«Μην τα φιλάς τα μάτια μου, το χωρισμό φοβάμαι. Στα χείλια φίλα με όσο θες, δική σου πάντα να ‘μαι. Γιατί απ’ τα χρόνια τα παλιά στα μάτια, λένε, χωρισμός είν’ τα φιλιά.»

Έγραψε ο Απόστολος Καλδάρας και πρωτοτραγούδησε η θεά του λαϊκού τραγουδιού, Βίκυ Μοσχολιού. Και δε λέω ωραίο τραγουδάκι, όμως μήπως ήλθε ο καιρός ν’ αφήσουμε πίσω μας τέτοιες δεισιδαιμονίες και προκαταλήψεις; Εξάλλου δεν είμαστε, πλέον, στο 1966 κι είναι κρίμα τέτοιες μελαχρινές ματάρες να μην μπορώ να τις φιλώ γιατί τάχα θα φέρουν χωρισμό.

Κρίμα κι άδικο, γιατί τα μάτια σου είναι τα πιο ωραία που έχω δει. Κρύβουν όλο τον κόσμο μου μέσα τους και σ’ αυτά βλέπω το γυμνό μου εγώ. Και θέλω τόσο πολύ να τα φιλώ όπως και κάθε κουκκίδα σε αυτό το υπέροχο, ζεστό σου σώμα.

Και πώς να πιστέψω μια τόσο χαζή δεισιδαιμονία όπως και πολλές άλλες που μου απαγορεύουν να σε απολαμβάνω όπως εγώ θέλω. Κανένα φιλί δε φέρνει χωρισμό. Τίποτα τόσο όμορφο δεν μπορεί να μας χωρίσει. Τα άσχημα, ναι, μπορούν. Αυτοί οι καβγάδες μας, αυτή η έλλειψη εμπιστοσύνης που υπάρχει μεταξύ μας, αυτή η απόσταση που αναγκαστικά πρέπει να έχουμε, αυτά ναι, μπορούν. Όμως όλα τα φιλιά του κόσμου, όχι. Αντίθετα, αυτά μας φέρνουν πιο κοντά, μας κάνουν ένα για λίγο.

Όπως κι αυτή η άλλη η ηλίθια δεισιδαιμονία που λέει ότι δεν πρέπει να δωρίζεις την κολόνια σου στο ταίρι σου γιατί σημαίνει χωρισμός. Εγώ όταν λείπεις θέλω να φοράω την κολόνια σου στο σώμα σου, για να σε μυρίζομαι πάνω μου συνέχεια. Για να σε νιώθω κοντά μου. Και δε θ’ αφήσω καμιά προκατάληψη να το πάρει αυτό από μένα. Κι αν μια μέρα χωρίσουμε θα ξέρω ότι έφταιξα κι έφταιξες. Θα κάτσω να μετρήσω τα λάθη μας ένα-ένα, θα κλάψω πάνω τους και μετά θα φορέσω ξανά την κολόνια σου έτσι από πείσμα και μόνο.

Κι αν μια μέρα παντρευτούμε, τη νύχτα πριν το γάμο μας όχι μόνο θα ειδωθούμε αλλά θέλω να την περάσουμε και μαζί. Και θα βάλω αυτό το φτηνό νυφικό που αγόρασα, θα μου πεις πόσο σου αρέσω και θα κάνουμε έρωτα σαν να ήταν η τελευταία φορά. Θα σου φιλήσω τα κλειστά σου ματιά και θα κοιμηθούμε αγκαλιά.  Γιατί εμείς πάμε κόντρα στις δεισιδαιμονίες. Θα αποδείξουμε στους απανταχού προληπτικούς του κόσμου ότι κανένας έρωτας δε χάλασε από παμπάλαιες λαϊκές θεωρίες, που στην ουσία βάζουν τοίχους ανάμεσα σε δύο ανθρώπους, γεμίζοντάς τους με φόβους. 

Πραγματικά, οι παλιοί είχαν προκαταλήψεις για τα πάντα. Φαντάσματα και φανταστικές ρήτρες έκαναν τη ζωή τους δύσκολη και δεν τους άφηναν ν’ απολαύσουν τα καθημερινά, απλά πράγματα στον έρωτα κι όχι μόνο. Ή μήπως ήταν απλά δικαιολογίες για να κρατούν αποστάσεις μεταξύ τους; Έτσι κι αλλιώς πολύ λίγοι παντρεύονταν από έρωτα και σίγουρα δεν είχαν προγαμιαίες σχέσεις. Άρα, ίσως λέω ίσως, όλες αυτές οι δεισιδαιμονίες τους βόλευαν.

Γιατί δε γίνεται να θέλεις κάποιον τόσο πολύ και να μην του έχεις φιλήσει ποτέ τα μάτια. Δε γίνεται να μην του χαρίσεις ή να μη βάλεις την αγαπημένη του κολόνια και δε γίνεται να θέλεις να περάσεις τη νύχτα πριν το γάμο σου μακριά του, όπως και καμία νύχτα.

 

Επιμέλεια Κειμένου Πράξιας Αρέστη: Πωλίνα Πανέρη

  

Συντάκτης: Πράξια Αρέστη