«Σ’ αγαπώ». Συνήθως το λένε στο τέλος ή δεν το λένε ποτέ. Έτσι όμως θα ξεκινήσω εγώ.

Να ξέρεις τι είναι αυτό που νιώθω για σένα, να μην αμφιβάλλεις. Τις μισώ τις αμφιβολίες. Τις μισώ σε τέτοιο σημείο που θα προτιμούσα να με μισείς και να το δείχνεις με κάθε τρόπο που υπάρχει παρά να με νοιάζεσαι και να μην το ξέρω, ν’ αμφιβάλλω γι’ αυτό. Να μην μπορώ να το δω, να μην μπορείς να μου το δείξεις. Για κάποιο χαζό λόγο που κατοικεί στο κεφάλι σου να μην το μάθω ποτέ.

Σ’ αγαπώ κι αυτό δε θα αλλάξει. Θα κουβαλώ αυτή την αγάπη μου για σένα παντού. Στη δουλειά, στις εξόδους, στα κρεβάτια που θα με «φιλοξενούν», στους  επόμενους ανθρώπους που θα ερωτευτώ.  Είναι λίγες οι φορές που αγαπάμε δυνατά, αλλά όταν αυτό συμβαίνει, δε φεύγει. Όσο και να θες δε φεύγει! Κάπως έτσι δε μου έχεις φύγει κι εσύ.

Δεν είμαι δίπλα σου, αλλά με νοιάζει τι κάνεις. Αν ξυπνάς όμορφα, αν έχεις προβλήματα στη δουλειά, αν έχεις κάποιον να τα συζητήσεις, αν είδες καμιά καλή ταινία τελευταία, αν την είδες με καλή συντροφιά, αν στη συντροφιά αυτή, οφείλεται ότι ξυπνάς χαρούμενος κάθε πρωί.

Δεν είμαι δίπλα σου να σου γκρινιάζω «να το κόψεις το ρημάδι», να πάψεις να καπνίζεις παθιασμένα το ένα τσιγάρο πίσω απ’ το άλλο. Μισούσα κάθε τσιγάρο που κρατούσες και τώρα θα ευχόμουν να είμαι ένα από αυτά. Ν’ ανταγωνίζομαι το μόνο πράγμα που δεν αφήνεις να φύγει απ’ τα χέρια σου! Ακόμη κι όταν δεν καπνίζεις,  δεν αφήνεις το πακέτο ή τον αναπτήρα που αμήχανα κρατάς στο χέρι σου.

Θυμάμαι ακόμη εκείνο το βράδυ που σε ρώτησα «Γιατί καπνίζεις τόσο;» και μου απάντησες «Δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος. Απλά το θέλω, το αγαπώ!». Κι εγώ, δεν έβγαλα μιλιά. Γιατί ήξερα πώς είναι να επιθυμείς κάτι, ν’ αγαπάς χωρίς να υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος. Οτιδήποτε άλλο κι αν έλεγες, είχα τόσα να σου πω. Εσύ όμως βρήκες τη μόνη απάντηση που με αποστόμωσε. Την αληθινή! Το «γιατί έτσι» που είναι η πιο ειλικρινής  απάντηση, για οτιδήποτε ποθήσαμε ποτέ.

Είδες πόση δύναμη έχει η αλήθεια; Σε βάζει στη θέση σου με τον πιο απλό τρόπο. Αρκεί να ειπωθεί. Κάπως έτσι σκέφθηκα κι εγώ κι αποφάσισα να σου πω τα παράπονά μου. Να σου μιλήσω εκείνη τη βραδιά για όσα για σένα ένιωθα και που πίστευα πως όλα μας τα προβλήματα ήτανε γιατί τα αισθήματά μου δεν τα έβλεπες. Τα έβλεπες όμως! Ήξερες εξαρχής το βάθος και την έντασή τους, αλλά δεν μπορούσες να κάνεις πολλά πράγματα.

Είναι και κάποιοι έρωτες που δε θα γίνουν ποτέ ρομαντική κομεντί. Είναι τρυφερές ιστορίες για δύο, αλλά εσύ δε θες συμπρωταγωνίστρια. Στο δικό σου σενάριο πάντα ένας είναι ο πρωταγωνιστής. Εσύ! Και πρωταγωνιστείς πάντα σε περιπέτειες. Γι’ αυτό και δεν έδωσες και πολλή σημασία στο «Να προσέχεις» που ψέλλισα φεύγοντας. Ποτέ δεν πρόσεχες!

Τα ζούσες όλα έντονα, σαν μικρό παιδί, με άγνοια κινδύνου. Βουτούσες στα βαθιά, με μια βεβαιότητα ότι τα σωσίβια, οι ναυαγοσώστες κι οι απινιδωτές, σε περιμένουν και σχεδόν πάντα έτρωγες τα μούτρα σου.

Σ’ αυτό το «πάντα έτρωγες τα μούτρα σου» άναψες τσιγάρο τώρα ε; Το άναψες και θα ‘θελες να ‘μαι εκεί, για να μου φωνάξεις πόσο πολύ σ’ ενοχλεί να σου πετάω όλα εκείνα που μου έχεις εκμυστηρευτεί στις ευάλωτες στιγμές σου. Εκείνες που περάσαμε στο κρεβάτι μου, γυμνοί από ρούχα, τύπους κι υποκρισίες.

Θα ‘θελες να είμαι εκεί και να συνεχίσουν εκείνες οι βραδιές να υπάρχουν. Εγώ να σου λέω πόσο σ’ αγαπάω κι εσύ να μου λες «Μην μπλέκεις» χωρίς να βλέπεις στα μάτια μου το πόσο πρόθυμη είμαι να μπλέξω μαζί σου κι ας μετανιώνω γι’ αυτό μια ζωή. Ζω κι εγώ βλέπεις την περιπέτεια, με διαφορετικό όμως τρόπο.

Να περνάς όμορφα εκεί που βρίσκεσαι. Να ξυπνάς πάντα με χαμόγελο κι ας μην είμαι εγώ αυτή που στο χάρισε. Να βρεθεί κάποια στο δρόμο σου, που θα τα κάνει όλα διαφορετικά και θα καταφέρει να σε πείσει πως κι οι ρομαντικές κομεντί έχουν τη γλύκα τους.

Ίσως πάλι, βρω τον τρόπο έστω κι αργά, να σε πείσω εγώ. Ίσως χρειαστεί μια ολόκληρη ζωή για να συμβεί αυτό κι ίσως πάλι όταν συμβεί να έχουν πάψει οι ρομαντικές ταινίες να είναι οι αγαπημένες μου.

Μέχρι τότε όμως, μην καπνίζεις τόσο, σ’ αγαπώ και να προσέχεις…

 

Συντάκτης: Μαριάμ Πολυγένη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη