυτό το συναίσθημα εμπιστοσύνης που μου ‘δειχνε, συγκριτικά με τον αδερφό μου γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, ότι δηλαδή μοιραζόμουν πράγματα μαζί της και δεν ήμουν απόμακρη. Υπήρχαν αναμφισβήτητα και πράγματα που δεν ήθελα να μοιραστώ μαζί της. Έτσι κι αλλιώς, αν και μπορεί να μη θέλω ακόμη να το παραδεχτώ, πάντοτε φαίνεται να ‘χε δίκιο σ’ όλα.

Η μαμά μου κρατούσε, όμως αυτήν την ισορροπία της μαμάς και της φίλης με τον δικό της τρόπο, ακόμα κι αν δε φαινόταν στα δικά μου εφηβικά μάτια. Υπήρχαν φορές που οι συγκρούσεις έδιναν κι έπαιρναν, αλλά και στιγμές που τη λάτρευα όσο κανέναν άλλον. Μετά από λίγο συνειδητοποιείς ότι αυτό ακριβώς είναι και το φυσιολογικό της σχέσης αυτής. Το πρόβλημα υπάρχει αν οι συγκρούσεις είναι το γενικό φαινόμενο κι όχι η εξαίρεση.

Οι φίλες μου με κοιτούσαν μ’ έκπληξη όταν το ‘φερνε η κουβέντα πως εγώ κάνω πράγματα με τη μαμά μου, βγαίνω με τη μαμά μου, λέω όλα μου τα θέματα στη μαμά μου. Καλά, δε λέω για όλες, αλλά οι περισσότερες σοκάρονταν. Υπάρχουν και μερικές που δεν μπορούν να συνεννοηθούν καν με τις δικές τους, ίσως αυτό είναι το πιο σοκαριστικό. Αλλά για μένα, ποτέ οι γονείς μου δεν ήταν απλώς δυο γονείς. Για μένα πάντοτε ήταν πολύ περισσότερα.

Ήταν όλος ο κόσμος μου. Κι ήταν ένας κόσμος όπως τον ονειρευόμουν, όπως ακριβώς θα τον ήθελα, μ’ ανθρώπους που ακόμα και μέσα απ’ τις εντάσεις τους κατάφερναν να μου δείξουν πόσο μ’ αγαπούσαν και πως όλο αυτό ήταν για το καλό μου, ακόμη κι αν δεν ήμουν σε θέση να το δω ή ακόμη κι όταν δεν ήθελα να το δω. Ήταν άνθρωποι που θυσιάζονταν κάθε μέρα για μένα. Και τους χρωστάω ένα τεράστιο ευχαριστώ, όπως όλοι μας χρωστάμε το ίδιο στ’ άτομα που μας μεγάλωσαν.

Αλλά αν χρωστάω ένα τεράστιο ευχαριστώ και στους δυο τους, ισότιμα και ισόποσα, στη μητέρα μου το ευχαριστώ που χρωστάω δεν έχει όρια. Ειδικά όταν μεγαλώνεις και βρίσκεσαι επιτέλους στη θέση ν’ ακούσεις και να μάθεις δυο πράγματα παραπάνω, τότε όλα βγάζουν νόημα. Όταν βλέπεις ότι η γυναίκα που σ’ έχει φέρει στο κόσμο είχε ν’ αντιμετωπίσει τη μεγαλύτερη δυσκολία της δικής της ζωής, που εσύ ούτε κατά διάνοια φανταζόσουν. Να ‘χει χάσει τη δική της μητέρα όταν ήταν 20 και κάτι χρονών. Κι όταν ακριβώς εσύ πλέον είσαι 20 και κάτι χρονών κι εξακολουθείς να μην μπορείς να κάνεις πολλά πράγματα ακόμη μόνος σου, τότε μόνο καταλαβαίνεις πόση σημασία έχει να ‘χεις δίπλα σου έναν άνθρωπο να σε στηρίζει και να σ’ ακούει.

Κάθε φορά που μιλάω μαζί της στο τηλέφωνο, μου δίνει έναν παραπάνω λόγο να συνεχίσω αυτό που κάνω, να μην εγκαταλείψω την προσπάθεια. Έχω ένα ακόμα άτομο πέρα απ’ τον ίδιο μου τον εαυτό για τ’ οποίο αξίζει να συνεχίσω. Έναν άνθρωπο που εγώ η ίδια δε θέλω ν’ απογοητεύσω και θέλω να κάνω χαρούμενο. Γιατί όταν ακριβώς ξέρεις ότι οι δικοί σου άνθρωποι και συγκεκριμένα η μητέρα σου είναι πάντοτε εκεί, πάντα δίπλα σου ό,τι κι αν συμβεί, για να σε παρηγορήσει ή να πανηγυρίσει μαζί σου, τότε όλα αξίζουν κι όλα βγάζουν νόημα.

Μπορεί να πιστεύεις ότι είσαι ένας ξεχωριστός άνθρωπος κι ότι η ζωή που ζεις είναι αποκλειστικά δική σου δημιουργία, αλλά κατά βάθος τα πράγματα δεν είναι έτσι. Είσαι καθρέφτης όσων έχεις δει, όσων έχεις ακούσει και όσων έχεις λάβει απ’ το οικογενειακό σου περιβάλλον. Οι στόχοι σου, οι φιλοδοξίες και τα όνειρά σου δεν μπορεί να ‘ναι ανεπηρέαστα. Και πρέπει να ‘μαστε περήφανοι που εν τέλει αντικατοπτρίζουν τέτοιους σπουδαίους ανθρώπους. Όσο περνά ο χρόνος, τόσο περισσότερο χαίρομαι όταν κάποιος μου λέει «πόσο πολύ μοιάζεις στη μητέρα σου».

 

Επιμέλεια Κειμένου Σοφίας Γαρμπή: Ιωάννα Κακούρη

Συντάκτης: Σοφία Γαρμπή