Ξέρεις κάτι, εγώ έχω καταλήξει. Νομίζω πως οι άνθρωποι γεννήθηκαν για να ‘ναι καβλωμένοι. Όχι, δεν κάνω πλάκα, το εννοώ κι αν το σκεφτείς λίγο καλύτερα, η κάβλα είναι η κινητήριος δύναμη του σύμπαντος.

Κάβλα για εξουσία, για χρήμα, για δημοφιλία, για υστεροφημία, για σεξ, για υπερβολές, για καταχρήσεις. Και η μία, η μοναδική, αυτή που τα πάντα κινεί και τα πάντα καλύπτει, αυτή που ποτέ κανένας δεν κατάφερε να νικήσει και πάντα μετρούσε ένα-ένα τ’ αθώα κι άβουλα θύματά της. Η κάβλα του έρωτα.

Αυτό το μυρμήγκιασμα που νιώθεις σε κάθε άκρο των δακτύλων σου καθώς σε πλησιάζει, αυτό το μούδιασμα που φέρνει λίγο από παράλυση και λίγο από εγκεφαλικό, μα για κάποιο λόγο είναι τόσο γαμάτο που θες να το ζήσεις και να το κρατήσεις όσο περισσότερο γίνεται.

Το πρώτο φιλί που ξεκινάει αμήχανο κι ασυντόνιστο, μα δε σε νοιάζει ούτε τόσο ρε φίλε, γιατί επιτέλους έχεις στα χέρια σου αυτό που θέλεις, με κάθε δυνατή έννοια που μπορεί να εμπεριέχεται στη λέξη αυτή. Το ‘χεις και το σώμα σου το χαίρεται τόσο, που νομίζεις ότι ανεβάζεις πυρετό, οι παλμοί σου ανεβαίνουν, τα μάγουλά σου κοκκινίζουν και το μόνο που μπορείς να σκεφτείς είναι μέχρι που μπορείς να το τραβήξεις, χωρίς ο άλλος να φρικάρει.

Γιατί η κάβλα δε δέχεται περιορισμούς, έρχεται και σε πιάνει απ’ την ανόητα υπερυψωμένη σου μύτη, για να σε σύρει εκεί που αυτή θα επιλέξει. Και τις πρώτες φορές, τις φορές εκείνες που ακόμα δεν έχεις καταλάβει τι ακριβώς σου συμβαίνει, εκεί είναι που δρα ακόμη πιο βίαια, για να σου φέρει όνειρα και φαντασιώσεις που με το ζόρι ελέγχεις.

Είναι κι εκείνα τα βλέμματα που ανακατεύουν κάτι από εγωισμό, αρκετά νεύρα που δεν μπορείς να εξηγήσεις και μια ακατανίκητη έλξη για ξύλο και σεξ σε γωνίες. Να θες να σκοτώσεις και να κάνεις έρωτα ταυτόχρονα, να καίγεσαι, να πεθαίνεις και να πηγαίνεις μετά να τα πίνεις για να ξεχάσεις. Τι να ξεχάσεις; Το σώμα σου; Τα ένστικτά σου;

Και να τα ξεχάσεις πάλι θα ‘ρθουν να σου γαμήσουν το «είναι», πάλι θα σκάσουν μύτη για να σου θυμίσουν ότι αυτός ο ένας άνθρωπος σου ξυπνάει όλα αυτά που με σύνεση κοιμίζεις τόσα χρόνια. Γιατί κι ο άνθρωπος τίποτα παραπάνω από ένα ζώο δεν είναι και ζει για να τραφεί, να κοιμηθεί και να πηδηχτεί. Τίποτα μεμπτό δεν υπάρχει σ’ αυτό και τίποτα πρόστυχο, γιατί είναι αληθινό και προκύπτει απ’ τη φύση σου, τη φύση εκείνη που θα σου υποδείξει το προφανές. Όταν δυο σώματα έλκονται, όλες οι λέξεις δεν πιάνουν μία μπροστά σ’ ένα πρόστυχο φιλί.

Έτσι είναι. Αλλιώς δε θα θέλαμε να κάνουμε σεξ, θα μας έφτανε να κοιμόμαστε αγκαλίτσα. Μα τον άλλον όταν τον θέλεις, τον θέλεις πάνω σου, μέσα σου, παντού γύρω σου, να τον μυρίζεις και να τον γεύεσαι, να χάνεις κι από μια ανάσα κάθε φορά που σε πλησιάζει για να σε ξαφνιάσει με κάποιο τολμηρό άγγιγμα.

Είχε πει κάποτε κάποιος σοφός σεναριογράφος πως όταν κάνεις σεξ, η καρδιά σου δουλεύει σ’ επίπεδα τεστ κοπώσεως, σε πιάνει σημαντική ταχυκαρδία, έχεις εφίδρωση, πιθανή κρίση άσθματος λόγω κακής κι άτακτης αναπνοής, μυϊκούς σπασμούς και καταπόνηση οστών κι οργάνων. Σου προκαλεί παρόμοια συμπτώματα μ’ αυτά της καρδιακής προσβολής. Αν λοιπόν δεν ήταν τόσο γαμάτο, δε θα μπαίναμε στη διαδικασία να πεθαίνουμε κι από λίγο κάθε φορά που το επιχειρούμε. Κι αν δεν πεθαίναμε κι από λίγο κάθε φορά που το επιχειρούσαμε, δε θα ‘ταν τόσο γαμάτο.

 

Επιμέλεια Κειμένου Γιοβάννας Κοντονικολάου: Ιωάννα Κακούρη

  

Συντάκτης: Γιοβάννα Κοντονικολάου