Προσοχή: το παρακάτω κείμενο αφορά μόνο ladies – αυτές και μόνο αυτές μπορούν να το κατανοήσουν και να το καταλάβουν.

Το άραγμα είναι μια από τις μεγαλύτερες απολαύσεις αυτού του μάταιου κόσμου. Το άραγμα με φίλους, όμως, ξεκάθαρα ξεπερνά το πρώτο και μοναχικό.

Κι ειδικά όταν μιλάμε για κοριτσοπαρέα, έτσι; Δεν υπάρχει πιο χαζοχαρούμενη, αναζωογονητική και χαβαλετζίδικη κατάσταση, ούτε θα υπάρξει ποτέ. Κι άσε να λένε οι άλλοι οι μπρουταλάδες, τύπου μάτσο, που κοιτάνε κώλους και μιλάνε για τρύπες – όλων των ειδών. Και μπάλες – επίσης όλων των ειδών.

Η καλή παρέα, όμως, και το σωστό το άραγμα δε θέλει πολλούς. Αρκεί απλά η πιο κοντινή, η καλύτερη, η μία και εκλεκτή κολλητή, που σου έχει πάρει την καρδιά. Που δε βαριέστε ποτέ όταν τα μιλάτε, που πάντα προκύπτουν νέα θέματα, που κουτσομπολεύετε ασταμάτητα κι ανελλιπώς φτύνετε τη χολή σας, που αναλύετε γκομενικά μέχρι να ξημερώσει, που κλαίτε, που γελάτε, που μαλακίζεστε και πάει λέγοντας.

Έχεις κι εσύ μια τέτοια κολλητή.

Έχω κι εγώ.

Είναι εκείνη με την οποία περιστασιακά θα αράζουμε σε θάλασσες κι ακτές, επειδή την είδαμε ρομαντικές (ή έχουμε περίοδο) κάτω από αστέρια, μασώντας άθελά μας λίγη άμμο, με φούτερ, τσιγάρα, μπίρες κι αναψυκτικά. 

Είναι αυτή που καθόμαστε σε πάρκα με τις ώρες, που θα μας πιάσει ο παλιμπαιδισμός και θα μαλακιστούμε στις κούνιες και στο γύρω-γύρω-όλοι, μέχρι να ξεράσουμε όλο το τοπίο από τη ζαλάδα και την αναγούλα. Που θα αράξουμε σε παγκάκια και θα πούμε τα πιο καυτά κουτσομπολιά, που θα βρίσουμε, θα μαλώσουμε και θα τα λύσουμε, γιατί μαλωμένες δεν μπορούμε να μείνουμε για πάνω από ένα πεντάλεπτο. Μετά συνήθως μας πιάνει σπαστικό και τρέχουν προς διάολο νεύρα και τσαντιλίκια.

Είναι αυτή που θα αράξουμε σε ταράτσες μαζί της μέχρι τα ξημερώματα, επαναλαμβάνοντας ιστορίες από τα παλιά, μεθύσια που μας σημάδεψαν, ιστορίες που πάλιωσαν, όμως ποτέ δεν ξεχάστηκαν. Που θα παρτάρουμε μαζί, θα σουρώσουμε μαζί, που θα με μαζέψει και θα τη μαζέψω και ‘γώ.

Είναι εκείνη που μαζί της θα βρεθώ κάποια άσχετη στιγμή στη βεράντα, με ένα κερί και λίγη μουσική να παίζει τζαζ στα κρυφά, ενώ θα χασκογελάμε σαν τα καθυστερημένα, με αποτέλεσμα να μην αποφύγουμε τελικά να μας ακούσει όλη η γειτονιά. Που θα βγάλουμε εσώψυχα, θα μοιραστούμε όνειρα, θα κάνουμε σχέδια, που θα πούμε ανομολόγητα μυστικά κι άλλα μυστήρια.

Μ’ αυτήν που θα κάτσω μαζί της βράδυ στο λιμάνι και θα μιλήσουμε για φασώματα, σεξ, μεγέθη κι επιδόσεις, βίτσια κι ανάγκες, σχέσεις κι ελευθερίες, τρώγοντας πασατέμπο και χαζεύοντας τον κόσμο που αράζει τριγύρω. Ή γύρο. 

Είναι αυτή που θα μου φέρει σοκολάτα ή κρέπα όταν δε θα είμαι καλά και θα σπιτογατιάζω, θαμμένη κάτω από πυτζάμες και κουβέρτες, κολλημένη σε έναν καναπέ, με θέα σειρές και ταινίες. 

Είναι αυτή που θα με δεχτεί όπως είμαι και δε θα παραπονεθεί επειδή κάθε φορά που κανονίζουμε να βρεθούμε, εγώ αργώ. Και φυσικά, είναι αυτή με την οποία μπορούμε να βγάλουμε συνεννόηση μόνο με ένα βλέμμα, ή αυτή που θα πούμε το ίδιο πράγμα, την ίδια στιγμή. Που μετά θα κοιταχτούμε, θα σκεφτούμε πόσο κρίπι είναι αυτή η τηλεπάθεια που μας διακατέχει και θα χαμογελάσουμε.

Κι είναι αυτή που μαζί της θα βγω για καφέ, θα σχολιάσω γκομενάκια και πελάτες, σερβιτόρους και μπάρμαν, θα πούμε τα νεότερα απ’ τα νέα και μετά θα πάμε βόλτα για να δούμε τι κυκλοφορεί στα υπόλοιπα μαγαζιά.

Είναι αυτή που κάποια στιγμή με τράβηξε μαζί της κάτω, χαμηλά στη ζωή, που μαζί της στόκαρα γκομενάκια μέσα στα μαύρα σκοτάδια, που έκανα ξεφτιλίκια και χαζογκομενίστικα πράγματα, αυτά που κράζω κι αυτά που κατακρίνω. Αλλά είναι κι αυτή που με μάζεψε από τον πάτο, που μου θύμισε τι σημαίνει αξιοπρέπεια και με βοήθησε να συνέλθω. Που με σταμάτησε απ’ το να στείλω σουρωμένο –κι επομένως ανορθόγραφο– «μου λείπεις» σε πρώην και να πάρω απαγορευμένα τηλέφωνα μέσ’ τη μαύρη νύχτα.

Κι είναι αυτή που, όπου κι αν είμαστε, όταν θα με πληγώσει ο μαλάκας ή θα μου λείπει το τσογλάνι, θα είναι εκεί και θα με ακούει. Που όταν αρχίσω να βουρκώνω, θα σπεύσει να με αγκαλιάσει, ενώ εγώ θα απομακρύνομαι, θα μαζεύομαι και θα αρνούμαι επειδή αν με αγγίξει είναι εγγύηση πως θα με πιάσουν τα ζουμιά. Όμως, αυτή θα με αγκαλιάσει, γιατί αυτό είναι άλλωστε το όλο ποιντ. Γιατί όσο κι αν τραβιέμαι, την έχω ανάγκη την κωλοαγκαλιά και το ξέρει.

Είναι αυτή που σε χαζά, σοβαρά κι αστεία θα είναι εκεί για εμένα.

Και μετά, η ιστορία γυρνάει τούμπα και πάει αντίστροφα.

 

Στη Γ. που ήταν πάντα εκεί.

 

Συντάκτης: Δάφνη Παπαϊωάννου