Ας μιλήσουμε λοιπόν για τη νέα τάση των de-influencers, την ώρα που αρκετοί από μας φαίνεται να έχουμε γίνει δέσμια της αίγλης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, προβαίνοντας σε απερίσκεπτες αγορές προιόντων που προβάλλονται μέσα απ’ αυτά. Η νέα τάση ξεκίνησε από το Tik Tok κι ένα από τα πρώτα σχετικά βίντεο προήλθε από πρώην υπάλληλο καταστήματος καλλυντικών η οποία «έδωσε» στην κυριολεξία τα προϊόντα που επιστρέφουν πιο συχνά οι καταναλωτές. Επομένως, θα μπορούσε να πει κάνεις ότι οι de-influencers αποτελούν ένα κίνημα αντίδρασης στον καταναλωτισμό που μας διακατέχει, τον οποίο εντείνουν και προωθούν οι influencers.

Σε αντίθεση με τους influencers που προωθούν διάφορα προιόντα και υπηρεσίες, οι de influencers επικεντρώνονται σε θέματα που αφορούν στη δικαιοσύνη, στη βιωσιμότητα και άλλοτε στη διαφάνεια στο διαδίκτυο, αποφεύγοντας μ’ αυτόν τον τρόπο την προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών. Κάνουν δηλαδή ακριβώς το αντίθετο από τους influencers, μας λένε τι να μην αγοράσουμε γιατί δεν αξίζουν τα λεφτά μας, τι να μην κάνουμε και μας δείχνουν ένα πιο αληθινό κομμάτι της ζωής μέσα από τα social. Αν οι de-influencers αποφασίσουν να προωθήσουν προιόντα, σίγουρα θα είναι από μικρά brands τα οποία έχουν υψηλά περιβαλλοντικά πρότυπα. Μιλούν ανοικτά για όλα, ακόμα και για ασθένειες ή άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.

Επιτέλους φυσικά, γιατί μπουχτίσαμε λικάκι μ’ όλους αυτούς που μας δείχνουν τα πιο ώραια στοιχεία της ζωής τους και μας διαφημίζουν προιόντα ή και υπηρεσίες που μερικές φορές δεν μπορεί καν να τα ακουμπήσει η τσέπη μας!

Αναντίλεκτα, φαίνεται πως η ιδέα πίσω από αυτήν τη νέα τάση έγκειται στην αντιμετώπιση των υπερβολικών προτάσεων που δεχόμαστε από τα social, και στην ανάγκη υιοθέτησης μιας πιο προσεκτικής προσέγγισης στις αγορές, επιδεικνύοντας παράλληλα περιβαλλοντική ευαισθησία. Πέραν τούτου, ο κόσμος είναι πια πιο «ψιλιασμένος», ξέρει πως πολλές φορές όλα γίνονται για εμπορικούς σκοπούς και σαφώς, για να αποκομίσουν χρήματα οι influencers οι οποίοι ίσως και να μη νοιάζονται για το προιόν που προωθούν ή την υπηρεσία. Ίσως, λοιπόν, να έχει χαθεί η επιρροή των influencers στο καταναλωτικό κοινό. Όλη αυτή η επιρροή που είχαν οι influencers έχει κάπως χαθεί, αφού πλέον έχουμε καλύτερες επιλογές. Εγώ προσωπικά επιλέγω να βλέπω άτομα που έχουν κάτι διαφορετικό να πουν, τη δικιά τους αληθινή ιστορία -και γνωρίζω πως πολλοί άνθρωποι επιλέγουν να κάνουν το ίδιο.

Ο κόσμος έχει χάσει τον ενθουσιασμό του σε σχέση μ’ όλη αυτήν την ψευτική ωραιοποίηση που πλασάρουν οι influencers, οπότε δημιουργήθηκε πρόσφορο έδαφος για τους de-influencer. Ο κόσμος φαίνεται να εκτιμά την αυθεντικότητα και γι’ αυτό το λόγο νιώθει περισσότερα κοινά με τους de-influencers -αφού μπορεί να ταυτιστεί μαζί τους. Η έλλειψη αυθεντικότητας ίσως να προκαλεί πλήγμα στην αξιοπιστία των influencer. Παράδειγμα αποτελεί, η Μιαΐλα Νογκουέρα, μακιγιέζ με πάνω από 10 εκατομμύρια ακολούθους στο TikTok,  η οποία, σε επί πληρωμή βίντεο διαφήμισης μάσκαρας πολύ γνωστής μάρκας,  κατηγορήθηκε ότι φορούσε ψεύτικες βλεφαρίδες. Ο καταναλωτής δεν είναι κορόιδο. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν ο κόσμος να μην έχει αγανακτήσει και να θέλει να βλέπει τους de influencers που αν μη τι άλλο πρωθούν την αυθεντικότητα;

Η νέα τάση στα social φαίνεται πως ήρθε για να μείνει και το #deinfluencing βαράει κόκκινο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Βέβαια, για να λέμε και του σταβού το δίκιο, ορισμένοι χρήστες το χρησιμοποιούν απλώς για να επικρίνουν συγκεκριμένα προϊόντα και να προτείνουν άλλα. Σημειώνεται ωστόσο ότι αυτές οι ενέργειες δεν αντανακλούν το όλο πνέυμα της νέας τάσης. Αντίθετα, αυτή δίνει μαθήματα ενσυναίσθησης, δίνει μαθήματα αλήθειας που αφορούν στην πραγματική ζωή που για πολλούς ανθρώπους δε φαντάζει τόσο ρόδινη όσο αυτή που πουλάνε οι influencers. Έχουμε μπουκτίσει απ’ όλη αυτήν την ωραιοποίηση των πάντων, έχουμε ανάγκη να ακούμε αλήθειες.

Συντάκτης: Χρυστάλλα Σωκράτους
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου