Λένε πως οι φίλοι είναι οι οικογένεια που επιλέγουμε.

Τρου. Αλλά δεν έχω σκοπό να θεοποιήσω τους φίλους – ‘νταξ, δεν είναι και τόσο γαμάτοι, άλλωστε, αλλά άλλη ιστορία αυτή. Ο σκοπός μου είναι να κράξω την οικογένεια.

Ε, καιρός είναι να παραδεχτούμε όλοι ότι υπάρχουν μέλη της οικογένειάς μας που δεν τα συμπαθούμε καθόλου. Που είμαστε αναγκασμένοι να τα υποστούμε επειδή κυλάει ίδιο αίμα στις φλέβες – μη χέσω. Που τα ανεχόμαστε επειδή έτσι πρέπει, που κάθε γαμημένη φορά που μαλώνουμε, πρέπει να ρίξουμε τα μούτρα μας και να τα ξαναβρούμε μαζί τους, απλά και μόνο γιατί είναι σόι και τι θα πουν οι άλλοι, και κρίμα είναι και λοιπές μαλακίες.

Κι αυτό είναι τεράστια, μα τεράστια μπινιά κι ένας πόνος τρελός για την ψυχική ηρεμία ενός ανθρώπου.

Υπάρχουν μέλη στις οικογένειές μας που αν τα γνωρίζαμε ως απλούς, κοινούς και θνητούς ανθρώπους, μπορεί να αντιπαθούσαμε πλήρως, να κράζαμε ανελέητα, ή έστω, να τα απορρίπταμε γιατί δε μας γέμιζαν μάτια και ανάγκες.

Αλλά όχι, επειδή μπαίνει ο ιερός θεσμός της οικογένειας και το αμερικάνικο όνειρο, με τα τραπέζια και τις γαλοπούλες κάθε Κυριακή, πρέπει να μάθουμε να αγαπάμε το σόι μας και να ζούμε μ’ αυτό. Όσο κι αν το αντιπαθούμε.

Πουστιά.

Το χειρότερο της υπόθεσης είναι ότι όταν κάποιοι στο σόι μαλώνουν, το φάμιλι τείνει να χωρίζεται σε στρατόπεδα, να φαγώνονται όλοι με όλους και να τρώγονται χωρίς σταματημό με κάθε αφορμή (τρομερό φάμιλι, έτσι;). Να κράζονται και να κουτσομπολεύουν, και γενιές να μεγαλώνουν διχασμένες. Μην πιάσω τις Κρήτες και γίνει πανικός που είναι η κατάσταση όλη τύπου τα-κυτεί-αίμα για δεκαετίες ολόκληρες.

Οπότε, παίζεις σειφ για να έχεις μια ήσυχη ζωή, κι ανέχεσαι ανθρώπους για το υπόλοιπό της.

Αλλά το ότι τους ανέχεσαι, δε σημαίνει ούτε ότι τους συμπαθείς, ούτε ότι τους πας. Μπορεί να τους αγαπάς, γιατί έτσι σου έμαθαν, αλλά και πάλι, λογικά, ρεαλιστικά κι αντικειμενικά, παπάρες υπάρχουν πολλοί και βρίσκονται και μέσα στο ίδιο σου το σόι.

Η κατάσταση μπορεί να ξεκινάει από χαβαλετζίδικα επίπεδα και να καταλήγει στην απόλυτη αντιπάθεια μεταξύ συγγενών.

Τύπου, εγώ με την πρώτη μου ξαδέλφη από πάντα λέγαμε πως αν δε μας ένωνε σόι, δε θα κάναμε ποτέ παρέα μεταξύ μας. Αυτή θα με θεωρούσε φρικιό και ‘γώ πολύ σκυλού για τα γούστα μου. Άσχετο το ότι αγαπιόμαστε εξωφρενικά, είναι η αγαπημένη μου πρώτη ξαδέλφη και μια υπέροχη συγκάτοικος.

Από την άλλη, υπάρχουν και συγγενείς που απεχθάνομαι και δε θέλω ούτε να τους μιλάω. Που δε μοιραζόμαστε κοινά ενδιαφέροντα, που δε μιλάμε την ίδια γλώσσα, ή που –θα το πω κι ας αμαρτήσω– που δεν τους γουστάρω γιατί είναι άνθρωποι κακοί, αντιπαθητικοί και μαλάκες.

Υπάρχουν, σόρρυ κιόλας. Κι υπάρχουν σε κάθε οικογένεια.

Με αυτούς κρατάς τις τυπικές σχέσεις κι όσο είσαι μικρός, χαίρεσαι που σε χαρτζιλικώνουν σε γενέθλια και γιορτές. Κατά τα άλλα, για καφέ μια φορά, δε θα τους βγάλεις.

Επίσης, δεν είναι μόνο τα θέματα χαρακτήρα που μπαίνουν στη μέση. Είναι και τα νοητικά επίπεδα που διχάζουν σαν να μην υπάρχει αύριο. 

Είχα μια φίλη, για παράδειγμα, που τις προάλλες μου έλεγε πως κάποιος από το σόι της έχει ακραίες πολιτικές απόψεις -ονόματα δε λέμε.

Εντάξει, τι να κάνεις εκεί και πώς σκατά να το διαχειριστείς;

Για να μην το πάμε σε πιο ακραία παραδείγματα συγγενών και το δούμε σε οικογενειακές ιστορίες το στόρυ. Καταλαβαινόμεθα, θαρρώ.

Εδώ, μπορεί να μη συμπαθείς την ίδια σου τη μάνα. Αναλογίσου με όσο πιο αντικειμενικά κριτήρια μπορείς, πώς θα ήταν αν τη γνώριζες τώρα και τι εντύπωση θα είχες γι αυτήν. Αν θα ήθελες να την κάνεις παρέα, αν θα ήθελες να μιλάτε, ή αν θα ήθελες να σηκωθείς και να τρέξεις χωρίς να κοιτάξεις ποτέ πίσω.

Το ποιντ είναι πως το σόι, ναι, το αγαπάς – το κοντινό τουλάχιστον. Αλλά μεγαλώνεις μαζί του, κι όσο μεγαλώνεις, μεγαλώνει κι αυτό και σιγά σιγά ξεκινάς να ανακαλύπτεις με νέα μάτια πράγματα που είναι τεράστια φάουλ για άνθρωπο. Ναι τους αγαπάς. Όχι, δεν τους συμπαθείς, είναι για τον πούτσο, δε γαμιέται που είναι οικογένεια, υπάρχουν και πρέπει όλοι να το αποδεχτούμε.

 

Συντάκτης: Δάφνη Παπαϊωάννου